Δημήτρης Μαλλάς
Νέες θέσεις εργασίας, ενίσχυση των ξένων επενδύσεων και του ΑΕΠ είναι ορισμένα από τα οφέλη που θα μπορούσε να έχει η ταχύτερη ανάπτυξη του κλάδου της παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών με τη χρήση καινοτόμων ψηφιακών τεχνολογιών. Αυτό υποστηρίζει μελέτη του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και του Ιονίου Πανεπιστημίου, η οποία παρουσιάστηκε κατά τη διάρκεια εκδήλωσης του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης που πραγματοποίησαν οι καθηγητές Γ. Δουκίδης (ΟΠΑ) και Π. Κουρουθανάσης (Ιόνιο Πανεπιστήμιο), η ανάπτυξη του κλάδου των fintech εταιρειών στην Ελλάδα θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση του ΑΕΠ έως και 0,6% σε περίπτωση που η αξία συναλλαγών μέσω fintech υπηρεσιών προσεγγίσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και έως 1,8% σε περίπτωση που η Ελλάδα εξελιχθεί σε ένα fintech περιφερειακό πόλο καινοτομίας στη νοτιοανατολική Ευρώπη. Ταυτόχρονα, από τη δραστηριοποίηση FinTech επιχειρήσεων του εξωτερικού στην Ελλάδα και την προσέλκυση ξένων επενδύσεων ο κλάδος αναμένεται να συνεισφέρει από 0,1% (συντηρητικό σενάριο) έως και 0,5% (φιλόδοξο σενάριο) στο ΑΕΠ της χώρας αυξάνοντας το δείκτη άμεσων ξένων επενδύσεων ως προς το ΑΕΠ κατά 0,27% και 1,36% αντίστοιχα.
Η συμπληρωματική λειτουργία των fintech στις υφιστάμενες μορφές ηλεκτρονικών πληρωμών αναμένεται να συμβάλλει στην περαιτέρω μείωση της σκιώδους οικονομίας η οποία, σύμφωνα με τα αποτελέσματα εφαρμογής ενός στατιστικού μοντέλου, εκτιμάται ότι μπορεί να φτάσει σε έως και 1% του ΑΕΠ σε περίπτωση που η Ελλάδα προσεγγίσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στη διείσδυση και χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών και έως 3,9% σε περίπτωση που η Ελλάδα προσεγγίσει χώρες-ηγέτες στη διείσδυση των ηλεκτρονικών πληρωμών όπως η Πορτογαλία.
Ταυτόχρονα, οι υπηρεσίες fintech μπορούν να συνεισφέρουν στη βελτίωση της πρόσβασης σε χρηματοδότηση των ελληνικών επιχειρήσεων δημιουργώντας ένα μηχανισμό εναλλακτικής χρηματοδότησης των ελληνικών επιχειρήσεων μέσω P2P πλατφορμών δανεισμού που δυνητικά μπορεί να καλύψει έως και 1,5 δις eyr;v του χρηματοδοτικού κενού των ελληνικών επιχειρήσεων σε περίπτωση που η Ελλάδα αποτελέσει περιφερειακό πόλο καινοτομίας στο χώρο του fintech και προσεγγίζοντας την ανάπτυξη του κλάδου σε χώρες – ηγέτες όπως η Βρετανία.
Επιπλέον, η ανάπτυξη του κλάδου των fintech εκτιμάται ότι μπορεί να τονώσει την επιχειρηματική δραστηριότητα και απασχόληση υποστηρίζοντας τη δημιουργία και δραστηριοποίηση έως και 50 καινοτόμων ψηφιακών επιχειρήσεων και υποστηρίζοντας 2.000 άμεσες και 3.000 έμμεσες θέσεις εργασίας.
H μελέτη περιλαμβάνει και προτάσεις προκειμένου να γίνει εφικτή η επιτάχυνση της ανάπτυξης του κλάδου στην Ελλάδα, όπου έχουν κάνει την εμφάνιση τους αρκετές εταιρείες αλλά ακόμη η χώρα μας υπολείπεται της Ευρώπης.
Ως βασική δράση για τη δημιουργία στρατηγικής ψηφιακής χρηματο-οικονομικής καινοτομίας προτείνεται η σύσταση μιας υπηρεσίας ανάπτυξης και παρακολούθησης του κλάδου του fintech στην Τράπεζα της Ελλάδας στα πλαίσια αντίστοιχων πρωτοβουλιών στη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία και αντικείμενο την εποπτική παρακολούθηση του κλάδου, την αναγνώριση προκλήσεων, τη συνεργασία με εξειδικευμένα στελέχη του χρηματο-οικονομικού κλάδου και λοιπούς εταίρους (τόσο σε ρυθμιστικό όσο και σε αναπτυξιακό επίπεδο) και τη διαμόρφωση της νομοθεσίας με γνώμονα τη διαχείριση του κινδύνου και τα αναμενόμενα οφέλη των fintech στην εθνική οικονομία και ανάπτυξη. Ταυτόχρονα, προτείνεται η επικαιροποίηση της νομοθεσίας βάσει των απαιτήσεων και προκλήσεων που επιφέρουν οι fintech εταιρείες (π.χ. παραμετροποιημένη αδειοδότηση βάσει της μορφής fintech με αποτέλεσμα την απλοποίηση και επιτάχυνση της διαδικασίας αδειοδότησης) δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο ένα φιλικό ρυθμιστικό και επενδυτικό περιβάλλον.
Για την τόνωση της προσφοράς για fintech υπηρεσίες προτείνεται η θέσπιση ενός sandbox περιβάλλοντος για καινοτόμες fintech επιχειρήσεις στα πλαίσια αντίστοιχων πρωτοβουλιών από χώρες της ΕΕ, της Ασίας και των ΗΠΑ. Ένα sandbox περιβάλλον παρέχει ελαστικούς ρυθμιστικούς περιορισμούς σε καινοτόμες fintech έτσι ώστε να δοκιμάσουν και βελτιώσουν νέα προϊόντα και υπηρεσίες με μεγαλύτερη ασφάλεια και ευελιξία σε σχέση με τις κανονικές συνθήκες της αγοράς. Η διεθνής εμπειρία καταδεικνύει ότι η εφαγμογή ενός sandbox περιβάλλοντος μπορεί να μειώσει το χρόνο και το κόστος της εισαγωγής καινοτόμων ιδεών στην αγορά, να διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ ρυθμιστικής αρχής και καινοτόμων επιχειρήσεων και να μειώσει το ρίσκο αποτυχίας ενός επιχειρηματικού εγχειρήματος.
Παράλληλα με τη σύσταση του sandbox περιβάλλοντος προτείνεται η ανάπτυξη ενός μηχανισμού υποστήριξης των fintech (Innovation Hub) κατά τη διαδικασία αδειοδότησης και ψηφιακού μετασχηματισμού (π.χ. χρήση των κατάλληλων προτύπων) για την απρόσκοπτη ανάπτυξη και εμπορική λειτουργία καινοτόμων ψηφιακών χρηματο-οικονομικών υπηρεσιών στα πλαίσια αντίστοιχων πρωτοβουλιών από την Κύπρο, την Ιρλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο μεταξύ άλλων ευρωπαϊκών χωρών.
Αντίστοιχα, προτείνεται ο προσδιορισμός πλαισίου κινήτρων σε καινοτόμες startups για να προχωρήσουν σε εμπορική διάθεση των προϊόντων τους, καθώς και δημιουργίας ευνοϊκού περιβάλλοντος προσέλκυσης ξένων κεφαλαίων, αλλά και δραστηριοποίησης fintech από το εξωτερικό στην Ελλάδα. Ενδεικτικές παρεμβάσεις περιλαμβάνουν: ενσωμάτωση των FinTech στα ερευνητικά και αναπτυξιακά προγράμματα καινοτομίας καθώς και στα επενδυτικά προγράμματα (π.χ. Equifund), απαλλαγές από ασφαλιστικές/ φορολογικές εισφορές σε επιχειρήσεις που αξιοποιούν εξειδικευμένο προσωπικό υψηλών δεξιοτήτων και ιδιαίτερα των στελεχών του τραπεζικού κλάδου που έχουν αποχωρήσει εκμεταλλευόμενοι τα προγράμματα εθελούσιας εξόδου των ελληνικών τραπεζικών ιδρυμάτων, φοροαπαλλαγές σε επενδυτές που χρηματοδοτούν FinTech υψηλού ρίσκου και χαμηλότεροι συντελεστές φορολόγησης για μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις υψηλής καινοτομίας. Αντίστοιχες πρωτοβουλίες υποστήριξης επιχειρήσεων υψηλής καινοτομίας εφαρμόζονται μεταξύ άλλων σε χώρες όπως η Πορτογαλία, η Ιταλία, η Ισπανία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Ως βασικός μοχλός τόνωσης της ζήτησης για fintech υπηρεσίες προτείνεται η δημιουργία ενός φιλικού τεχνολογικού περιβάλλοντος βασισμένο σε ανοικτά πρότυπα που διευκολύνει την επικοινωνία μεταξύ fintech, τραπεζών και εθνικών συστημάτων πληρωμών. Κύριοι άξονες αποτελούν η θέσπιση ενός εθνικού προτύπου ανοικτής τραπεζικής βασισμένο σε διεθνή πρότυπα, επιτάχυνση από τις τράπεζες στην υλοποίηση και παροχή ανοικτών APIs και developer portals που να διευκολύνουν την ανάπτυξη καινοτόμων fintech υπηρεσιών, καθώς και επιτάχυνση του μετασχηματισμού των πληροφοριακών συστημάτων των τραπεζών έτσι ώστε να είναι συμβατά με τις υποδείξεις ευρωπαϊκών οδηγιών που σχετίζονται με την ανοικτή τραπεζική, όπως η PSD2. Ταυτόχρονα, προτείνεται ένα πλέγμα κινήτρων τόνωσης και αποδοχής της χρήσης fintech κυρίως μέσα από την περαιτέρω ενθάρρυνση χρήσης των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών στις συναλλαγές ιδιωτών, επιχειρήσεων και Δημοσίου καθώς και μέσω της σταδιακής υποχρεωτικής καθιέρωσης της ηλεκτρονικής τιμολόγησης η οποία δύναται να τονώσει καινοτόμα fintech επιχειρηματικά μοντέλα (π.χ. P2P lending πλατφόρμες που υποστηρίζουν υπηρεσίες προεξόφλησης τιμολογίων).
Τέλος, η ανάπτυξη και μετεξέλιξη ψηφιακών χρηματο-οικονομικών δεξιοτήτων μπορεί να επιτευχθεί μέσω της υλοποίηση accelerator/ incubator προγραμμάτων καθώς και ακαδημαϊκών δικτύων μεταξύ σχετικών πανεπιστημιακών σχολών και ερευνητικών κέντρων στην Ελλάδα και το εξωτερικό προσανατολισμένα στις fintech, τη θέσπιση προγραμμάτων reskilling εργαζομένων του χρηματο-οικονομικού κλάδου και του κλάδου πληροφορικής, καθώς και εμπλουτισμού των προγραμμάτων σπουδών σε τμήματα οικονομικών/ χρηματο-οικονομικών επιστημών, πληροφορικής και διοικητικής επιστήμης με αντικείμενα που σχετίζονται με τις fintech και σε συνδιοργάνωση με fintech επιχειρήσεις.