γράφει ο Βίκτωρ Τροκούδης
Η σημερινή απόφαση της ΕΚΤ να μειώσει το επιτόκιο καταθέσεων κατά 25 μονάδες βάσης
στο 2,25% ήταν ιδιαίτερα αναμενόμενη και αποτελεί ξεκάθαρο μήνυμα ότι συνεχίζεται η
στρατηγική νομισματικής χαλάρωσης.
Πρόκειται για την έβδομη μείωση σε αυτόν τον κύκλο, φέρνοντας το επιτόκιο στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2022.
Η μείωση έρχεται τη στιγμή που ο πληθωρισμός συνεχίζει την πτωτική του πορεία στη ζώνη
του ευρώ.
Ο ετήσιος πληθωρισμός υποχώρησε στο 2,2% τον Μάρτιο, πλησιάζοντας τον
στόχο του 2% της ΕΚΤ.
Ο δομικός πληθωρισμός επίσης μειώθηκε στο 2,4%, σημάδι ότι οι
πιέσεις στις τιμές αρχίζουν να υποχωρούν. Είναι προς τιμήν της ΕΚΤ που δείχνει να
πετυχαίνει τον στόχο της, τη στιγμή που άλλες κεντρικές τράπεζες εξακολουθούν να
δυσκολεύονται.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η απόφαση της ΕΚΤ να δώσει προτεραιότητα στην ανάπτυξη δεν
προκαλεί έκπληξη, ειδικά με την αβεβαιότητα που επικρατεί γύρω από τη διαμάχη εμπορίου ΗΠΑ–ΕΕ.
Το ερώτημα μετά την προηγούμενη ανακοίνωση της ΕΚΤ ήταν αν θα υπάρξει
παύση στις μειώσεις, αλλά οι οικονομικές συνθήκες αλλάζουν ραγδαία.
Αν οι διαπραγματεύσεις αποτύχουν, οι νέοι δασμοί των ΗΠΑ αναμένεται να πλήξουν τις
ευρωπαϊκές εξαγωγές και τις επενδύσεις, επιδεινώνοντας το ήδη χαμηλό επιχειρηματικό
κλίμα και τη ζήτηση, αυξάνοντας έτσι τον κίνδυνο ύφεσης.
Υπάρχει ακόμη και ο κίνδυνος αποπληθωριστικού σοκ, αν οι κατασκευαστές στραφούν στην ΕΕ για να διοχετεύσουν τα προϊόντα τους λόγω του υψηλότερου κόστους εμπορίου με τις ΗΠΑ, σε συνδυασμό με την επιβράδυνση της ανάπτυξης και τη μείωση των τιμών της ενέργειας.
Ωστόσο, αν υπάρξει πλήρης κατάρρευση των διαπραγματεύσεων, οι συνεχιζόμενες διαταραχές στις αλυσίδες εφοδιασμού θα μπορούσαν να επαναφέρουν τις πληθωριστικές πιέσεις.
Μετά την απόφαση των ΗΠΑ να «παγώσουν» τους δασμούς για 90 ημέρες, και η ΕΕ επέλεξε
να αναστείλει την εφαρμογή νέων δασμών 25% σε σειρά αμερικανικών προϊόντων,
συμπεριλαμβανομένων αυτών που είχαν προγραμματιστεί για Μάιο και Δεκέμβριο,
αφήνοντας περιθώριο για διαπραγματεύσεις.
Παράλληλα, οι δημοσιονομικές δαπάνες αυξάνονται, κυρίως στη Γερμανία αλλά και ευρύτερα στην ΕΕ, ενισχύοντας τις προοπτικές ανάπτυξης.
Για τους καταναλωτές, το χάσμα μεταξύ επιτοκίων καταθέσεων και πληθωρισμού συνεχίζει να μειώνεται, περιορίζοντας περαιτέρω τις πραγματικές αποδόσεις.
Είναι μια καλή στιγμή για να επανεξετάσουμε νέες ευκαιρίες για αξιοποίηση χρημάτων. Πλατφόρμες όπως η Plum προσφέρουν πρόσβαση σε διαφοροποιημένες επενδύσεις, όπως τα ETFs, δίνοντας τη δυνατότητα στους χρήστες να αυξήσουν την αξία των χρημάτων τους σε βάθος χρόνου
- {Ο Βίκτωρ Τροκούδης είναι CEO και ιδρυτής της Plum}