Οι τράπεζες και οι ασφαλιστές καλούνται να διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη μείωση της χρηματοπιστωτικής αστάθειας που σχετίζεται με τους κλιματικούς κονδύνους, διαπιστώνει η κοινή έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και τους Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικού Κινδύνου.
• Οι τράπεζες είναι σημαντικά εκτεθειμένες σε εταιρείες και νοικοκυριά με υψηλές εκπομπές άνθρακα, με τους μελλοντικούς κλιματικούς κινδύνους να υποτιμούνται και να υπασφαλίζονται
• Η μακροπροληπτική πολιτική μπορεί να διατηρήσει τον συστημικό κίνδυνο υπό έλεγχο με τα υπάρχοντα συμπληρωματικά μέσα
• Η ισχυρή οικονομική εξάρτηση από τα φυσικά οικοσυστήματα θα μπορούσε να επιδεινώσει χρηματοοικονομικά τους κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ESRB) δημοσίευσαν σήμερα μια κοινή έκθεση για τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Η αναφορά καθορίζει τα λεπτομερή πλαίσια για την αντιμετώπιση του κινδύνου για το χρηματοπιστωτικό σύστημα μέσω
(i) συλλογής στοιχείων σχετικά με τους σημαντικότερους δείκτες χρηματοπιστωτικής σταθερότητας μέσω πλαισίου εποπτείας και σχετικό Chartbook,
(ii) αξιοποίησης αυτών των στοιχείων για την ανάπτυξη μιας μακροπροληπτικής στρατηγικής για την αντιμετώπιση του κινδύνου που σχετίζεται με το κλίμα και
(iii) επέκταση του εύρους από τους κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα σε ευρύτερους κινδύνους που σχετίζονται με τη φύση.
Οι τράπεζες καλούνται να διαδραματίσουν πρωταγωνιστικό ρόλο στο χρηματοπιστωτικό σύστημα όσον αφορά τη διαχείριση και τη μείωση κινδύνων για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα που προκύπτουν από τις εκπομπές στην ΕΕ, διαπιστώνει η έκθεση. Και αυτό έγκειται στο γεγονός ότι οι τράπεζες δανείζουν δυσανάλογα σε τομείς με υψηλή έκθεση σε κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα. Το μερίδιο των τομέων με υψηλές εκπομπές στον τραπεζικό δανεισμό είναι περίπου 75% υψηλότερο από το αντίστοιχο μερίδιο του στην οικονομική δραστηριότητα, που σημαίνει ότι αυτοί οι τομείς υπερεκπροσωπούνται αναφορικά με τα δάνεια των τραπεζών. Ομοίως, το 60-80% όλων
στεγαστικών δανείων στη ζώνη του ευρώ αφορούν νοικοκυριά με υψηλές εκπομπές.
Η κλιματική αλλαγή καθίσταται ένα όλο και πιο σημαντικό θέμα, όχι μόνο λόγω της ήδη ορατής αύξησης της συχνότητας και της σοβαρότητας των κλιματικών κινδύνων, αλλά και επειδή τα σχέδια για μια ευρωπαϊκή πράσινη μετάβαση γίνεται ολοένα και πιο στοχευμένα.
Η επανεκτίμηση και η ανατιμολόγηση του κλιματικού κινδύνου θα μπορούσε να δημιουργήσει χρηματοπιστωτική αστάθεια, μέσω πολλών καναλιών με υψηλή έκθεση σε κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα. Αυτό περιλαμβάνει μεταξύ άλλων τη μετάδοση των κλιματικών σοκ μέσω παγκόσμιων αλυσίδων αξίας και την πιθανότητας “ντόμινο” κθώς τόσο οι τρέπεζες
όσο και οι χρηματοπιστωτικές αγορές επιδιώκουν να επανατοποθετήσουν ταυτόχρονα τα χαρτοφυλάκια των assets τους προκειμένου να αντιμετωπίσουν ένα σημαντικό κενό ασφαλιστικής προστασίας.
Η έκθεση υποστηρίζει μια ισχυρή μακροπροληπτική στρατηγική για την αντιμετώπιση αυτών των κινδύνων. Mia προσέγγιση ευρείας που θα επικεντρωθεί στη διαχείριση κινδύνων όχι μόνο για τον τραπεζικό τομέα αλλά και για τους δανειολήπτες. Επιπλέον, θα αντιμετωπίσει τους κινδύνους στη χρηματοπιστωτική διαμεσολάβηση εκτός τραπεζών, ιδίως τα κενά ασφαλιστικής προστασίας και πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένης της ανάγκης για αξιόπιστες γνωστοποιήσεις και ισχυρές green labels. H στρατηγική θα λειτουργεί επίσης συμπληρωματικά στις συνεχιζόμενες μικροπροληπτικές προσπάθειες, συμπεριλαμβανομένου του τραπεζικού συστήματος της ΕΚΤ στο έργο της εποπτείας για τους κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα και το περιβάλλον.
Αυτή η προσέγγιση θα μπορούσε να βασιστεί στα υπάρχοντα μέσα που περιλαμβάνει η μακροπροληπτική εργαλειοθήκη της ΕΕ: Αποθέματα συστημικού κινδύνου ή όρια συγκέντρωσης κινδύνου για παράδειγμα, θα μπορούσαν να διευκολύνουν στην επαρκή αντιμετώπιση του κινδύνου χρηματοπιστωτικής σταθερότητας που σχετίζεται με το κλίμα.
Η έκθεση εξετάζει επίσης λεπτομερώς πώς η υποβάθμιση του περιβάλλοντος ενέχει ενδεχομένως πρόσθετους κινδύνους για την οικονομική σταθερότητα. Μια εις βάθος ματιά στα ανοίγματα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της ΕΕ δείχνει ότι το 75% των τραπεζικών δανείων και πάνω από το 30% των επενδύσεων των ασφαλιστών σε εταιρικά ομόλογα και ίδια κεφάλαια είναι σε τομείς που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τουλάχιστον μία υπηρεσία οικοσυστήματος.