Η Πανελλήνια Ένωση Λογιστών Οικονομολόγων διοργανώνει το ετήσιο συνέδριό της την Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2025, στην αίθουσα «ΕΡΜΗΣ» του ΕΒΕΑ, με θέμα: «Επιχειρηματικότητα, Ψηφιακός Μετασχηματισμός & Σύγχρονες Απαιτήσεις και Skills για την Ανάπτυξή τους».
Το συνέδριο τελεί υπό την αιγίδα του ΕΒΕΑ, του ΣΕΛΠΕ και του ΣΕΠΕ, και μεταδίδεται ζωντανά μέσω της πλατφόρμας LiveOn.
Στο Panel III του συνεδρίου, «Ανθρώπινο Δυναμικό – Ασφαλιστικό, Αξιολόγηση και Έλλειψη Στελεχών», συμμετέχουν:
Q&A
• Παναγιώτης Ράγγος, Λογιστής – Φοροτεχνικός Α΄ τάξης, Πιστ. Εσωτερικός Ελεγκτής, Μέλος ΔΣ, ΠΑΕΛΟ
• Λάμπρος Μπέλεσης, Πρόεδρος, ΠΑΕΛΟ
Ομιλητές
- Κωνσταντίνος Αγραπιδάς, Γενικός Διευθυντής Εργασιακών Σχέσεων, Υγείας, Ασφάλειας και Ένταξης στην Εργασία, @ Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης.
- Κωνσταντίνα Μπουρούνη, HR Consultant & Senior Trainer @ Achieve Performance Consulting Group
- Δημήτρης Πανόπουλος, European Commission Expert @ Ministry of Labour and Social Affairs
- Γιώργος Παππάς, Ορκωτός Ελεγκτής Λογιστής, Πρόεδρος @ Οικονομικό Επιμελητήριο Β/Δ Πελοποννήσου και Δυτικής Ελλάδος
- Μαρία Βερούχη, CEO @ Edenred
Συντονιστής
- Νίκος Υποφάντης, Δημοσιογράφος ACTION24 & Σύμβουλος Επικοινωνίας, Συνιδρυτής @ syNNergy
Ο κ. Αγραπιδάς στην αρχική τοποθέτησή του είπε ότι η χώρα αντιμετωπίζει μεγάλη δημογραφική πρόκληση και μειώνεται ο πληθυσμός εργάσιμης ηλικίας. Από την άλλη, ο αριθμός εργαζομένων αυξάνεται και η ανεργία πέφτει – υπάρχει, τόνισε, δυναμισμός στην οικονομία. Πρόβλημα, κατά τον ίδιο, αποτελούν οι πολλές κενές θέσεις εργασίας, οριζόντια σε όλους τους τομείς της οικονομίας, κι αυτό οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, όπως στην υψηλή εξειδίκευση και στο brain drain, το ίδιο στη μεσαία εξειδίκευση και στον πρωτογενή τομέα. Οι Έλληνες, η νέα γενιά κυρίως, δεν προσέρχονται σε δύσκολες εργασίες, παρατήρησε, αντιτείνοντας όμως ότι θα πρέπει και οι επιχειρήσεις να προσφέρουν ποιοτική ζήτηση.
Με την ψηφιακή κάρτα εργασίας δηλώνονται πολύ περισσότερες υπερωρίες, είπε, ενώ υπήρξε και ρύθμιση για προσαύξηση μισθού σε υπερωρίες και νυχτερινά, χωρίς προσαύξηση σε εισφορές. Η ΕΡΓΑΝΗ ΙΙ θα βγει σε λίγο για να διευκολύνει τις επιχειρήσεις, ώστε να υπάρχει διαφάνεια χωρίς πολλή γραφειοκρατία. Το σπουδαιότερο για την Ελλάδα είναι να κρατήσει τους εργαζόμενους και να επανασυνδεθεί με τους Έλληνες της διασποράς, διότι αλλιώς θα έχουμε απώλεια και τεχνογνωσίας – δεν είναι αριθμητικό ζητήμα, είναι εξόχως ποιοτικό, υπογράμμισε. Στάθηκε επίσης στο ότι δεν βρίσκουμε εργαζομενους ανειδίκευτους, και στον πρωτογενή τομέα, από το οποίο εξαρτάται η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων και πολλές φορές και οι επενδύσεις.
Στη συνέχεια ο κ. Πανόπουλος αναφέρθηκε στον τρόπο σύνδεσης της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας: Πέρα από τα βιομηχανικά διδακτορικά, ένα δεύτερο κομμάτι αφορά τη λογική δημιουργίας θέσεων στο πλαίσιο μεταπτυχιακών-διδακτορικών, όπως καταγράφεται στο εξωτερικό, που η Ελλάδα από την πλευρά των εργοδοτών δεν την έχει αξιοποιήσει. Καταγράφεται επίσης πολύ συχνά σε εκπαιδευτικές πλατφόρμες, με ή χωρίς πιστοποίηση, και πολλά πανεπιστήμια, όπως το MIT ή άλλα στην Ευρώπη, δημιουργούν προγράμματα με δυνατότητα απασχόλησης σε εταιρείες. Κάτι τέτοιο μπορεί να καλύφθεί από ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά προγράμματα.
Σε ερώτηση του κ. Ράγκου για το νέο ασφαλιστικό, αν στηρίζει ή πιέζει τις επιχειρήσεις, και το μεγάλο κύμα εξόδου από την αγορά εργασίας, ο κ. Αγραπιδάς, αν και παραδέχτηκε ότι δεν είναι ειδικός επί του Ασφαλιστικού, απάντησε ότι γίνονται παρεμβάσεις μείωσης ασφαλιστικών εισφορών και ότι ένα άλλο μέτρο που λειτούργησε είναι η απασχόληση όσων συνταξιοδοτούνται. Επισήμανε ωστόσο ότι το μεγάλο θέμα για το Ασφαλιστικό είναι πώς θα μπουν περισσότεροι νέοι στην αγορά εργασίας. Οι συνταξιούχοι πρέπει να έχουν αξιοπρεπείς συντάξεις, αλλά το αφήγημα πρέπει να βασιστεί στη νέα γενιά και η επιχειρηματική κοινότητα να επενδύσει στους νέους. Θέλει μια άλλη νοοτροπία, είπε, καθώς ιδίως με τις νέες τεχνολογίες δεν χρειάζεται προϋπηρεσία και, αν είναι κάποιος πολύ καλός στην αξιοποίησή τους, μπορεί να αποδώσει τάχιστα.
Ακολούθως ο κ. Ράγκος έθεσε στους κ. Αγραπιδά και Παππά τα ακόλουθα ερωτήματα: Πότε θα υπάρξει ουσιαστική διαλειτουργικότητα μεταξύ των υπηρεσιών του Δημοσίου και συγκεκριμένα ΓΕΜΗ, ΕΦΚΑ, εφορίες; Γιατί εξακολούθούν να υποβάλλονται αναλυτικές περιοδικές δηλώσεις, εκπρόθεσμες ή τροποποιητικές, με CD και όχι ηλεκτρονικά; Και τέλος, ποιος ο ρόλος του λογιστή στην υποβολή προσυμπληρωμένης ΑΠΔ σε συνδυασμό με την ΨΚΕ;
Ο κ. Αγραπιδάς απάντησε ότι ολοκληρώνεται το ΑΡΙΑΔΝΗ, όπου η ΑΠΔ θα βγαίνει απευθείας από το σύστημα ΕΡΓΑΝΗ και θα προσυμπληρώνεται αυτόματα. Έχουμε άλλο σύστημα στην Εργασία και άλλο στην Ασφάλιση, είπε, και επισήμανε ότι αυτή η μεγάλη μεταρρύθμιση φέρνει διαφάνεια και μειώνει τη γραφειοκρατία.
Ο κ. Παππάς απάντησε ότι, παρόλο που η έγχαρτη γραφειοκρατία μειώθηκε, έχουμε τη λεγόμενη ψηφιακή, που επίσης δημιουργεί διαχειριστικό κόστος. Οι λογιστές βλέπουμε ότι πρέπει να ανεβάσεις τις οικονομικές καταστάσεις σε διαφορετικές πλατφόρμες. Χρειάζεται λύση σε επίπεδο πληροφοριακών συστημάτων και ενιαιοποίηση συστημάτων στον δημόσιο τομέα. Δεν είναι δυνατόν σε περίοδο AI να μιλάμε για CD στις ΑΠΔ, που οφείλεται σε παλιά κομπιούτερ και λογισμικά. Χρειάζεται επίσης εκπαίδευση των δημοσίων υπαλλήλων στο νέο μοντέλο των ΤΠΕ.
Σε αυτό το σημείο, ο κ. Αγραπιδάς παρενέβη για να εξαγγείλει ότι το καθεστώς με τα CDs θα αλλάξει από το νέο έτος, με νέο έργο που θα παραδοθεί, κάνοντας μάλιστα λόγο για «νέα εποχή».
Η κ. Μπλάτσιου, προτού θέσει το δικό της ερώτημα, σχολίασε τη διασύνδεση συστημάτων, επισημαίνοντας το παράδοξο ο ΟΠΣΚΕ, πλατφόρμα για νέους επιχειρηματίες, να ζητά, για παράδειγμα, η έναρξη να επισυνάπτεται ως δικαιολογητικό, παρότι αντλεί αυτομάτως τα στοιχεία από την ΑΑΔΕ. Ακολούθως ρώτησε για την ανεργία τριβής, που στην Ελλάδα κρατά περισσότερο από όσο θα έπρεπε, τον ρόλο των Επιμελητηρίων και του ΥΕΚΑ στη χαρτογράφηση δεξιοτήτων και στο ταίριασμα επιχειρήσεων-εργαζομένων, καθώς και για τα ψηφιακά εργαλεία που λείπουν σήμερα.
Ο κ. Αγραπιδάς απάντησε ότι η επίσημη ανεργία είναι πολύ χαμηλότερη και ότι η διασύνδεση πρέπει να αφορά εργαζόμενο και συγκεκριμένη θέση. Θα μπορούσαν τα Επιμελητήρια να συνδράμουν σε αυτή την κατεύθυνση, είπε, καθώς ξέρουν τον χάρτη των επιχειρήσεων. Πλατφόρμες ψηφιακές υπάρχουν, αλλά είναι πρώτο βήμα, θα πρέπει να γίνεται και μια διά ζώσης επικοινωνία, γρήγορη, αποτελεσματική, για να δούμε και αν είναι διαθέσιμος ο εργαζόμενος. Η ανεργία των νέων είναι πολύ υψηλή, αλλά και οι νέοι μπαίνουν αργά στην εργασία. Άλλο πρόβλημα, ότι δεν είναι στην Ελλάδα δημοφιλής η τεχνική εκπαίδευση – αλλές χωρες το έχουν λύσει, είπε, εμείς είμαστε πιο πίσω.
Η κ. Μπλάτσιου ρώτησε για τις κοινές πρωτοβουλίες κράτους, επιμελητηρίων και επιχειρήσεων που μπορούν να κρατήσουν το ανθρώπινο δυναμικό στην Ελλάδα και να φέρουν πίσω όσους έφυγαν.
Ο κ. Πανόπουλος απάντησε αναφέροντας τον όρο «trajectories»: Είναι μια πολύ καλή πρακτική να παρακολουθούνται οι επαγγελματικές πορείες των μελών των επιμελητηρίων, είναι κομμάτι που μπορεί να δουλευτεί παραλλήλως από επιμελητήρια, εργοδότες και ΥΕΚΑ, και δίνει πάτημα για τα λεγόμενα συναφή πεδία, που επηρεάζονται πολύ περισσότερο από τις πραγματικές δεξιότητες και αρκετά λιγότερο, προϊόντος του χρόνου, από το αρχικό job description. Άρα, πολλά εργαλεία υπάρχουν, αλλά λείπει ένα εργαλείο που το περιεχόμενό του να αφορά σε δυναμική παρακολούθηση της επαγγελματικής πορείας των ανθρώπων, από πού ξεκινάνε, τι αλλάζουν κλπ. Το δεύτερο κομμάτι, της προσέλκυσης ταλέντων, είναι πολύ πιο δύσκολο project, μπορείς να χτίζεις μικρά πεδία που το ένα βοηθά το άλλο, όπως ο θεσμός των visiting professors. Αντίστοιχος θεσμός είναι οι visiting consultants, που θα μπορούσαν να δώσουν κατευθύνσεις στα επιμελητήρια, μεταφέροντας εμπειρία από διάφορες χώρες.
Η κ. Μπουρούνη στην τοποθέτησή της για το σημερινό επιχειρηματικό περιβάλλον είπε ότι χαρακτηρίζεται από όρους όπως VUCA, BANI, TUNA. Σημαίνει ότι αγορές και οι οργανισμοί μας είναι ασταθείς, ευθραυστοι,γεμάτοι αβεβαιότητα και πολλές φορές ταραχή και άγχος. Η τεχνολογία, οι νέες γενιές εργαζομένων, ακόμα και οι γεωπολιτικές εξελίξεις δημιουργούν αυτή την κατάσταση. Κρίσιμο ερώτημα, πώς να προσεγγίσουμε ως επιχειρήσεις την εκπαίδευση ώστε να προετοιμαστούμε κατάλληλα. Οι επιχειρήσεις τείνουν να λειτουργούν πυροσβεστικά απέναντι στην εκπαίδευση, όταν το πρόβλημα έχει ήδη δημιουργηθεί. Η εκπαίδευση πρέπει να παίζει επενδυτικό ρόλο, να έχεις ήδη χτίσει μηχανισμούς ώστε τα κατάλληλα άτομα να είναι έτοιμα να αναλάβουν κρίσιμους ρόλους. Το timing είναι καθοριστικό, συχνά οι εταιρείες επενδύουν όταν το κόστος είναι ήδη υψηλό, αντίθετα, όσοι επενδύουν έγκαιρα έχουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.
Η Achieve Performance βοηθά τους οργανισμούς να αξιολογούν αντικειμενικά το ταλέντο τους, ταυτόχρονα με succession planning και future-forward προγράμματα ανάπτυξης διασφαλίζει ότι το ταλέντο αυτό δεν χάνεται και αξιοποιείται. Πάνω απ’ όλα, βοηθά τις εταιρείες να κάνουν εκπαίδευση όχι πυροσβεστική, αλλά επενδυτική.
Η κ. Βερούχη επικεντρώθηκε στην έλλειψη στελεχών, ενά πολυπαραγοντικό και καίριο κομμάτι, όπως είπε, που απασχολεί σχεδόν το 80% των επιχειρήσεων σην Ελλάδα. Βασικοί πονοκέφαλοι, το κομμάτι και της διακράτησης και της ανεύρεσης, για όλων των μεγεθών τις επιχειρήσεις. Το ζήτημα έχει πολλές αιτίες και επιπτώσεις. Ως προς τις επιπτώσεις, η αποχώρηση δημιουργεί ένα κενό, το επιφορτίζεται η ομάδα, αυτό αυξάνει το άγχος και μειώνει τη δέσμευση προς τον οργανισμό. Με τα κενά που δημιουργούνται μειώνονται οι πωλήσεις, η παραγωγή, υπάρχουν επιπτώσεις και στην εξυπηρέτηση του πελάτη κ.ά. Το turnover των εργαζομένων το 2024 στην Ελλάδα ήταν γύρω στο 25%. Μεσολαβεί διάστημα για την αντικατάσταση αλλά και την εκπαίδευση του νέου εργαζομένου, μπορεί και 6 μήνες, οπότε οι επιπτώσεις είναι μεγάλες και αφορούν τη συνολική ανταγωνιστικότητα του κλάδου και της χώρας.
Ως προς τους λόγους της έντονης κινητικότητας, η ετήσια έρευνα της Endered δείχνει ότι ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος αφορά τις ΜμΕ, γιατί οι εργαζόμενοι ψάχνουν καλύτερες αποδοχές-παροχές, ισορροπία προσωπικής-επαγγελματικής ζωής, εκπαίδευση και ευκαιρίες για εξέλιξη. Οι κλάδοι που υποφέρουν περισσότερο είναι ο τουρισμός και η εστίαση. Ο ρυθμός ανάπτυξης είναι σχεδόν διπλάσιος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, η ανεργία έφτασε στο 8%, οπότε είναι προφανές ότι οι εργαζόμενοι αναζητούν ευκαιρίες που δεν είχαν τα χρόνια της κρίσης, και ταυτόχρονα φαίνεται ότι λείπουν χέρια.
Ως προς τη λύση, ανέφερε τρεις βασικούς πυλώνες: το δημογραφικό, όπου θα πρέπει να περιμένουμε δεκαετίες για να δούμε αποτελέσματα της κυβερνητικής πολιτικής, το δεύτερο κομμάτι είναι πώς ενεργοποιώ ομάδες που επιλέγουν να μην εργάζονται ή εργάζονται για εταιρείες εκτός Ελλάδας, και το τρίτο έχει να κάνει με το reskilling-upskilling, όπου ο ιδιωτικός τομέας έχει πολλά να κάνει, και σε επίπεδο ευθύνης. Ως προς το δεύτερο κομμάτι, πώς διευρύνουμε τη βάση, η οποία μπορεί να αποτελείται από διάφορα κοινά, είπε ότι, αν εστιάσουμε στους νέους, η λύση θα έρθει πάρα πολύ αργά. Σίγουρα έχουν γίνει κινήσεις από την κυβέρνηση, για τη φορολογία, τις νέες οικογένειες και τους συνταξιοιύχους. Η βασική ερώτηση είναι αν αυτά είναι αρκετά – και οι δείκτες, επισήμανε, δείχνουν πως δεν είναι.
Ως προς το κομμάτι του γυναικείου πληθυσμού, είπε ότι στην Ελλάδα και στην Ιταλία έχουμε τα χαμηλότερα ποσοστά γυναικείας απασχόλησης, 1 στις 2 γυναίκες, και δεν εργάζονται γιατί δεν τις συμφέρει. Με δεδομένες τις οικογενειακές και οικιακές υποχρεώσεις, αν μια γυναίκα εργαστεί με τον μέσο μισθό, το κόστος κάλυψης αυτών των αναγκών μάλλον θα υπερβαίνει τον μισθό που θα λάβει. Αν δεν υπάρξουν στοχευμένα μέτρα για αυτά τα προβλήματα και κίνητρο ώστε να επανέλθουν στον επαγγελματικό στίβο, προειδοποίησε πως, ό,τι και να συζητάμε για το φορολογικό, δεν θα έρθει η λύση. Ανέφερε το παράγειγμα της Γαλλίας, όπου έχει εφαρμοστεί μοντέλο με «κουβά παροχών», ανάλογα με τις ανάγκες κάθε εργαζομένου, χωρίς φορολογία για τον εργαζόμενο και επιβάρυνση για τον εργοδότη, με στόχο να γυρίσουν οι νέοι γονείς και οι γυναίκες στον εργασιακό στίβο. Δεν χρειάζεται να επανεφεύρουμε τον τροχό, είπε, υπάρχουν πολλές καλές πρακτικές από το εξωτερικό που μπορούν να φέρουν την Ελλάδα στον μέσο όρο της Ευρώπης και ένα βιώσιμο μέλλον για το Ασφαλιστικό.
Στη δική του τοποθέτηση ο κ. Παππάς είπε ότι η ελληνική αγορά βιώνει σκληρή πραγματικότητα, το brain drain, με τη μαζική μετανάστευση Ελλήνων επιστημόνων στο εξωτερικό τη δεκαετία της κρίσης. Η έλλειψη εξειδικευμένων στελεχών συνδέεται, αλλά όχι εξολοκλήρου. Οι έρευνες δείχνουν ότι 8 στους 10 εργοδότες δεν βρίσκουν το προσωπικό που αναζητούν, ενώ το mismatch εργασίας-δεξιοτήτων είναι στο 30% και ο overskilled εργαζόμενος υποαμοίβεται. Αυτοί που φεύγουν είναι πολύ περισσότεροι από αυτούς που έρχονται, με συνέπειες, σε συνδυασμό με τη γήρανση του πληθυσμού, για το μείγμα του παραγωγικού μοντέλου.
Ως προς τη σύνδεση εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας, τόνισε ότι πρέπει να τρέξουμε με τον ρυθμό της τεχνολογικής εξέλιξης και να ανακτήσουμε μερίδιο στον διεθνή καταμερισμό εργασίας. Ταυτόχρονα πρέπει και η ίδια η αγορά εργασίας, που υστερεί σε επιχειρηματική κουλτούρα και μεσομακροπρόθεσμο σχεδιασμό, να αντιληφθεί τους λόγους αποτυχίας και να πείσει Έλληνες αλλά και ξένους επιστήμονες να έρθουν να εργαστούν στην Ελλάδα. Αυτό θέλει θέσεις εργασίας με ανταγωνιστικές αμοιβές, σύγχρονες συνθήκες εργασίας, που ενισχύουν την έρευνα και την προσωπική εξέλιξη.
Για τις επιχειρήσεις, είπε ότι πρέπει να αλλάξουμε το σημερινό μοντέλο επένδυσης και αξιολόγησης προσωπικού σε δύο κατευθύνσεις. Η πρώτη, να πείσουμε τις επιχειρήσεις ότι χωρίς τη δημιουργία φυτωρίου στελεχών δεν θα αντέξουν τον ανταγωνισμό, και να επενδύσουν στα soft skills. Ως προς τη δεύτερη κατεύθυνση, είπε ότι δίπλα στα hard skills, που είναι η κυρίαρχη τάση στην προσωπική βελτίωση, πρέπει να προσθέσουμε τα soft skills και τη συναισθηματική νοημοσύνη. Το εργασιακό περιβάλλον μετά τον Covid είναι υβριδικό και οι ομάδες εργασίας διατμηματικές. Άρα δεξιότητες όπως η συνεργασία, η διαχείριση συγκρούσεων, η κριτική σκέψη κ.ά. είναι οι πραγματικοί πολλαπλασιαστές απόδοσης, γιατί τίποτα δεν συγκρίνεται με το καλό κλίμα στον χώρο εργασίας.
Ο κ. Παππάς έκλεισε την τοποθέτησή του με 4 υποσημειώσεις:
- Η πρακτική άσκηση πρέπει να επιχορηγηθεί και να έρθει ξανά στο προσκήνιο.
- Παραγωγικότητα εργασίας, για να έχουμε καλύτερους μέσους μισθούς, όχι καλύτερο κατώτατο.
- Συμμετοχή νέων και γυναικών – η χαμηλή φορολογία νέων έως 25 ετών δεν λύνει θέματα, αφού δεν εργάζονται, αλλά θα μπορούσε αν το όριο ήταν τα 30 έτη.
- Πρέπει να δίνονται στις επιχειρήσεις κίνητρα και αντικίνητρα -π.χ. μέσω του φόρου μερισμάτων- υπέρ των προσλήψεων.
Ολοκληρώνοντας τη συζήτηση, μετά και τον χαιρετισμό του προέδρου του ΟΕΕ Κωνσταντίνου Κόλλια, ο κ. Μπελέσης εξέφρασε την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι πλέον γίνεται λόγος για διοικητική λογιστική και έδωσε το παρών του ΠΑΕΛΟ αλλά και του ΕΒΕΑ για την επόμενη μέρα.