του Δημήτρη Μαλλά

Ο ψηφιακός «μετασχηματισμός» των Ελλήνων πολιτών δείχνει να έχει ξεκινήσει από τη χρήση των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών, με τη χρήση καρτών να βρίσκεται σε συνεχή άνοδο.

Ο αριθμός των καρτών μπορεί να μην αυξάνεται, πλέον, με ρυθμούς αντίστοιχους της διετίας 2016-2017, αλλά αυτό είναι μάλλον λογικό και αναμενόμενο, δεδομένου του ότι τα capital controls που επιβλήθηκαν το καλοκαίρι του 2015 δημιούργησαν νέες ανάγκες.

Παράλληλα, όμως, δημιούργησαν και νέες συνήθειες, καθώς οι Έλληνες καταναλωτές χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο τόσο τις κάρτες τους όσο και, γενικότερα, τα ψηφιακά μέσα πληρωμών.

Την ίδια στιγμή, νέοι τρόποι ηλεκτρονικών πληρωμών αρχίζουν να γίνονται διαθέσιμοι στην Ελλάδα, ενώ παράλληλα καινούργιοι «παίκτες» κάνουν δυναμική εμφάνιση, σε μια προσπάθεια να αποσπάσουν μερίδιο από μια «πίτα» που δείχνει να μεγαλώνει.

Ταυτόχρονα, υφιστάμενοι «παίκτες» της αλυσίδας δείχνουν διάθεση επέκτασης σε παρεμφερείς τομείς, επιδιώκοντας να αξιοποιήσουν την αυξημένη δημοτικότητα των ψηφιακών πληρωμών.

Η κατάσταση στην Ελλάδα

 Οι φορολογικές «υποχρεώσεις» είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους οι Έλληνες καταναλωτές αρχίζουν να στρέφονται προς τις ψηφιακές πληρωμές. Υπενθυμίζεται ότι τα φυσικά πρόσωπα καλούνται σε ετήσια βάση να έχουν πραγματοποιήσει συναλλαγές με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής ύψους 30% του εισοδήματός τους. Στόχος, προφανώς, είναι ο περιορισμός της φοροδιαφυγής.

Από εκεί και πέρα, εκτιμάται πως οι Έλληνες κάνουν όλο και μεγαλύτερη χρήση των ψηφιακών τρόπων πληρωμής, πολύ απλά επειδή είναι πλέον εύκολο να το κάνουν, δεδομένης και της μεγάλης διαθεσιμότητας των τερματικών που δέχονται συναλλαγές με κάρτες, των γνωστών POS.

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, τα οποία αφορούν το 2018, στο τέλος της περασμένης χρονιάς ο συνολικός αριθμός των ενεργών καρτών πληρωμών σε κυκλοφορία ανήλθε σε 17 εκατομμύρια, καταγράφοντας αύξηση μόλις 1% σε σχέση με το 2017.

Όπως επισημαίνει και στη σχετική ανάλυσή της η Τράπεζα της Ελλάδος, η οριακή αυτή αύξηση επιβεβαιώνει τη σταθεροποίηση του ρυθμού έκδοσης των καρτών μετά την επιβολή των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων και στις αναλήψεις μετρητών το 2015.

Τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος δείχνουν, επίσης, μια προτίμηση προς τις χρεωστικές κάρτες. Είναι χαρακτηριστικό το ότι ο αριθμός των χρεωστικών καρτών αυξήθηκε κατά 7% και ανήλθε σε 14,4 εκατομμύρια κάρτες, με τη σημαντικότερη αύξηση να καταγράφεται για δεύτερη συνεχή χρονιά στην έκδοση προπληρωμένων καρτών (μεταβολή +29%).

Ο αριθμός των πιστωτικών καρτών στο τέλος του 2018 δεν παρουσίασε μεταβολή σε σχέση με το 2017 και ανήλθε σε 2,8 εκατομμύρια κάρτες. Εντός της κατηγορίας πιστωτικών καρτών, καταγράφεται συνεχιζόμενη αύξηση των εικονικών καρτών πληρωμών (μεταβολή +20%).

Σύμφωνα με την ΤτΕ, οι μεταβολές στον αριθμό των καρτών πληρωμών συνδέονται κυρίως με τη μεταβολή στις συναλλακτικές συνήθειες των φυσικών και νομικών προσώπων, με σκοπό την προσαρμογή τους στα νέα δεδομένα συναλλακτικών πρακτικών.

Κατά συνέπεια, η διενέργεια αυξημένου αριθμού συναλλαγών μέσω Διαδικτύου φαίνεται να αποτελεί τον κύριο λόγο της αύξησης της έκδοσης των προπληρωμένων καρτών καθώς και των εικονικών καρτών πληρωμών. Οι κάρτες μπορεί να μην αυξάνονται ως απόλυτος αριθμός, αλλά η χρήση τους παρουσιάζει διαρκείς τάσεις ενίσχυσης.

Η Τράπεζα της Ελλάδος αναφέρει ότι ο συνολικός αριθμός συναλλαγών με κάρτες πληρωμών το 2018 έφθασε στα 924 εκατομμύρια από 720 εκατομμύρια το 2017, παρουσιάζοντας σημαντική αύξηση, της τάξης του 28%. Και η τάση αυτή διατηρήθηκε και το 2019, σύμφωνα τουλάχιστον με τις υπάρχουσες πληροφορίες.

Δεδομένου του ότι οι χρεωστικές κάρτες αποτελούν το κύριο υποκατάστατο της χρήσης μετρητών, το ποσοστιαίο μερίδιο του αριθμού των συναλλαγών που διενεργήθηκαν με χρεωστικές κάρτες στο σύνολο του αριθμού των συναλλαγών όλων των τύπων καρτών πληρωμών ανήλθε σε 88%. Ο αριθμός των συναλλαγών με πιστωτικές κάρτες κατά το 2018 ανήλθε στα 110 εκατομμύρια, αυξημένος κατά 14% σε σχέση με το 2017.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το μερίδιο του αριθμού των συναλλαγών που διενεργείται με πιστωτικές κάρτες βαίνει διαρκώς μειούμενο από το 2015. Το μερίδιο του αριθμού των συναλλαγών που διενεργήθηκαν με πιστωτικές κάρτες στο σύνολο του αριθμού των συναλλαγών όλων των τύπων καρτών πληρωμών ανήλθε σε 12% το 2018, έναντι 13% το 2017, 15% το 2016 και 16% το 2015. Η αξία των συναλλαγών με κάρτες πληρωμών ανήλθε στα 65 δισ. ευρώ, από 60 δισ. ευρώ το 2017, καταγράφοντας αύξηση 8%.

Η εξέλιξη της συμμετοχής της αξίας των συναλλαγών με χρεωστικές κάρτες στο σύνολο των καρτών πληρωμών είναι αντίστοιχη με εκείνη του αριθμού των συναλλαγών. Ειδικότερα, η ποσοστιαία συμμετοχή της αξίας των συναλλαγών με χρεωστικές κάρτες ανήλθε το 2018 σε 91% του συνόλου, ενώ η αντίστοιχη των πιστωτικών καρτών σε 9%. Στις συναλλαγές ανά κάρτα παρατηρείται ότι ο μέσος αριθμός συναλλαγών ανά κάρτα αυξήθηκε σε σχέση με το 2017 (μεταβολή +20%) και ανήλθε σε 54 συναλλαγές ανά κάρτα, από 45 συναλλαγές το 2017.

Η ανάλυση των επιμέρους κατηγοριών καρτών δείχνει αύξηση του μέσου αριθμού συναλλαγών ανά κάρτα για όλες τις κατηγορίες. Ειδικότερα, ο μέσος αριθμός συναλλαγών ανά χρεωστική κάρτα κυμάνθηκε στις 57 συναλλαγές, από 47 το 2017, και ο αντίστοιχος ανά πιστωτική κάρτα στις 39 συναλλαγές, από 35 το 2017.

Η μέση αξία συναλλαγών ανά κάρτα παραμένει σχεδόν στα επίπεδα του 2017 και εξακολουθεί να επηρεάζεται περισσότερο από την αξία των συναλλαγών με χρεωστικές κάρτες, δεδομένου και του μεγαλύτερου όγκου τους.

Η συνολική μέση αξία συναλλαγών ανά κάρτα αυξήθηκε κατά 3%, σε 3.768 ευρώ, από 3.666 ευρώ το 2017. Αναλυτικότερα, η μέση αξία συναλλαγών ανά χρεωστική κάρτα παρουσίασε αύξηση κατά 2% (σε 4.073 ευρώ, από 3.998 ευρώ το 2017), ενώ η μέση αξία συναλλαγών ανά πιστωτική κάρτα αυξήθηκε κατά 6% (σε 2.194 ευρώ, από 2.061 ευρώ το 2017).

Η μέση αξία ανά συναλλαγή συνέχισε την πτωτική πορεία της και το 2018 και ανήλθε σε 70 ευρώ, από 82 ευρώ το 2017 και 108 ευρώ το 2016. Η μεγαλύτερη μείωση της μέσης αξίας ανά συναλλαγή εντοπίζεται στις συναλλαγές με χρεωστικές κάρτες, καθώς μειώθηκε σε 72 ευρώ, από 85 ευρώ το 2017.

Από την ανάλυση των παραπάνω στοιχείων εκτιμάται ότι, όπως και το προηγούμενο έτος, οι κάρτες πληρωμών, και ιδιαίτερα οι χρεωστικές κάρτες, χρησιμοποιούνται κυρίως για μεγάλο αριθμό πληρωμών μικρής αξίας.

Τα πλάνα των ελληνικών τραπεζών

 Για τις ελληνικές τράπεζες, ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα της τρέχουσας περιόδου είναι ο ψηφιακός μετασχηματισμός τους, που περιλαμβάνει και μεγαλύτερη έμφαση στον τομέα των ψηφιακών υπηρεσιών, οι οποίες με τη σειρά τους περιλαμβάνουν και τον κλάδο των ηλεκτρονικών πληρωμών. Οπότε είναι προφανές ότι οι εγχώριες τράπεζες, και δη οι συστημικές, έχουν αρχίσει να δίνουν ακόμη μεγαλύτερη προσοχή.

Στο τέλος της περασμένης χρονιάς, ο συνολικός αριθμός των ενεργών καρτών πληρωμών σε κυκλοφορία ανήλθε σε 17 εκατομμύρια, καταγράφοντας αύξηση μόλις 1%.

Αλλά ακόμη και οι μη συστημικές, όπως είναι η Τράπεζα Αττικής, έχουν σπεύσει να κινηθούν στον τομέα, εκδίδοντας πιστωτική κάρτα και εισερχόμενες στην αγορά των POS συσκευών.

Η προσπάθεια των συστημικών τραπεζών είναι πάντως πολυεπίπεδη. Καταρχάς, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι τα POS έχουν φθάσει, πλέον, στις 600 χιλιάδες στην ελληνική επικράτεια, αριθμός που φέρνει την Ελλάδα στις κορυφαίες θέσεις της Ευρώπης όσον αφορά την αναλογία τερματικών προς επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες.

Πρακτικά, είναι αρκετά δύσκολο να βρεις επιχείρηση που να μη δέχεται συναλλαγές με κάρτες, και η αλήθεια είναι πως, πλέον, οι καταναλωτές θεωρούν ότι είναι λάθος της επιχείρησης να μην προσφέρει και αυτήν τη δυνατότητα πληρωμών.

Όσον αφορά τα POS, μία από τις τάσεις που αναμένεται να δούμε αρκετά έντονα και στην Ελλάδα τους επόμενους μήνες είναι η εξέλιξη του τερματικού σε ένα είδος «πολυμηχανήματος», το οποίο δεν θα χρησιμοποιείται απλά για την πραγματοποίηση συναλλαγών με κάρτες, αλλά και για τη διενέργεια κάθε είδους πληρωμών, ενώ θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως υπολογιστική συσκευή από μια επιχείρηση που θα «τρέχει» εκεί τις εφαρμογές της.

Η Cardlink, η οποία έχει και τη δική της άδεια ηλεκτρονικού χρήματος, κινείται έντονα προς αυτήν την κατεύθυνση, ενώ «αναβαθμισμένα» τερματικά μπορεί, σταδιακά, να δούμε και από τράπεζες όπως η Εθνική, που εξετάζει ενεργά τον συγκεκριμένο τομέα.

Από εκεί και πέρα, στον τομέα των καρτών, οι συστημικές τράπεζες αναζητούν τρόπους προκειμένου να προσεγγίσουν τις νεαρές ηλικίες, οι οποίες έχουν μεγαλώσει, δείχνοντας μια σχετική απογοήτευση για τις υπάρχοντες τράπεζες.

Είναι ενδιαφέρον, για παράδειγμα, το πρόσφατο λανσάρισμα από την Εθνική Τράπεζα της δυνατότητας για άνοιγμα λογαριασμού από μη πελάτη της τράπεζας μέσω του mobile banking, χωρίς να χρειάζεται, δηλαδή, να επισκεφτεί το κατάστημα της τράπεζας.

Οι καταναλωτές προτιμούν τις χρεωστικές κάρτες. Ο αριθμός των χρεωστικών καρτών αυξήθηκε κατά 7% και ανήλθε σε 14,4 εκατομμύρια κάρτες.

Όπως είναι ενδιαφέρον και το λανσάρισμα πριν περίπου έναν χρόνο της bleep, μιας αρκετά διαφορετικής prepaid κάρτας από την Alpha Bank, η οποία επίσης προσφέρει τη δυνατότητα για πολύ γρήγορο και πλήρως ψηφιακό onboarding.

Μένοντας λίγο στις κάρτες, είναι αξιοπρόσεκτο, ακόμη, το ότι οι ελληνικές τράπεζες αρχίζουν να πειραματίζονται με τις ίδιες τις φυσικές κάρτες, καθώς βλέπουμε να κάνουν την εμφάνισή τους «διαφανή» σχέδια και γενικότερα καινούργια και περισσότερα μοντέρνα designs. Μία ακόμη ένδειξη ότι κάτι πάει να αλλάξει και σε αυτόν τον τομέα.

Apple Pay

 Παράλληλα, αρχίζουν να κάνουν την εμφάνισή τους και εναλλακτικές μορφές πληρωμών, στις οποίες δεν χρησιμοποιούνται οι φυσικές κάρτες, αλλά συσκευές. Η δυνατότητα για χρήση του smartphone αντί για κάρτες (με τη χρήση της τεχνολογίας NFC) είναι κάτι που προσφέρει εδώ και αρκετό καιρό η Alpha Bank και περιμένουμε σύντομα και τις άλλες τράπεζες να ακολουθήσουν, καθώς το ψηφιακό πορτοφόλι αποτελεί μία από τις βασικές τάσεις σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η Alpha Bank λάνσαρε επίσης το Garmin Pay, ήτοι έχει δώσει τη δυνατότητα στους κατόχους συγκεκριμένων wearables της Garmin που υποστηρίζουν τη σχετική υπηρεσία να κάνουν πληρωμές από το smartwatch τους. Η υπηρεσία παρέχεται, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, μόνο στους κατόχους καρτών Visa.

Όσον αφορά τους δύο πιο γνωστούς τρόπους πληρωμών με συσκευές, ήτοι το Google Pay και το Apple Pay, η κατάσταση είναι αρκετά ενδιαφέρουσα. Όσον αφορά το πρώτο, η Google είχε πριν περίπου έναν χρόνο δείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκειμένου η Ελλάδα να είναι μία από τις επόμενες αγορές που θα λανσάρει τη συγκεκριμένη υπηρεσία. Όμως, τελικά, άλλαξε γνώμη (σ.σ. το ίδιο συνέβη και με μια σειρά άλλων χωρών στην ευρύτερη περιοχή της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης), με αποτέλεσμα να μη γνωρίζει κανείς τι πρόκειται τελικά να συμβεί.

Πάντως, θα πρέπει να σημειωθεί ότι υπάρχουν αρκετοί Έλληνες καταναλωτές που χρησιμοποιούν κάρτες από ξένες τράπεζες που έχουν ενεργοποιήσει το Google Pay και στην Ελλάδα.

Αυτό που είναι διαθέσιμο στην ελληνική αγορά από τις αρχές του καλοκαιριού είναι το Apple Pay. Όμως, δεν είναι ακόμη διαθέσιμο από κάποια από τις συστημικές τράπεζες. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι οι τέσσερις συστημικές τράπεζες ασχολούνται μεν με το Apple Pay και έχουν προχωρήσει στις διαδικασίες για να το προσφέρουν στους πελάτες τους, αλλά αυτό θα γίνει μέσα στο 2020. Ενδεχομένως, μία από τις τέσσερις τράπεζες να το προσφέρει μέσα στο πρώτο τρίμηνο του 2020, αλλά αυτό δεν μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα, δεδομένου του ότι το παρελθόν έχει δείξει ότι τα σχέδια αλλάζουν διαρκώς.

Από την άλλη πλευρά, όμως, το Apple Pay είναι διαθέσιμο στην Ελλάδα για τους κατόχους καρτών από νέους «παίκτες», όπως είναι η Revolut και η N26, που δείχνουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ελληνική αγορά.

Επίσης, Apple Pay προσφέρει στους χρηστές των καρτών της Spendeo και η Edenred, γνωστή κυρίως για τα Ticket Restaurant κουπόνια της, η οποία όμως έχει επεκταθεί και στον τομέα των πληρωμών και της διαχείρισης εξόδων και δείχνει να είναι και μπροστά από τον ανταγωνισμό.

Οι challengers

 Η Revolut και η Ν26 είναι οι αποκαλούμενες “neobanks”, οι οποίες έχουν αρχίσει να γίνονται όλο και πιο δημοφιλείς και στην Ελλάδα. Οι δύο συγκεκριμένες fintech startups είναι οι πιο γνωστές μεταξύ ενός διαρκώς αυξανόμενου αριθμού «παικτών» που έχει κάνει την εμφάνισή του σε παγκόσμιο επίπεδο, με την Ευρώπη πάντως να είναι η περιοχή που ηγείται αυτού του fintech «κύματος» που υπάρχει.

Τα POS έχουν φθάσει πλέον στις 600 χιλιάδες στην ελληνική επικράτεια, αριθμός που φέρνει την Ελλάδα στις κορυφαίες θέσεις της Ευρώπης

Όσον αφορά την Ελλάδα, η Revolut και η Ν26 τη θεωρούν αρκετά σημαντική και μεγάλη –για τα δικά τους δεδομένα τουλάχιστον– αγορά. Είναι χαρακτηριστικό το ότι η Revolut προσφέρει τα περισσότερα προϊόντα της στην Ελλάδα, συνυπολογίζοντας κιόλας ότι, με περισσότερους από 120.000 χρήστες, η ελληνική αγορά είναι από τις μεγαλύτερες για το βρετανικό fintech startup.

Η Ν26 δεν ανακοινώνει τον αριθμό των χρηστών της, αλλά εκτιμάται ότι ανέρχεται σε μερικές χιλιάδες και οι προθέσεις της γερμανικής startup είναι να ενισχύσει την παρουσία της στην ελληνική αγορά. Μάλιστα, πρόσφατα, ανακοίνωσε το λανσάρισμα των συνδρομητικών (premium) προϊόντων της, ακολουθώντας το παράδειγμα της Revolut. Πιο συγκεκριμένα, έκανε διαθέσιμα το Ν26 You, το Ν26 Business You (που απευθύνεται σε μικρές επιχειρήσεις και ελεύθερους επαγγελματίες) και το Ν26 Metal (με τη μεταλλική κάρτα που αποτελεί μία από τις τελευταίες τάσεις στον χώρο των φυσικών καρτών τους τελευταίους μήνες).

Οι challengers δεν περιορίζονται, φυσικά, στα fintech startups, καθώς στην ελληνική αγορά δραστηριοποιούνται κι άλλοι πάροχοι που διαθέτουν άδεια ηλεκτρονικού χρήματος ή έχουν καταθέσει αίτηση για να την αποκτήσουν. Η πιο γνωστή περίπτωση είναι, φυσικά, η Viva Wallet, η οποία έχει ξεκινήσει την επέκτασή της σε αρκετές χώρες του εξωτερικού, ενώ πρόσφατα ολοκλήρωσε σημαντικό γύρο χρηματοδότησης ύψους αρκετών δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ.

Από εκεί και πέρα, η Cardlink, η οποία έχει περίπου το 40-50% της αγοράς των POS, αναζητεί ευκαιρίες στις περιοχές που κινούνται γύρω από τις πληρωμές, προκειμένου να τις αξιοποιήσει.

Ενδεχομένως, από τις πλέον ενδιαφέρουσες περιπτώσεις είναι η Tora Wallet του ΟΠΑΠ, από τις λίγες αδειοδοτημένες εταιρείες. Προς το παρόν, η Tora κινείται στην πληρωμή λογαριασμών και στις μεταφορές χρημάτων μέσω των καταστημάτων ΟΠΑΠ, αλλά το επόμενο βήμα είναι η είσοδος στον χώρο των πληρωμών με κάρτες. Το ευρύ δίκτυο των συνεργατών του ΟΠΑΠ συν την πελατειακή βάση που ήδη υπάρχει από τον τελευταίο αναμένεται να δώσουν σημαντική ώθηση στην Tora, και το 2020 εκτιμάται πως θα είναι χρονιά σημαντικών εξελίξεων.

Το τοπίο, πάντως, μπορεί να αλλάξει περαιτέρω, καθώς είναι πολύ πιθανό να δούμε κι άλλους «παίκτες» στον χώρο των πληρωμών. Για παράδειγμα, η Cosmote έχει καταθέσει αίτηση στην Τράπεζα της Ελλάδος και αναζητεί συνεργάτες προκειμένου να εισέλθει κι αυτή στον χώρο των πληρωμών.

Επιπλέον, βλέπουμε να έρχονται στην Ελλάδα και εταιρείες που κινούνται στον τομέα των πλατφορμών διεκπεραίωσης συναλλαγών μέσω Διαδικτύου, με πιο πρόσφατο παράδειγμα τη Stripe. Και σε αυτόν τον τομέα υπάρχει έντονη κινητικότητα και τα δεδομένα αλλάζουν διαρκώς, καθώς το ηλεκτρονικό εμπόριο έχει αρχίσει να γίνεται όλο και πιο δημοφιλές.

Το διεθνές τοπίο

 Σε διεθνές επίπεδο, η κυρίαρχη τάση είναι αυτή που θέλει τους μεγάλους τεχνολογικούς κολοσσούς να θέλουν να εισέλθουν ακόμη πιο δυναμικά στον χώρο των πληρωμών. Η Google ανακοίνωσε την πρόθεσή της να δημιουργήσει τη δική της τράπεζα, ενώ η Apple ξεκινήσει να προσφέρει τη δική της κάρτα σε συνεργασία με την Goldman Sachs.

Την ίδια στιγμή, μία από τις σημαντικότερες ειδήσεις του 2019 ήταν το Libra, μια προσπάθεια, με ηγετική «μορφή» το Facebook, για τη δημιουργία ενός κρυπτονομίσματος, το οποίο θα χρησιμοποιούνταν για συναλλαγές σε παγκόσμιο επίπεδο. Η συγκεκριμένη προσπάθεια αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα, αλλά δείχνει ότι οι μεγάλοι τεχνολογικοί κολοσσοί αναζητούν τρόπους προκειμένου να αποκτήσουν καίριες θέσεις στο νέο τοπίο των πληρωμών, όπως αυτό διαμορφώνεται.

Από την άλλη πλευρά, οι «παραδοσιακές» τράπεζες προσπαθούν να αναδείξουν ένα διαφορετικό, περισσότερο ψηφιακό και καινοτόμο πρόσωπο, προκειμένου να παραμείνουν ανταγωνιστικές, ιδίως όσον αφορά την προσέγγιση των πιο νεαρών ηλικιών.

Βέβαια, στις νεαρές ηλικίες, η δυσπιστία που υπάρχει για τις «παραδοσιακές» τράπεζες είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους στρέφονται προς τις αποκαλούμενες “neobanks”. Όμως, δεν είναι μόνο η δυσπιστία, αλλά και το γεγονός ότι προσφέρουν μεγαλύτερη ευελιξία, είναι περισσότερο mobile και σε γενικές γραμμές η εμπειρία που προσφέρουν είναι διαφορετική και πολύ καλύτερη. Γιατί, και στην περίπτωση των πληρωμών, το ζητούμενο είναι, πλέον, η εμπειρία που έχει ο καταναλωτής να είναι όσο το δυνατόν καλύτερη. Αυτό είναι πια το «κλειδί» της επιτυχίας και στον χώρο των πληρωμών

……………………

Περιοδικό ΧΡΗΜΑ, τευχ. Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2019