γράφει ο Μάνος Χατζηδάκης
Για τον επενδυτή που βλέπει μακρυά, είναι εύλογος ο προβληματισμός για τη διατηρισιμότητα της κερδοφορίας των τραπεζών στα επόμενα χρόνια.
Όπως όλα δείχνουν οι τράπεζες φέτος, θα δείξουν δημοσιευμένα καθαρά κέρδη 3,9 δισ. ευρώ, ενώ η κεφαλαιοποίηση τους είναι 17,9 δισ. ευρώ.
Το Ρ/Ε με το οποίο διαπραγματεύονται είναι με το ζόρι 4,6 φορές.
Ωστόσο, αυτό που διαφοροποιεί την εικόνα είναι η προέλευση των κερδών:
- Φέτος οι τράπεζες δεν έχουν τα μαξιλαράκια των πωλήσεων ομολόγων ή άλλων συναλλαγών που αφορούν θυγατρικές στον βαθμό που είδαμε πέρυσι.
- Ο επαναλαμβανόμενος χαρακτήρας των κερδών και στα τρία τρίμηνα που έχουμε διανύσει το 2023 είναι συντριπτικά πλειοψηφικός.
Ακόμα και αν η ΕΚΤ ξεκινήσει τη μείωση των επιτοκίων σε τρία ή τέσσερα τρίμηνα από σήμερα οι τράπεζες θα έχουν δημιουργήσει 3-4 δισ. ευρώ νέο κεφάλαιο.
Με 10% απόδοση θα μπορούσαν να αναπληρώσουν χαμένα έσοδα ή τόκους 400 εκατ. ευρώ.
Την ίδια στιγμή τα ομόλογα που θα έχουν στους ισολογισμούς τους (44 δισ. ευρώ) θα πάρουν μεγαλύτερη αξία λόγω της αλλαγής στην τιμολόγησή τους από την πτώση των επιτοκίων δίνοντας τη δυνατότητα καταγραφής υπεραξίων.
Η μείωση των επιτοκίων επίσης θα μειώσει το κόστος των απομείωσεων και θα διευκολύνει τη χορήγηση νέων δανείων. Μπορεί τα spreads να μειωθούν, ωστόσο αυτό θα έχει συμβεί σε ένα μεγαλύτερο βιβλίο δανείων.
Σε ό,τι αφορά τις απομειώσεις δανείων βρισκόμαστε πλέον πολύ κοντά στο επιθυμητό μέγεθος:
- Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (NPEs) είναι στα 8,1 δισ. ευρώ για τα οποία υπάρχει πρόβλεψη απομείωσης για το 60% χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η αξία των εμπράγματων καλυμμάτων.
Η ποιότητα του ενεργητικού είναι στο καλύτερο σημείο των τελευταίων 14 ετών με ότι αυτό συνεπάγεται για μια πιθανή μελλοντική επιβάρυνση των ισολογισμών τους.
Επί της ουσίας το μεγαλύτερο πρόβλημα στα δάνεια που δίνουν οι τράπεζες δεν είναι πια το μη ενήμερο κομμάτι, αλλά το πώς θα μεγαλώσουν το χαρτοφυλάκιό τους με νέες συμβάσεις. Και απ’ ότι φαίνεται η συνθήκη αυτή θα ικανοποιηθεί μερικώς με νέα έργα που σχετίζονται με το Ταμείο Ανάκαμψης.
Μετά από 15 χρόνια οι τράπεζες έχουν όλες τις προϋποθέσεις να δώσουν μέρισμα.
Να μοιράσουν στους μετόχους τους μέρος από αυτή την επαναλαμβανόμενη κερδοφορία.
Παράλληλα οι διοικήσεις είναι έτοιμες να ξεκινήσουν αγορές ιδίων μετοχών.
Η μέση απόδοση των ιδίων κεφαλαίων τρέχει με 15% ενώ η σχέση με την ενσώματη καθαρή θέση είναι κάτω από τη μονάδα από αρκετά (0,76x) έως πολύ (0,53x).
Επί του παρόντος οι αγορές ιδίων μετοχών αυξάνουν την αξία των υφιστάμενων μετόχων και θα στείλουν και ένα μήνυμα «υποστήριξης» στην υπόλοιπη αγορά.
Με αυτές τις υποθέσεις η μείωση της κερδοφορίας από τη μείωση του επιτοκιακού εισοδήματος μετά από δύο χρόνια μπορεί να είναι εξαιρετικά περιορισμένη ή να αντισταθμιστεί πλήρως από άλλες πηγές εσόδων.
Ακόμα όμως και αν υποθέσουμε ότι οι τράπεζες σε ένα ακραίο σενάριο χάνουν το 30% των κερδών τους το ΡΕ τους ανεβαίνει στο 6.
Ακόμα και έτσι ακριβές δεν τις λες.
-
{το άρθρο του ΜΧ δημοσιεύτηκε πρώτα στο Liberal.gr}