“Είναι αδήριτη ανάγκη όλες οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις να επανεξετάσουν τα επιχειρηματικά μοντέλα τους λαμβάνοντας υπόψη τις επιπτώσεις της πανδημίας” όπως σημειώνεται στην Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το έτος 2020.
Η πανδημία, μεταξύ άλλων, λειτούργησε αφυπνιστικά όσον αφορά την ανάδειξη των κλάδων της οκονομίας που έχουν τη δυναμική να συμβάλουν στην εθνική ανάπτυξη και η ιδιωτική ασφάλιση, παράλληλα με την εκπλήρωση του θεσμικού της ρόλου που είναι η απορρόφηση κινδύνων προς όφελος της κοινωνίας μπορεί να λειτουργήσει καταλυτικά στη συνολική προσπάθεια για την επιστροφή στην οικονομική ανάπττυξη.
O χρησμός Γ. Στουρνάρα για την μετα-covid εποχή
Το 2020 τα χρηματοοικονομικά μεγέθη της εγχώριας ασφαλιστικής αγοράς εξακολούθησαν να επηρεάζονται από το περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων, με την καμπύλη επιτοκίων μηδενικού κινδύνου, ιδίως στο βραχυπρόθεσμο τμήμα της, να κινείται σε αρνητικά επίπεδα. Οι ασφαλίσεις ζωής παρουσίασαν μικρή μείωση, με αύξηση όμως της παραγωγής ασφαλίσεων που συνδέονται με επενδύσεις, προς αντικατάσταση παραδοσιακών αποταμιευτικών προϊόντων. Όσον αφορά τις ασφαλίσεις ζημιών, αξιοσημείωτη είναι η αύξηση των ασφαλίσεων υγείας, καθώς και η μείωση των ασφαλίστρων ζημιών οχημάτων λόγω των περιοριστικών μέτρων που επιβλήθηκαν εξαιτίας της πανδημίας.
Η εκτίναξη της οικονομικής αβεβαιότητας σε συνδυασμό με τα πολύ χαμηλά επιτόκια καθιστούν αβέβαιες τις εκτιμήσεις για την κερδοφορία των ασφαλιστικών επιχειρήσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο και τις αποτιμήσεις των περιουσιακών στοιχείων τους.
Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα δεδομένα, ο εγχώριος ασφαλιστικός κλάδος φαίνεται να έχει αντεπεξέλθει ικανοποιητικά στις επιπτώσεις της πανδημίας. Δεν σημειώθηκαν σημαντικές διαφοροποιήσεις από το προηγούμενο έτος όσον αφορά την εκπλήρωση των διαχρονικών στόχων των εγχώριων ασφαλιστικών επιχειρήσεων σε επίπεδο λειτουργίας, πωλήσεων, εξυπηρέτησης και επιχειρηματικότητας. Η διατήρηση των παρεχόμενων υπηρεσιών, ο επαναπροσδιορισμός των ασφαλιστικών προϊόντων, η αναζήτηση εναλλακτικών δικτύων διανομής και η τεχνολογική αναβάθμιση της λειτουργίας του βοήθησαν τον εγχώριο ασφαλιστικό κλάδο, εν μέσω πανδημίας, να διατηρήσει τη χρηματοοικονομική του κατάσταση σε ικανοποιητικό επίπεδο.
Όπως σημειώνεται στην έκθεση: “οι γενικότερες οικονομικές συνθήκες και η προσπάθεια ανάκαμψης, μετά την πανδημία COVID-19, αναμένεται να επηρεάσουν τους καταναλωτές και συνακόλουθα τις (αντ)ασφαλιστικές επιχειρήσεις. Για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων αυτών, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις θα πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους για τη δημιουργία προϊόντων με αποδόσεις προσαρμοσμένες στις νέες επενδυτικές επιλογές, τη δημιουργία προϊόντων που θα καλύπτουν μεγαλύτερο εύρος κινδύνων των πελατών τους, την ανάπτυξη εναλλακτικών δικτύων διανομής που θα αξιοποιούν τη συνεχώς αναπτυσσόμενη τεχνολογία, την ενίσχυση της συνεργασίας με θεσμικούς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς με προοπτική ανάπτυξης (π.χ. bankassurance), αλλά και την υιοθέτηση μιας νέας κουλτούρας για το ρόλο της ιδιωτικής ασφάλισης στην οικονομία και την κοινωνία”.
Εντός του 2020, αυξήθηκε το μερίδιο των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με έδρα σε άλλο κράτος-μέλος
Σύμφωνα με την Έκθεση, για το έτος 2020, στις 30 Σεπτεμβρίου 2020 δραστηριοποιούνταν στην ελληνική αγορά ιδιωτικής ασφάλισης 37 ασφαλιστικές επιχειρήσεις, έναντι 38 στις 30.9.2019, οι οποίες κατηγοριοποιούνται βάσει της άδειας λειτουργίας και των ασφαλιστικών τους εργασιών ως εξής: 2 επιχειρήσεις ασφαλίσεων ζωής, 18 επιχειρήσεις ασφαλίσεων κατά ζημιών και 17 επιχειρήσεις που ασκούν ταυτόχρονα δραστηριότητες ασφαλίσεων ζωής και ασφαλίσεων κατά ζημιών (συμπεριλαμβάνονται επιχειρήσεις του κλάδου ζωής που, εκ των ασφαλίσεων κατά ζημιών, ασκούν αποκλειστικά αυτές των κλάδων “Ατυχήματα” και “Ασθένειες”).
Από τις ως άνω 37 ασφαλιστικές επιχειρήσεις, 35 λειτουργούν και εποπτεύονται σύμφωνα με την ευρωπαϊκή οδηγία “Φερεγγυότητα II”, που εφαρμόζεται σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) από 1.1.2016, ενώ 2 επιχειρήσεις εξαιρούνται, λόγω μεγέθους, από την εφαρμογή πλήθους απαιτήσεων που αφορούν και τους τρεις βασικούς πυλώνες της Φερεγγυότητας ΙΙ. Εκ των 35 ασφαλιστικών επιχειρήσεων που υπόκεινται στις διατάξεις της Φερεγγυότητας II, οι 12 ανήκουν σε ασφαλιστικούς ομίλους με έδρα στο εξωτερικό και 5 σε ασφαλιστικούς ομίλους με έδρα στην Ελλάδα. Επίσης, 6 ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται σε λοιπές χώρες της ΕΕ με καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.
Επιπρόσθετα, δραστηριότητα στην Ελλάδα ασκούν και 243 ασφαλιστικές επιχειρήσεις που έχουν την έδρα τους σε άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ,4 με καθεστώς είτε ελεύθερης εγκατάστασης (υποκατάστημα) είτε ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, και οι οποίες εποπτεύονται, ως προς τη χρηματοοικονομική τους κατάσταση, από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές των χωρών καταγωγής τους. Στα τέλη του 2019, η ετήσια παραγωγή των επιχειρήσεων αυτών (εγγεγραμμένα ασφάλι- στρα) ανερχόταν σε 975 εκατ. ευρώ ή ποσοστό 19% του συνόλου της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς. Εντός του 2020, αυξήθηκε το μερίδιο των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με έδρα σε άλλο κράτος-μέλος με ελεύθερη παροχή υπηρεσιών ή καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης στην αγορά των ασφαλίσεων αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων και ανήλθε σε 17,32% για το πρώτο εννεάμηνο του 2020 (από 16,99% το 2019).
Τα οικονομικά μεγέθη που ακολουθούν αφορούν μόνο τις 35 επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην εγχώρια ασφαλιστική αγορά και που υπόκεινται στην, κατά Φερεγγυότητα ΙΙ, εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος.