της Ελενας Ερμείδου
Από τα χέρια των ασφαλιστικών και των μεγάλων θεσμικών επενδυτών θα περάσει μεγάλο μέρος της παγκόσμιας χρηματοδότησης για την αντιμετώπιση των κλιματικών κινδύνων μέσω της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και της μετάβασης σε οικονομία μηδενικού άνθρακα. Στο πλαίσιο αυτό η πρόκληση για τις επιχειρήσεις και τους επόπτες είναι να αξιοποιήσουν τη δυναμική της ασφαλιστικής αγοράς για την υποστήριξη της μετάβασης.
Η αύξηση της έκθεσης στις αλλαγές του κλίματος, και της τρωτότητας ευάλωτων πληθυσμών παγκοσμίως, θα αυξήσει τις πιέσεις για μηχανισμούς αποφυγής, μετριασμού και αποκατάστασης των ζημιών και συνεπώς για πολιτικές μετακύλισης και επιμερισμού του κινδύνου, τονίζει ο Διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας. Γι’ αυτό, οι πολιτικές της ασφάλισης κλιματικού κινδύνου πρέπει, να βρίσκονται στο επίκεντρο της στρατηγικής της βιώσιμης ανάπτυξης, τη στιγμή που οι κλιματικοί κίνδυνοι είναι υπαρκτοί, προβλέψιμοι και άμεσα αντιμετωπίσιμοι.
Ο κλάδος ασφαλειών μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, λειτουργώντας είτε ως μηχανισμός προσαρμογής, μέσω της απορρόφησης ζημιών από τη διάθεση κατάλληλων ασφαλιστικών προγραμμάτων, είτε ως μηχανισμός μετριασμού της κλιματικής αλλαγής, μέσω της κατάλληλης επιλογής των επενδύσεων προς δραστηριότητες που στηρίζουν τους κλιματικούς στόχους, τόνισε ο Γιάννης Στουρνάρας στην Γ.Σ. της ΕΑΕΕ.
Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις καλούνται:
- να συνεκτιμήσουν και τους περιβαλλοντικούς παράγοντες κατά την αξιολόγηση ενός κινδύνου πριν τον αναλάβουν
- να εντάξουν στη διαχείριση των κινδύνων τη συστηματική αναγνώριση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που προκαλούνται από επιχειρηματικές πρακτικές των αντισυμβαλλομένων τους, με σκοπό να τους επηρεάσουν θετικά ώστε να ενισχύσουν τη δυνατότητα αποτροπής ή περιορισμού τυχόν δυσμενών επιπτώσεων στο κλίμα και στο περιβάλλον
- να καταστήσουν δημόσια διαθέσιμες τις σχετικές πολιτικές τους.