Ανάλυση του Κώστα Σιαμπράκου
Με ιδιαίτερη χαρά επιβεβαιώθηκε η πρόβλεψή μας ότι η αξία του Ενεργητικού θα ξεπερνούσε το φράγμα των 24 δισ. €, σχεδόν με την ολοκλήρωση του πρώτου τριμήνου του 2025, υπό την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι θα διατηρούνταν οι δύο βασικές συνθήκες, οι οποίες ήταν η συνέχιση της δυναμικής ροής των εισροών και η σχετική αυτονομία της Ελληνικής μετοχικής αγοράς έναντι των αντίστοιχων διεθνών.
Πράγματι, το Ενεργητικό από την αρχή της χρονιάς καταγράφει άνοδο της τάξεως του +8,79% και έχει διαμορφωθεί στα 24,06 δισ. €.
Η αξία αυτή αποτελεί υψηλό 18ετίας ή, αν προτιμά κανείς μια διαφορετική προσέγγιση: η αγορά έχει επιστρέψει σε επίπεδα Ενεργητικού αντίστοιχα με εκείνα των ετών 2007 και 2006, όταν διαμορφώνονταν στα 24,53 δισ. € και 23,89 δισ. €, αντίστοιχα.
Αναμφίβολα, υπάρχει ακόμη σημαντικός δρόμος για να επανέλθει η αγορά στα ιστορικά υψηλά των 27,94 δισ. € του 2005 ή των 30,89 δισ. € του 2000.
Η επίτευξη τέτοιων επιπέδων απαιτεί ιδιαίτερη προσπάθεια και την ταυτόχρονη εκπλήρωση πολλών προϋποθέσεων.
Ωστόσο, με τη δυναμική που έχει επιδείξει ο Θεσμός την τελευταία τετραετία, εκτιμάται ότι αυτός ο στόχος είναι εφικτός σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Έστω κι αν δεν καλύψουμε πλήρως το χαμένο έδαφος των “πέτρινων χρόνων” της δεκαετούς Ελληνικής χρηματοοικονομικής κρίσης – σε σχέση με τη σημαντική πρόοδο των αντίστοιχων διεθνών Θεσμών – θα μπορούμε πλέον να μιλούμε για μια αγορά Αμοιβαίων Κεφαλαίων που ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις μιας αναπτυγμένης οικονομίας που σέβεται τον εαυτό της.
Η σημερινή εικόνα της αγοράς, εύλογα, διαφέρει αισθητά από εκείνη του παρελθόντος. Οι σημαντικότερες, κατά τη γνώμη μας, διαφοροποιήσεις είναι οι εξής:
- α) Ο αριθμός των Ανωνύμων Εταιριών Διαχείρισης Αμοιβαίων Κεφαλαίων (ΑΕΔΑΚ), ο οποίος το 2000 ανερχόταν σε 27, ενώ σήμερα έχει μειωθεί στις 14.
- β) Ο αριθμός των επενδυτικών προϊόντων έχει σχεδόν διπλασιαστεί: από 266 τότε, σε 458 σήμερα, με τη διαχείρισή τους να γίνεται από τις μισές εταιρείες.
- γ) Το 2025 χαρακτηρίζεται από υψηλή συγκέντρωση κεφαλαίων στα Ομολογιακά Α/Κ, με μερίδιο αγοράς 52,2%.
Αντίθετα, το 2000 η αντίστοιχη συγκέντρωση παρατηρούνταν στα Α/Κ Διαχείρισης Διαθεσίμων 49,66%, ενώ τα Ομολογιακά Α/Κ κατείχαν 15,53%. Η γενική εικόνα παραμένει πως, είτε τότε είτε σήμερα, η Ελληνική αγορά διατηρεί έναν περισσότερο συντηρητικό χαρακτήρα σε σύγκριση με τις διεθνείς.
- δ) Σήμερα, η πλειονότητα των μεριδιούχων είναι μεγαλύτερης ηλικίας, πολλοί εκ των οποίων προέρχονται από την «πρώτη γενιά» επενδυτών της περιόδου 1998–2000.
- ε) Παρατηρείται υψηλός μέσος όρος ηλικίας και στο ανθρώπινο δυναμικό των ΑΕΔΑΚ, με δυσκολία προσέλκυσης νέων στελεχών – γεγονός που μπορεί να εξελιχθεί σε πρόκληση για το μέλλον, καθώς οι προοπτικές του Θεσμού υποδεικνύουν περαιτέρω διεύρυνση των μεγεθών του.
Επιστροφή στο παρόν και στην απόλυτη αύξηση της κεφαλαιοποίησης κατά 1,96 δισ. € από την έναρξη του έτους.
Πρωταγωνιστές αυτής της ανόδου παραμένουν οι μεριδιούχοι, καθώς οι εισροές ανέρχονται σε 1,51 δισ. €.
Τα Ομολογιακά Α/Κ Διεθνή εξακολουθούν να αποτελούν την κυρίαρχη κατηγορία, συγκεντρώνοντας εισροές ύψους 1,09 δισ. €. Ακολουθούν τα Σύνθετα Α/Κ Ειδικού Τύπου με 99,98 εκατ. €, τα Ομολογιακά Α/Κ Ελλάδας με 88,04 εκατ. €, τα Funds of Funds Μικτά με 71,59 εκατ. € και τα Μικτά Α/Κ με 67,13 εκατ. €.
Η συνεισφορά της εβδομάδας που πέρασε σε αυτή την εικόνα αποτυπώνεται σε ποσοστιαία άνοδο του Ενεργητικού 1,01% και σε ενίσχυση της κεφαλαιοποίησης κατά 241,75 εκατ. €, εκ των οποίων τα 124 εκατ. € προήλθαν από νέες εισροές, ενώ τα υπόλοιπα αποδίδονται στη θετική μέση απόδοση 0,57% της αγοράς.