Μπορεί οι Απόκριες, η Καθαρά Δευτέρα και οι σχετικές εορταστικές εκδηλώσεις της εποχής να αποτελούν παρελθόν, πλην όμως η «παράσταση» της προηγούμενης Πέμπτης στο Οβάλ Γραφείο, με όλα τα χαρακτηριστικά της, σηματοδοτεί, πλέον, την «επόμενη μέρα» και για την Ευρώπη. Ως κοινωνία, ως οικονομία, αλλά κυρίως για την ενιαία συμπόρευσή της από τούδε και στο εξής. 

Στη συνάντηση Τραμπ/Βανς-Ζελένσκι έγιναν απολύτως ξεκάθαρα τρία-τέσσερα βασικά πράγματα που καλό είναι να τα έχουμε υπόψη μας ως Ευρωπαίοι και ως Έλληνες: και αναφέρομαι, πρωτίστως, στο πολιτικό σύστημα (κυρίως στην κυβέρνηση, αλλά και στην αντιπολίτευση). Καταρχάς, με την «παράσταση» στον Λευκό Οίκο κατέστη σαφές προς κάθε κατεύθυνση ότι για το σύστημα Τραμπ/Βανς ο Ζελένσκι δεν είναι αυτός που, ως πρόεδρος της Ουκρανίας, πρόκειται να συμμετάσχει σε οποιαδήποτε συζήτηση ή διαπραγμάτευση για το μέλλον της σύγκρουσης στη χώρα του με τη Ρωσία. 

Οι ενέργειες συμπαράστασης από τους Ευρωπαίους ηγέτες φον ντερ Λάιεν, Μακρόν, Κόστα κ.ά., η σύσκεψη 15 ηγετών, υπό τον Στάρμερ, στο Λονδίνο και άλλες εκδηλώσεις συμπάθειας ελάχιστη ουσιαστική χρησιμότητα μπορούν να έχουν επί του πεδίου. Αρέσει δεν αρέσει, έτσι έχει η κατάσταση. Πρακτικά, το μήνυμα Τραμπ/Βανς ήταν πως (για τη νέα διοίκηση της Ουάσιγκτον) οι ΗΠΑ έχουν «τελειώσει» τον Ζελένσκι. Σε μερίδα ευρωπαϊκών μέσων γίνεται λόγος για δρομολόγηση διαδικασιών που προδικάζουν την απομάκρυνσή του πριν από οποιαδήποτε άλλη εξέλιξη στο διπλωματικό μέτωπο, όση υποστήριξη και συμπάθεια δείχνουν οι Ευρωπαίοι φίλοι (ή «φίλοι») του. Πιθανόν στην έκτακτη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες να γίνει πιο ξεκάθαρο τι έχουν κατά νου, επί της ουσίας, Βερολίνο και Παρίσι. Σαφές ήταν το μήνυμα της Ουάσιγκτον προς τον γερμανο-γαλλικό άξονα, στη νέα σύνθεσή του (δηλαδή με Μερτς και Μακρόν υπό αμφισβήτηση). 

Όπως σημείωνε “contrarian” πολιτικός αναλυτής, η «τηλεοπτική διαπόμπευση» Ζελένσκι δεν αφορούσε παρά ελάχιστα τον ίδιο όσο κυρίως τους Ευρωπαίους υποστηρικτές του, δηλαδή τη Γερμανία και τη Γαλλία. Για την Κομισιόν ούτε λόγος, καθώς η νέα αμερικανική διοίκηση ακολουθεί την τακτική των διακρατικών/διαπροσωπικών επαφών. Το δίλημμα για το Βερολίνο και το Παρίσι συνίσταται στο εάν θα συνεχίσουν στη γραμμή Μπρεζίνσκι –που ακολούθησε η κυβέρνηση Μπάιντεν– ή θα αναπροσαρμοστούν σε λογικές Κίσιντζερ. 

Προφανώς, οι εξελίξεις στο «πολιτικό» έχουν επίπτωση και στο «οικονομικό και επιχειρηματικό», καθώς οι ΗΠΑ, μέσω της αναδιάταξης θέσεων (στο «πολιτικό»), θα επιχειρήσουν να διαχειριστούν τα τεράστια προβλήματα (στο «οικονομικό»), με πρώτο και κυριότερο αυτό του θηριώδους ομοσπονδιακού χρέους. Από τη στιγμή που η διαχείριση συναρτάται με ζητήματα επιτοκίων/κόστους χρέους/χρηματοδότησης, νομισματικών/δημοσιονομικών, η συνέχεια προοιωνίζεται εξαιρετικά δυσχερής για την σε άμυνα οικονομία της Ευρώπης. Που, συν τοις άλλοις, καλείται να αναλάβει με ίδια κεφάλαια το υπέρβαρο κόστος μιας ενδεχόμενης συνέχισης της μέχρι τώρα ακολουθούμενης πολιτικής στην Ουκρανία. 

Από αυτήν την άποψη, μια πρόγευση όσων σκέφτονται και στη Φραγκφούρτη πιθανόν να έχουν οι διαχειριστές των funds στην αυριανή συνεδρίαση της ΕΚΤ.

ΑΠΟ ΧΡΗΜΑ WEEK