Κρίσιμη συμβολή στην επίλυση του ζητήματος στέγασης θα έχει η ταχύτερη απαλλαγή των τραπεζών από το απόθεμα ακινήτων που έχουν σωρεύσει μέσω πλειστηριασμών. Πρόκειται για 21.000 ακίνητα, τα οποία η κυβέρνηση εκτιμά πως θα μπορούσαν να πέσουν με πιο εντατικό ρυθμό στην αγορά, ανεβάζοντας την διαθεσιμότητα κατοικιών, ρίχνοντας τις τιμές και συμβάλλοντας στην εξεύρεση στέγης ιδίως για νέους και ασθενέστερους οικονομικά πολίτες.
Η ιδέα οι τράπεζες να δανειοδοτούν τρίτους που θέλουν να αποκτήσουν ακίνητα από πλειστηριασμούς, προκειμένου τα ακίνητα αυτά να μην καταλήγουν στις ίδιες τις τράπεζες, δεν έχει περπατήσει (σ.σ. μία τράπεζα έχει λανσάρει σχετικό προϊόν, αλλά με χαμηλή ανταπόκριση). Και αυτό λόγω της δικαστικής διαδικασίας. Ο πλειστηριασμός ακινήτου μπορεί να γίνει μετά από 7 μήνες από την κατάσχεση (στην πράξη, συνήθως 8 μήνες) και στον ενδιάμεσο χρόνο το σύνηθες είναι ο οφειλέτης να ασκεί ανακοπή κατά της διαδικασίας ώστε να αποφύγει τον πλειστηριασμό. Έτσι, κάποιος τρίτος που θα δανειοδοτηθεί για να συμμετάσχει στον πλειστηριασμό, δεν γνωρίζει αν θα αποκτήσει τελικά το ακίνητο και για να το πάρει θα πρέπει να κάνει άλλη διαδικασία εκτέλεσης.
Ακόμη και στην περίπτωση που η διαδικασία κυλήσει εξαρχής χωρίς ανακοπή από τον οφειλέτη, από την στιγμή που κατακυρωθεί το ακίνητο σε τρίτον στον πλειστηριασμό, αυτός έχει περιθώριο δέκα ημερών για να καταβάλει το τίμημα. Την στιγμή που η εκταμίευση ενός στεγαστικού δανείου απαιτεί 5 – 6 μήνες, είναι προφανές ότι ακίνητο μέσω πλειστηριασμού μπορεί να αποκτήσει μόνο όποιος έχει το τίμημα σε μετρητά. Στα εμπόδια που θέτει η δικαστική διαδικασία των πλειστηριασμών, οι τράπεζες επισημαίνουν και τις δυσκολίες στις μεταβιβάσεις ακινήτων, ζητώντας αυτές να γίνονται χωρίς την χρονοβόρα διαδικασία της εκ των προτέρων νομιμοποίησης/τακτοποίησης.