Σε μιαν άκρως ενδιαφέρουσα συγκυρία πραγματοποιείται η ανακοίνωση οικονομικών αποτελεσμάτων 2024 από τις διοικήσεις των τραπεζών, παράλληλα με την έλευση της επικεφαλής του SSM στην Αθήνα. Η αυλαία άνοιξε με την Πειραιώς την Δευτέρα, συνεχίζει η Eurobank (27/2) και κλείνουν η Εθνική και η Alpha Bank (28/2). 

Παράλληλα, το διήμερο 25-26 Φεβρουαρίου, η Κλαούντια Μπουχ, σε σειρά συναντήσεών της με τους επιτελείς των τραπεζών (και τον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος), πολύ πιθανόν να προδιαθέσει για το τι μέλλει γενέσθαι με τη διανομή κερδών 2024. Δεδομένου του ότι το τελικό ποσοστό διανομής για καθεμία τράπεζα ξεχωριστά δεν έχει «κλειδώσει», μένει να αποσαφηνιστεί (με το “ΟΚ” του Επόπτη) το εύρος –πρακτικά, μια αρκετά σημαντική διαφορά μεταξύ ελάχιστου-μέγιστου. 

Το σίγουρο είναι πως τα κέρδη που θα διανεμηθούν θα είναι περίπου, κατά μέσο όρο, διπλάσια της προηγούμενης χρήσης (860 εκατ.), με τους αναλυτές να τα υπολογίζουν σε 1,5 δισ., ποσό που, ωστόσο, «παίζει» ανάλογα με την «κρησάρα» του SSM. 

Παράμετρος που μένει να φανεί εάν και εφόσον θα μπορούσε να επηρεάσει το τελικό αποτέλεσμα είναι οι συνέπειες που επιφέρει ήδη η όλη εικοτολογία για την εφαρμογή «ρήτρας διαφυγής» συνδυαστικά με τη στροφή των Βρυξελλών προς τις αμυντικές δαπάνες. Κι αυτό γιατί, από τη στιγμή που θα αρχίσουν να υλοποιούνται αυτές οι πολιτικές, θα πρέπει τα κράτη να συνδιαμορφώσουν προϋπολογισμούς (επιπλέον δαπάνες) και αυξημένο δανεισμό. Ήδη, την προηγούμενη εβδομάδα, όλη αυτή η συζήτηση είχε ως συνέπεια τις πωλήσεις κρατικών ομολόγων από κατόχους χρέους που πιέζουν για μεγαλύτερα «ασφάλιστρα», δηλαδή αποδόσεις. Και μάλιστα σε πιο μακρινές εκδόσεις χρέους, όπως αποτυπώθηκε κυρίως στα δεκαετούς διάρκειας. 

Τι σημαίνει αυτό, πρακτικά; Μεγαλύτερο κόστος δανεισμού, χρήση κονδυλίων από «λιμνάζοντα» κοινοτικά προγράμματα, μεταφορά από άλλα κατά προτεραιότητα κ.ά., δηλαδή ευρύτερη «ανακατάταξη χρήματος» με βαρύτερους όρους (άντλησής του). 

Παράμετρος που, από ό,τι φάνηκε, επηρέασε τη στάση αρκετών διαχειριστών που βγήκαν πωλητές, καταρχάς, σε μετοχές ευρωπαϊκών τραπεζών. 

Αλληλένδετη είναι η σχέση μετοχών –και δη τραπεζικών ομίλων–, με απόδοση/τιμή κρατικών ομολόγων, χωρίς να αφήνουν εκτός παιδιάς τα εταιρικά. Συνεπώς, να δούμε ποια θα είναι η εξέλιξη, πώς θα το (δια)χειριστούν η ΕΚΤ και οι εθνικές Κεντρικές Τράπεζες. 

Παράλληλα, συνεκτιμώντας την «επόμενη ημέρα» των εκλογών στη Γερμανία, σημείο αναφοράς, και σταθερά, το γερμανικό bund έχει μπει ήδη στην εξίσωση των πολιτικών εξελίξεων στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης. Επηρεάζοντας, λιγότερο ή περισσότερο, όλες τις άλλες, περιλαμβανομένης και της δικής μας. 

Από τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας είναι η άντληση/κάλυψη ήδη του 50% των συνολικών/ετήσιων αναγκών (8 δισ.), ως αποτέλεσμα της προνοητικότητας και της συνετούς διαχείρισης από την πλευρά του ΟΔΔΗΧ. Πρακτικά, η Αθήνα έχει κερδίσει και κεφάλαια (δανεισμό) και χρόνο, με ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτό για τη συνέχεια.

ΑΠΟ ΧΡΗΜΑ WEEK