Από τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο και τον Σπύρο Σπυράκο*

Το κανονιστικό και ρυθμιστικό πλαίσιο στην Ευρώπη, και κατ’ επέκταση στην Ελλάδα, γίνεται όλο και πιο σύνθετο.

Αν αναλογιστεί κανείς τις ρυθμιστικές παρεμβάσεις των τελευταίων ετών στο πεδίο της εταιρικής διακυβέρνησης (GDPR, ESG, ρυθμίσεις για τη σύνθεση εταιρικών διοικητικών συμβουλίων όσον αφορά την ελάχιστη εκπροσώπηση γυναικών, NIS2 κ.λπ.), θα αντιληφθεί ότι αυτές αυστηροποιούνται, διευρύνονται και αφήνουν τα στελέχη των εταιρειών εκτεθειμένα σε νέους κινδύνους.

Αδιαμφισβήτητα, η απασχόληση του εταιρικού προσωπικού, υπό τις κατάλληλες πρακτικές, αποτελούσε πάντοτε ευθύνη της διοίκησης. Η εργατική νομοθεσία, όμως, εξελίσσεται. Οι αξιώσεις για διακρίσεις, παρενόχληση, μη νόμιμη απόλυση, αντίποινα εργαζομένων (whistleblowing/retaliation) ή για άλλες παραβάσεις δεοντολογίας είναι μόνο μερικοί από τους παράγοντες εξαιτίας των οποίων ένα διοικητικό στέλεχος ενδέχεται να υποστεί δαπανηρές δικαστικές διαφορές.

Το νέο αυτό περιβάλλον αυξάνει τον κίνδυνο αξιώσεων κατά των εταιρειών και των στελεχών τους. Στην Ευρώπη, παρατηρείται μια ραγδαία αύξηση στις συλλογικές αγωγές εργαζομένων προς τις εταιρείες και τη διοίκησή τους. Επίσης, σύμφωνα με την Έκθεση Management Liability Claims Review της Marsh για το 2023, οι υπάλληλοι αποτέλεσαν την κορυφαία κατηγορία των εναγόντων, αντιπροσωπεύοντας το 22% των συνολικών απαιτήσεων κατά στελεχών.

Σημαντικοί παράγοντες της ανοδικής αυτής τάσης αποτελούν η αυξημένη ενημέρωση των εργαζομένων για τα εργατικά τους δικαιώματα, η επιρροή κοινωνικών κινημάτων κατά των διακρίσεων και της παρενόχλησης (π.χ. MeToo), καθώς και οι μεταβολές στον τρόπο εργασίας μετά την πανδημία της COVID-19. Επιπλέον, σύμφωνα με έκθεση της Mercer, η βασικότερη αιτία της μείωσης της εμπιστοσύνης των εργαζομένων προς τους εργοδότες τους είναι η μη τήρηση των υποσχέσεων σε ζητήματα αποδοχών, προαγωγών και επαγγελματικής ανέλιξης. Δεν είναι τυχαίο ότι η εμπιστοσύνη των υπαλλήλων προς τους εργοδότες συρρικνώθηκε από το 80% στο 69% σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα. Τέλος, η έκθεση αναδεικνύει τις ανισότητες σε θέματα αποδοχών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το Χρηματιστήριο του Λονδίνου, που αναγνώρισε μισθολογικό χάσμα της τάξης του 31% ανάλογα με το φύλο και 18% ανάλογα με την εθνικότητα.

Πώς όμως κινδυνεύουν τα στελέχη από λανθασμένες ή ελλιπείς αποφάσεις που λαμβάνονται για λογαριασμό της εταιρείας την οποία εκπροσωπούν; Εκτός από την ευθύνη του ίδιου του νομικού προσώπου, σε πολλές περιπτώσεις, οι νόμιμοι εκπρόσωποι ευθύνονται προσωπικά και αλληλέγγυα, ακόμη και με τη δική τους περιουσία, για την αποκατάσταση ζημιών που προκλήθηκαν σε τρίτους. Ακόμη κι αν, ενδεχομένως, η ίδια εταιρεία αποζημιώσει το στέλεχος για δικαστικές αποφάσεις εναντίον του, αυτό θα έχει αντίκτυπο στα οικονομικά της αποτελέσματα.

Η ασφάλιση διοικητικών στελεχών (Directors & Officers, D&O) καθίσταται, λοιπόν, ένα απαραίτητο εργαλείο για τη διαχείριση του παραπάνω κινδύνου. Κατά πόσο όμως η ασφάλιση αυτή είναι ικανοποιητική ως προς το εύρος κάλυψης και την επάρκεια των ορίων ευθύνης; Η ασφάλιση D&O καλύπτει αφενός αποζημιωτικές αξιώσεις, αφετέρου έξοδα υπεράσπισης, είτε αυτά πληρωθούν από το ίδιο το στέλεχος (Side A) είτε από την εταιρεία (Side B).

Οι αξιώσεις τρίτων προς στελέχη συνήθως θεμελιώνονται στις γενικές περί αδικοπραξίας διατάξεις (914ΑΚ κ.ε.), αρκεί η (ισχυριζόμενη) ζημία που έχει υποστεί ο ενάγων να συνδέεται αιτιωδώς με την άσκηση των καθηκόντων του διευθύνοντος.

Ταυτόχρονα με την κύρια κάλυψη, το συμβόλαιο μπορεί να επεκταθεί ώστε να καλύψει αγωγές κατά της εταιρείας οι οποίες σχετίζονται με ακατάλληλες εργασιακές πρακτικές (διακρίσεις, παρενόχληση, εκφοβισμό, αδικαιολόγητη απόλυση, μη τήρηση εργασιακών συμβάσεων, παραβιάσεις της ιδιωτικότητας των εργαζομένων κ.ά.), καθώς και κατά του στελέχους μέσω της ασφαλιστικής κάλυψης εργασιακών πρακτικών, ευρύτερα γνωστή ως Employment Practices Liability Insurance (EPLI). Η κάλυψη (EPLI) συναντάται συνήθως ως υπο-όριο ενός συμβολαίου D&O, όμως στην πραγματικότητα η διαχείριση αυτού του κινδύνου χρειάζεται μεγαλύτερη ανάλυση και η στρατηγική τοποθέτηση θα πρέπει να αξιολογηθεί εξετάζοντας διάφορες παραμέτρους. Μια εναλλακτική επιλογή είναι ένα αυτοτελές ασφαλιστήριο EPLI που στοχεύει στην κάλυψη της ίδιας της εταιρείας, καθώς, στην πραγματικότητα, οι πιο σοβαρές απαιτήσεις εργατικών πρακτικών θα στραφούν κατά του νομικού προσώπου της εταιρείας, όχι των φυσικών προσώπων.

Η επιλογή της αποτελεσματικότερης στρατηγικής (επέκταση ή αυτοτελές συμβόλαιο) θα πρέπει να βασιστεί στο προφίλ κινδύνου του ασφαλισμένου. Οι αξιώσεις που καλύπτει το D&O και αφορούν στελέχη τείνουν να εμφανίζονται σπανιότερα, αλλά οι απαιτήσεις και τα έξοδα συνήθως είναι μεγαλύτερης βαρύτητας και κόστους (higher severity, lower frequency). Αντίθετα, οι αξιώσεις εργατικών πρακτικών (EPLI), τα τελευταία έτη, είναι μεν συχνότερες, αλλά οι ζημιές που πηγάζουν από αυτές σπάνια λαμβάνουν αντίστοιχη έκταση (lower severity, higher frequency). Με τον διαχωρισμό καλύψεων ο ασφαλισμένος αποφεύγει την πλήρη ή μερική εξάντληση των ορίων ενός και μοναδικού συμβολαίου, διατηρεί καθαρό το ιστορικό ζημιών του ανά ασφαλιστική κάλυψη και επωφελείται από τις τάσεις διακύμανσης του εκάστοτε κινδύνου. Όμως, σε περιόδους που η αγορά δεν επιβαρύνεται με υψηλό δείκτη ζημιών, η συνδυαστική λύση ίσως να είναι πιο συμφέρουσα από άποψη κόστους.

Εν κατακλείδι, έχει καταστεί σαφές πως, ανεξαρτήτως τομέα επιχειρηματικής δράσης, το ζήτημα της ευθύνης διοικητικών στελεχών παραμένει επίκαιρο, και αυτό γιατί το ίδιο το βάρος και η έκταση της ευθύνης διευρύνονται όλο και περισσότερο. Εξαιτίας της θέσπισης όλο και πιο πολύπλοκων κανόνων, οι πιθανότητες παραβάσεων αυξάνονται. Οι εταιρείες, στην προσπάθειά τους να προσελκύσουν και να προστατεύσουν τους ανθρώπους-«κλειδιά» για τη λήψη δύσκολων στρατηγικών αποφάσεων, καθώς και για τη δική τους θωράκιση, επιβάλλεται να συμπεριλάβουν το ζήτημα της ασφάλισης D&O ψηλά στην ατζέντα τους.
Τέλος, η προστιθέμενη αξία του συμβούλου αναδεικνύεται τόσο στην ανάλυση και αξιολόγηση του προφίλ κινδύνου των εταιρειών όσο και στη σωστή καθοδήγηση για την καταλληλότερη λύση μεταφοράς τόσο του κινδύνου ευθύνης του στελέχους όσο και του κινδύνου αξιώσεων εργατικών πρακτικών ευρύτερα στην ασφαλιστική αγορά.

*Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος είναι FINPRO & Cyber Expert της Marsh Specialty και ο Σπύρος Σπυράκος είναι Regulatory Assistant to CEO της Marsh Specialty

Περισσότερα στο brokerstime.gr και sema.gr

Πηγή: BROKER’S TIME #77