Με την ερώτησή της, η κα Πέρκα αμφισβητούσε το αναφερόμενο ποσοστό λόγω απουσίας, όπως σημείωνε, της προβλεπόμενης από τον Κανονισμό 2021/241 τεκμηρίωσης.
Απαντώντας ο κ. Σκυλακάκης, διευκρίνισε ότι το ποσοστό κατ’ ελάχιστον 37% για το οποίο έχουμε δεσμευτεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή αφορά τις επιδοτήσεις, όπου επιτυγχάνουμε ένα ποσοστό 37,5% μετά την αξιολόγηση από την Επιτροπή.
- «Δηλαδή η Επιτροπή, μετά από αρκετές συζητήσεις και διαπραγματεύσεις και αφού εξέτασε όλες τις εκθέσεις για την κλιματική αξιολόγηση, την “πράσινη” αξιολόγηση των έργων και δράσεων του υποβάλαμε και τις εκθέσεις για το “do no significant harm”, να μην υπάρχει σημαντική βλάβη, κατέληξε, πρώτον, ότι δεν υπάρχει πουθενά πρόβλημα από πλευράς πρόκλησης σημαντικής περιβαλλοντικής βλάβης και, δεύτερον, ότι υπερβαίνουμε το ποσοστό και είμαστε στο 37,5% σε ό,τι αφορά τις επιδοτήσεις», σημείωσε.Σημείωσε μάλιστα ότι στα δάνεια “δεν πρόκειται περί διαπίστωσης, αλλά περί δέσμευσης ότι είμαστε υποχρεωμένοι με βάση την κλιματική αξιολόγηση των δανείων να υπερβούμε το 37%, το οποίο και θα κάνουμε και το διασφαλίζουμε με τον εξής τρόπο: Στις συμβάσεις που θα κάνουμε θα έχουμε υπέρβαση του σχετικού ποσοστού ως υποχρέωση των φορέων που θα συμβάλλονται μαζί μας.
Δηλαδή, η EIB, η ΕΒRD, οι συστημικές τράπεζες και άλλοι φορείς, όταν θα συμβαλλόμεθα μαζί τους για να δώσουν αυτά τα δάνεια, θα είναι υποχρεωμένα σε κάθε τμήμα το οποίο θα λαμβάνουν να εκπληρώνουν το 37% συμβατικά» σημειωσε ο κ. Σκυλακάκης απαντώντας στο ερώτημα της κας Πέρκα για το πώς επιτυγχάνεται ο στόχος.
Ανέφερε επίσης ότι όλη αυτή η στοιχειοθέτηση και τεκμηρίωση έχει δοθεί στην Επιτροπή και θα δοθεί στη συνέχεια από την Επιτροπή στη δημοσιότητα μόλις γίνει η έγκριση του σχεδίου.
Στην ερώτηση της κας Πέρκα για το ποιοί πόροι του σχεδίου θα κατανεμηθούν στις υπό μετάβαση περιοχές είπε ότι «έχουν το δικό τους πρόγραμμα, συν ένα πρόσθετο πρόγραμμα από το ΕΣΠΑ που υπάρχει μέσω του NextGenerationEU, το οποίο δόθηκε».
Σύμφωνα με τον κ. Σκυλακάκη, - «συγκεκριμένα έργα μετάβασης έχουμε τα 242 εκατομμύρια ευρώ επιδοτήσεις των δράσεων αποκατάστασης επαφών.
Σε ό,τι αφορά τα νησιά, έχουμε 145 εκατομμύρια ευρώ – 445 εκατομμύρια ευρώ είναι το έργο – που αφορούν τις ηλεκτρικές διασυνδέσεις.
Έχουμε επίσης και πολύ σημαντικούς πόρους στην αποθήκευση, 450 εκατομμύρια ευρώ που αφορούν πολλαπλές τεχνολογίες, κατ’ ελάχιστον την αντλησιοταμίευση και τις μπαταρίες [..] ενώ “η συνολική χωρητικότητα που επιδιώκεται είναι 1.380 μεγαβάτ».
Τέλος, είπε ότι θα έχουμε μια εκτίμηση της περιφερειακής επίπτωσης «μέσα στους επόμενους μήνες, αλλά για να έχουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα θα χρειαστεί να δούμε και ποια θα είναι η ανταπόκριση των ιδιωτικών επενδύσεων».Από την πλευρά της, η κα Πέρκα επέκρινε την κυβέρνηση ότι «πάτε να κάνετε απολιγνιτοποίηση βίαιη, γρήγορη, εν αναμονή πάντα ενός ιδιώτη που θα σχεδιάσει και θα προτείνει χωρίς την παρουσία του κεντρικού σχεδιασμού που οφείλει να κάνει μια πολιτεία».
Για το σχέδιο είπε ότι δεν είναι παρά μια έκθεση-παράθεση προτάσεων εν αναμονή και κάποιων ιδιωτικών προτάσεων, μια λίστα έργων με ήπιο στρατηγικό και αναπτυξιακό χαρακτήρα και χωρίς διαβούλευση».
Σύμφωνα με τη βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ το σχέδιο για την «πράσινη μετάβαση» θα έπρεπε να αντιμετωπίζει την ενεργειακή φτώχεια, να μην έχει κοινωνικούς αποκλεισμούς ως προς τη συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας στην παραγωγή, καθώς και να ενισχύει τις εγχώριες αλυσίδες παραγωγής αξίας της τεχνολογίας και της απασχόλησης.Ανταπαντώντας, ο κ. Σκυλακάκης είπε ότι ο ελληνικός λαός «δεν έχει διαλέξει κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας, όσο και αν αυτό σας ενοχλεί» ενώ επισήμανε ότι στο πρόγραμμα «Εξοικονομώ» υπάρχουν 100 εκατομμύρια ειδικά για την ενεργειακή φτώχεια.
Τέλος, ο κ. Σκυλακάκης αναφέρθηκε στην απολιγνιτοποίηση λέγοντας ότι «σήμερα οι ρύποι είναι στα 55 δολάρια ο τόνος.
Εάν ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έπαιρνε την απόφαση να πάμε σε γρήγορη απολιγνιτοποίηση και δεν κινούμεθα με τεράστια ταχύτητα προς αυτή την κατεύθυνση, θα κλαίγαμε επί χρόνια, “επί των ποταμών Βαβυλώνος” για τις συνέπειες της μη απολιγνιτοποίησης, γιατί ο λιγνίτης σήμερα είναι μη ανταγωνιστικό καύσιμο».