Την παροχή νέων κινήτρων για την αποχώρηση προσωπικού αποφάσισε το Διοικητικό Συμβούλιο της Τράπεζας Αττικής, προκειμένου να περικοπούν έτι περαιτέρω τα κόστη και να βγει το πλάνο δημιουργίας εσωτερικού κεφαλαίου.
Ειδικότερα το Δ. Σ της τράπεζας, κατά τη συνεδρίασή του στις 15/03/2018, ενέκρινε πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου, αφού έλαβε υπόψη τις συνθήκες που επικρατούν στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα και το επιχειρησιακό της πλάνο, το οποίο έχει ως προϋπόθεση τη δημιουργία εσωτερικού κεφαλαίου με ταυτόχρονη διατήρηση ομαλού εργασιακού κλίματος.
Όπως αναφέρει η έκθεση διοίκησης, το πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου θα συμβάλλει σημαντικά στον περιορισμό του μισθολογικού κόστους, ενώ θα συνοδευτεί από συνολική αναδιοργάνωση των δομών της τράπεζας. Στο προσεχές διάστημα, η Αττικής θα αναβαθμίσει τα πληροφοριακά της συστήματα και θα προχωρήσει σε ψηφιοποίηση υπηρεσιών, δράσεις που αναμένεται να συμβάλουν σημαντικά στον περιορισμό του λειτουργικού κόστους.
Στόχος είναι ο λόγος κόστος προς έσοδα να ομαλοποιηθεί σε επίπεδα συγκρίσιμα με αυτά των 4 συστημικών τραπεζών. Σημειώνεται ότι ο όμιλος της Attica Bank ΑΤΤ 0,00% απασχολεί 787 άτομα, ενώ τα καταστήματα της τράπεζας ανέρχονται σε 55.
Σημειώνεται ότι η Αττικής είχε τρέξει πρόγραμμα εθελουσίας εξόδου πέρσι, ενώ με τη νέα σύμβαση μειώθηκαν σημαντικά οι αποδοχές των εργαζομένων, προκειμένου να βγει το επιχειρησιακό πλάνο για δημιουργία εσωτερικού κεφαλαίου.
Προκειμένου να «εξυγιανθεί» ο ισολογισμός της τράπεζας, η διοίκησή της ακολουθεί μια πρωτότυπη πολιτική τιτλοποιήσεων, η οποία δεν έχει βρει, προς το παρόν, μιμητές μεταξύ των άλλων τραπεζών.
Η Αττικής μεταβίβασε το 2017 χαρτοφυλάκιο δανείων σε οριστική καθυστέρηση, ποσού 1,33 δισ. ευρώ στην εταιρεία ειδικού σκοπού (SPV) με την επωνυμία ARTEMIS SECURITISATION S.A. που εδρεύει στο Λουξεμβούργο.
Παράλληλα το SPV εξέδωσε και μεταβίβασε στην Τράπεζα ένα ομόλογο Σειράς Α ονομαστικής αξίας 525 εκατ. ευρώ (Senior Note) διάρκειας 10 ετών και με ετήσιο επιτόκιο 3% καθώς και ένα ομόλογο Σειράς Β ονομαστικής αξίας 806,2 εκατ. ευρώ (Junior Note). Επιπλέον, η τράπεζα σύστησε την εταιρεία «Θεά Άρτεμις» με σκοπό την διαχείριση των ανωτέρω τιτλοποιημένων απαιτήσεων.
Τον Αύγουστο του 2017, υπογράφτηκε η σύμβαση ανάμεσα στην τράπεζα και την Aldridge Specialty Finance, βάσει της οποίας πωλήθηκε στην τελευταία το junior note ομόλογο έναντι 70 εκατ. ευρώ, καθώς και του 80% των μετοχών της εταιρείας «Θεά Άρτεμις Ανώνυμη Εταιρεία Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις».
Ταυτόχρονα η Αττικής προέβη σε αποαναγνώριση των δανείων, ύψους 1,33 δισ. καθώς και των σχηματισμένων προβλέψεων απομείωσης ύψους 806,2 εκατ. ευρω, διότι σύμφωνα με τα συμβατικά έγγραφα έχει απολέσει κάθε νομικό δικαίωμα στις απαιτήσεις και στις εξασφαλίσεις του δανειακού χαρτοφυλακίου που μεταβίβασε, καθώς και τον έλεγχο επί του συγκεκριμένου χαρτοφυλακίου.
Από την άλλη, απέκτησε από τη συναλλαγή το ομόλογο ύψους 525 εκατ. ευρώ (προσαυξημένο με τα άμεσα κόστη ποσού 2,4 εκατ. ευρώ) που ταξινομήθηκε στα διαθέσιμα προς πώληση. Επομένως ο πιστωτικός κίνδυνος από τα δάνεια με τα οποία είναι καλυμμένο το ομόλογο είναι πάνω της.
Από την παραπάνω συναλλαγή η Αττικής αναγνώρισε κέρδος 70 εκατ. ευρώ, ποσό που μέσω των αποτελεσμάτων χρήσης, έχει προσμετρηθεί στο κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (Tier I), με ημερομηνία αναφοράς την 30/09/2017.
Στα τέλη της χρονιάς η διοίκηση της τράπεζας προετοίμασε άλλη μια παρόμοια συναλλαγή. Ειδικότερα μεταβίβασε χαρτοφυλάκιο μη εξυπηρετούμενων δανείων / πιστώσεων, συνολικού ποσού περίπου ευρώ 700,5 εκατ. στην εταιρεία ειδικού σκοπού (SPV) με την επωνυμία ABS METEXELIXIS S.A., που εδρεύει στο Λουξεμβούργο.
Παράλληλα το SPV εξέδωσε και μεταβίβασε στην Τράπεζα ένα ομόλογο Σειράς Α ονομαστικής αξίας 343,25 εκατ. Ευρώ (Senior Note) και ένα ομόλογο Σειράς Β ονομαστικής αξίας 357,25 εκατ. Ευρώ (Junior Note).
Δεν είναι σαφές αν εφαρμοσθεί το ίδιο σχήμα με την πρώτη τιτλοποίηση ή ο επενδυτής που θα πάρει ως δέλεαρ τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου θα συμμετάσχει στην αύξηση κεφαλαίου ύψους 198 εκατ. ευρώ, που πρέπει να ολοκληρώσει η τράπεζα, προκειμένου να ενισχυθεί κεφαλαιακά, να στηριχθεί η ανάπτυξή της σε υγιείς βάσεις και να αποπληρωθούν οι προνομιούχες μετοχές του Δημοσίου, ύψους 100 εκατ. ευρώ.