Το πιστωτικό προφίλ της Ελλάδας (B3, θετικό) στηρίζεται από την ουσιαστική ελάφρυνση χρέους που έδωσαν στη χώρα οι πιστωτές της ευρωζώνης τον Ιούνιο, αναφέρει σε ετήσια έκθεσή της η Moody’s.
Όπως επισημαίνει, το πακέτο ελάφρυνσης χρέους διασφαλίζει πως οι υποχρεώσεις εξυπηρέτησης χρέους της Ελλάδας θα είναι πολύ διαχειρίσιμες τα επόμενα δέκα χρόνια, στηρίζοντας την επιστροφή της κυβέρνησης στη χρηματοδότηση από τις αγορές κεφαλαίου, μετά από μια δεκαετία εξάρτησης από την οικονομική στήριξη του επίσημου τομέα.
Στο πλαίσιο της ελάφρυνσης χρέους, η Ελλάδα θα παραμείνει υπό τη στενή εποπτεία των πιστωτών της ευρωζώνης, κάτι που η Moody’sθεωρεί πως είναι πιστωτικά θετικό, καθώς θα διασφαλίσει πως οι ελληνικές αρχές θα παραμείνουν στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων.
Η ελληνική κυβέρνηση έχει κάνει σημαντική πρόοδο στον δημοσιονομικό τομέα. Πέτυχε μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα γύρω στο 4% του ΑΕΠ τα τελευταία δυο χρόνια, και έχει δεσμευτεί για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ τα επόμενα πέντε χρόνια, που σύμφωνα με τη Moody’s θα μπορεί γενικά να επιτευχθεί. Η είσπραξη φόρων έχει βελτιωθεί και οι δαπάνες έχουν μειωθεί σε διαρθρωτική βάση. Πρόοδος έχει επίσης επιτευχθεί στο να ευθυγραμμιστούν με τα ευρωπαϊκά στάνταρντ οι προηγουμένως αδύναμοι και πολιτικοποιημένοι θεσμοί. Οι ελληνικές αρχές έχουν νομοθετήσει μέτρα για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και της λειτουργικής ανεξαρτησίας των βασικών θεσμών. Αυτό παρέχει κάποια εμπιστοσύνη πως ο κίνδυνος ανατροπής των μεταρρυθμίσεων έχει μειωθεί.
Σύμφωνα με το βασικό σενάριο της Moody’s, το πολύ βαρύ φορτίο του ελληνικού χρέους, σχεδόν στο 180% του ΑΕΠ, ένα από τα υψηλότερα μεταξύ των χωρών που καλύπτει ο οίκος- θα αρχίσει να υποχωρεί από το 2019 και μετά, αλλά θα παραμένει σε πολύ υψηλά επίπεδα για τις επόμενες δεκαετίες.
Ο συνδυασμός πολύ μακρινών ωριμάνσεων και χαμηλών επιτοκίων μετριάζουν τα ρίσκα από το πολύ υψηλό βάρος του χρέους. Ωστόσο, η Ελλάδα πιθανότατα θα χρειαστεί περαιτέρω ελάφρυνση χρέους μετά το 2030, όπως αναγνωρίζει και η ευρωζώνη.
Η Ελλάδα χρειάζεται επίσης ισχυρότερες επενδύσεις για να διατηρήσει την οικονομική ανάπτυξη μεσοπρόθεσμα. Σε σύγκριση με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης που αναδύονται από την ύφεση και την κρίση, οι επενδυτικές επιδόσεις της Ελλάδας ήταν πολύ αδύναμες, με τον σχηματισμό κεφαλαίων να ανέρχεται σε μόλις 40% των προ κρίσεων επιπέδων. Αν και η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί να μειώσει τον υψηλό εταιρικό φόρο και γενικότερα να εργαστεί προς τη δημιουργία ενός πιο φιλικού προς τις επιχειρήσεις περιβάλλοντος, ωστόσο μένει να φανεί πόσο γρήγορα θα καρποφορήσουν αυτές οι αλλαγές. Στο βασικό σενάριο της Moody’s, οι προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης θα παραμείνουν μέτριες, με τον ρυθμό ανάπτυξης του πραγματικού ΑΕΠ να προβλέπεται στο 2% φέτος και του χρόνου.
O τραπεζικός τομέας παραμένει ένα βασικό ευάλωτο σημείο, παρά τις πρόσφατες βελτιώσεις. Οι συστημικές τράπεζες παραμένουν αδύναμες, με χαμηλή ποιότητα στοιχείων ενεργητικού, χαμηλή κερδοφορία και ένα μεγάλο μερίδιο κεφαλαίου χαμηλότερης ποιότητας υπό την μορφή του αναβαλλόμενου φόρου. Οι τράπεζες θα πρέπει να επιταχύνουν σημαντικά την πώληση μη εξυπηρετούμενων περιουσιακών στοιχείων που βρίσκονται στους ισολογισμούς τους προκειμένου να επιτύχουν τους στόχους που έχουν συμφωνηθεί μέχρι το τέλος του επόμενου έτους.
Η πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας θα αναβαθμιστεί αν το καλό ρεκόρ της κυβέρνησης στην εφαρμογή μεταρρυθμίσεων διατηρηθεί πέραν του τέλους του προγράμματος προσαρμογής. Αυτό με τη σειρά του θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα μια ισχυρότερη του αναμενόμενου και διατηρήσιμη οικονομική ανάπτυξη και μια πιο ταχεία μείωση του δημόσιου χρέους. θετικές θα ήταν επίσης οι ταχύτερες του αναμενόμενου βελτιώσεις στην υγεία του τραπεζικού κλάδου.
Πτωτικές πιέσεις στην αξιολόγηση θα μπορούσαν να προκύψουν αν η ελληνική κυβέρνηση διαφοροποιηθεί από τις δεσμεύσεις της και ανατρέψει μεταρρυθμίσεις, ή εάν επανεμφανιστούν οι εντάσεις με τους επίσημους πιστωτές. Αυτό θα έθετε σε κίνδυνο την στήριξη της ευρωζώνης προς τη χώρα.