Οι σχετικές φορολογικές διατάξεις που διέπουν τις δωρεές και γονικές παροχές από γονείς σε παιδιά είναι σύνηθες φαινόμενο και θα ήταν χρήσιμο να διευκρινιστούν, αφού μπορούν να επωφεληθούν σημαντικά αρκετοί φορολογούμενοι ή να αποφύγουν την καταβολή αδικαιολόγητων φόρων.
Βάσει της παρ. 1, του άρθρου 44, του νόμου 2961/2001, «η γονική παροχή ή η δωρεά προς τα πρόσωπα που υπάγονται στην Α’ κατηγορία της παρ. 1 του άρθρου 29 οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου, καθώς και η γονική παροχή ή η δωρεά χρηματικών ποσών προς τα ως άνω πρόσωπα, η οποία διενεργείται με μεταφορά χρημάτων μέσω χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, υπόκεινται σε φόρο, ο οποίος υπολογίζεται με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%), μετά την αφαίρεση εφάπαξ αφορολογήτου ποσού οκτακοσίων χιλιάδων (800.000) ευρώ. Οι δωρεές και γονικές παροχές του προηγούμενου εδαφίου δεν συνυπολογίζονται στην αιτία θανάτου κτήση περιουσίας μεταξύ των αυτών προσώπων».
Η προαναφερόμενη διάταξη ισχύει για δωρεές και γονικές παροχές οι οποίες συστήνονται από 1ης Οκτωβρίου 2021 και μετά. Επίσης, στο ποσό των 800.000 ευρώ δεν συνυπολογίζονται δωρεές και γονικές παροχές που έχουν διενεργηθεί μέχρι την ημερομηνία αυτή, ήτοι μέχρι την 30ή Σεπτεμβρίου 2021. Συνεπώς, η γονική παροχή χρηματικού ποσού κάτω των 800.000 ευρώ από γονέα προς παιδί, η οποία θα διενεργηθεί μέσω τραπεζικής μεταφοράς των χρημάτων, δεν υπόκειται σε φόρο. Η εν λόγω αφορολόγητη γονική παροχή θα πρέπει να δηλωθεί ηλεκτρονικά, μέσω της εφαρμογής My Property της ΑΑΔΕ, εντός έξι μηνών από τη διενέργειά της.
Εάν οι γονικές παροχές κυμαίνονται χαμηλότερα του ορίου του αφορολογήτου ποσού, υπάρχει η δυνατότητα μελλοντικών τμηματικών ή εφάπαξ νέων γονικών παροχών περιουσιακών στοιχείων (κινητών ή ακινήτων), οι οποίες θα είναι αφορολόγητες, μέχρι να συμπληρωθεί το ποσό των 800.000 ευρώ. Επίσης, μπορεί να γίνει μία γονική παροχή στην αρχή του έτους για ένα συγκεκριμένο ποσό και να καταβάλλονται τα χρήματα τμηματικά για το επόμενο διάστημα ή για ορισμένα έτη. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι το χρονικό διάστημα μεταξύ της γονικής παροχής και της τμηματικής καταβολής του προβλεπόμενου ποσού δεν υπόκειται σε κάποιον περιορισμό. Επιπλέον, μπορούν να γίνονται συνεχείς γονικές παροχές ανά τακτά χρονικά διαστήματα, μέχρι το όριο του αφορολογήτου ποσού.
Για την πληρότητα της ανάλυσης των γονικών παροχών, θεωρούμε σκόπιμο να αναφέρουμε τις σχετικές διατάξεις περί βαθμών συγγένειας, λόγω της συνάφειας αυτών των θεμάτων. Σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 29 του νόμου 2961/01, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, «οι δικαιούχοι της κτήσης, ανάλογα με τη συγγενική τους σχέση προς τον κληρονομούμενο, κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες Α’, Β’ και Γ’.
Στην Α’ κατηγορία υπάγονται: α) ο σύζυγος του κληρονομουμένου, β) το πρόσωπο το οποίο είχε συνάψει σύμφωνο συμβίωσης με τον κληρονομούμενο κατά τις διατάξεις του νόμου 3719/2008 και το οποίο λύθηκε με τον θάνατο αυτού, εφόσον η συμβίωση είχε διάρκεια τουλάχιστον δύο ετών, γ) οι κατιόντες πρώτου βαθμού (τέκνα από νόμιμο γάμο, τέκνα χωρίς γάμο έναντι της μητέρας, αναγνωρισθέντα εκούσια ή δικαστικά έναντι του πατέρα, νομιμοποιηθέντα με επιγενόμενο γάμο ή δικαστικά έναντι και των δύο γονέων), δ) οι κατιόντες εξ αίματος δεύτερου βαθμού και ε) οι ανιόντες εξ αίματος πρώτου βαθμού.
Στη Β’ κατηγορία υπάγονται: α) οι κατιόντες εξ αίματος τρίτου και επόμενων βαθμών, β) οι ανιόντες εξ αίματος δεύτερου και επόμενων βαθμών, γ) τα εκούσια ή δικαστικά αναγνωρισθέντα τέκνα έναντι των ανιόντων του πατέρα που τα αναγνώρισε, δ) οι κατιόντες του αναγνωρισθέντος έναντι του αναγνωρίσαντος και των ανιόντων αυτού, ε) οι αδελφοί (αμφιθαλείς ή ετεροθαλείς), στ) οι συγγενείς εξ αίματος τρίτου βαθμού εκ πλαγίου, ζ) οι πατριοί και οι μητριές, η) τα τέκνα από προηγούμενο γάμο του συζύγου, θ) τα τέκνα εξ αγχιστείας (γαμπροί – νύφες) και ι) οι ανιόντες εξ αγχιστείας (πεθεροί – πεθερές).
Στη Γ’ κατηγορία υπάγεται οποιοσδήποτε άλλος εξ αίματος ή εξ αγχιστείας συγγενής του κληρονομουμένου ή εξωτικός».
Στην περίπτωση των ακινήτων και σχετικά με τον φόρο μεταβίβασής τους, θα πρέπει να προσθέσουμε, ότι εφόσον πρόκειται για αγορά με δικαίωμα πλήρους κυριότητας πρώτης κατοικίας από μη έγγαμο, ο οποίος δεν έχει άλλο δικαίωμα πλήρους κυριότητας ή επικαρπίας ή οίκησης σε κατοικία ή σε ιδανικό μερίδιο αυτής που πληροί τις στεγαστικές του ανάγκες, τότε παρέχεται απαλλαγή για αξία ακινήτου έως 200.000 ευρώ. Εάν η αξία του ακινήτου υπερβαίνει το ποσό αυτό, τότε υπολογίζεται φόρος μόνο για το επιπλέον ποσό. Εάν το ακίνητο δεν πληροί τις παραπάνω προϋποθέσεις, επιβαρύνεται με Φόρο Μεταβίβασης Ακινήτων τρία τοις εκατό (3%) επί της φορολογητέας του αξίας.
Προκειμένου για αγορά ακινήτων, υπάρχει η δυνατότητα αγοράς τους με δικαίωμα επικαρπίας στον γονέα και ψιλής κυριότητας στο παιδί. Η φορολόγηση του ακινήτου στην περίπτωση αυτή επιμερίζεται μεταξύ ψιλού κύριου και επικαρπωτή, ανάλογα με τα έτη της ηλικίας του επικαρπωτή. Μετά τον θάνατο του επικαρπωτή η ψιλή κυριότητα ενώνεται αυτόματα με την επικαρπία χωρίς καμία επιπρόσθετη φορολογική επιβάρυνση.
Πρώτη δημοσίευση: εφ. «ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ»