Προς τη λανθασμένη κατεύθυνση είναι τα μέτρα που υιοθετήθηκαν από την Ε.Ε και οδήγησαν σε “bail in” πιστωτές τραπεζών πλήρους εξασφάλισης (senior creditors) ισχυρίζονται οι Δανοί.
Η σκανδιναβική χώρα είναι η πρώτη που εφάρμοσε την οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου το βάρος για τις διασώσεις τραπεζών επωμίζονται οι ομολογιούχοι και οι μέτοχοι των τραπεζικών ιδρυμάτων και όχι οι φορολογούμενοι.
Σύμφωνα με την έκθεση του Jesper Berg, γενικού διευθυντή της αρμόδιας χρηματοπιστωτικής αρχής της Δανίας και του Henrik Bjerre–Nielsen, επικεφαλής της αρμόδιας αρχής για την εξυγίανση των τραπεζών, μολονότι η “νομοθεσία είναι εντυπωσιακή”, ωστόσο η Οδηγία για την Ανακάμψη και την Εξυγίανση των Τραπεζών (BRRD) δεν μπορεί να εφαρμοστεί υπό την τρέχουσα μορφή της.
Αναφέρουν επίσης ότι η αναθεώρησή της, που είναι σε εξέλιξη, είναι ένα βήμα «προς τη λανθασμένη κατεύθυνση».
Δεν είναι επιτεύξιμη, ούτε πολιτικά ούτε οικονομικά
Η κριτική έρχεται μετά από μία σειρά πρόσφατων bail-out. Τον Δεκέμβριο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε την έγκρισή της για τη διάσωση της NordLB, μίας γερμανικής τράπεζας, από τις κυβερνήσεις της Κάτω Σαξονίας και της Σαξονίας-Ανχαλτ. Τον ίδιο μήνα, η Ιταλία κράτησε στην άκρη 900 εκατ. ευρώ για την ανακεφαλαιοποίηση της Banca del Mezzogiorno-Mediocredito Centrale, μίας κρατικής τράπεζας, έτσι ώστε να σώσει μία ιδιωτική τράπεζα, την Banca Popolare di Bari SCpa. Οι Berg και Bjerre-Nielsen γράφουν στην έκθεσή τους ότι είναι «προφανές» πως η «εφαρμογή της BRRD αυτή τη στιγμή, συμπεριλαμβανομένου του bail-in των πιστωτών πλήρους εξασφάλισης, πόσο μάλλον των καταθετών που δεν έχουν εγγυήσεις, σε πολλές χώρες δεν είναι επιτεύξιμη, ούτε πολιτικά ούτε οικονομικά».
Τι προτείνουν οι Δανοί
«Προτείνουμε σήμερα να αναγνωριστούν οι διαφορές στην κατάσταση των μεμονωμένων χωρών και τραπεζών και κάθε χώρα να αναπτύξει δικά της σχέδια για κάθε τράπεζα της, προκειμένου να μεγιστοποιήσει την πιθανότητα να προετοιμαστεί η ΕΕ όταν έρθει η επόμενη κρίση», αναφέρουν οι Berg και Bjerre-Nielsen.
«Mία τέτοια προσέγγιση θα ανοίξει επίσης καλύτερα τον δρόμο για την τελική εναρμόνιση των πολιτικών, σε αντίθεση με μία διαδικασία όπου τα πρότυπα επιβάλλονται χωρίς αυτή τη θεώρηση», υπογραμμίζουν.