Του κ Κώστα Γιαζιτζόγλου, Προέδρου του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων
Η ανάληψη της προεδρίας του ΔΣ του Συνδέσμου μας σίγουρα αποτελεί μια μεγάλη τιμή, είναι όμως και μια πολύ σημαντική ευθύνη, ιδιαίτερα όταν διαδέχεται κανείς διοικήσεις που – αποδεδειγμένα- έκαναν σημαντικά πράγματα για τον ΣΜΕ. Στόχος του νέου ΔΣ δεν μπορεί να είναι άλλος από το να κτίσει πάνω στα όσα έχουν ήδη κατακτηθεί – αναγνώριση, εύστοχες και ουσιαστικές παρεμβάσεις, κύρος, αποδοχή της ορθότητας των θέσεων– για να προχωρήσει την επίλυση ζητημάτων που, χωρίς προφανείς λόγους, εκκρεμούν.
Όμως, ο ρόλος ενός κλαδικού συνδέσμου δεν είναι μόνον να εκπροσωπεί και να προβάλλει τα «συμφέροντα» και τις διεκδικήσεις των μελών του. Είναι πρωτίστως να αποτελεί και το «πρόσωπο» του κλάδου προς τα έξω. Η κοινωνία, οι πολίτες, δεν πολύ ενδιαφέρονται για τα προβλήματα που δημιουργεί το α νομοσχέδιο ή η β κρατική υπηρεσία στα μέλη μας. Πιθανότατα αντιμετωπίζουν και οι ίδιοι παρόμοιες, ή και χειρότερες προκλήσεις στις σχέσεις τους με το κράτος. Ενδιαφέρονται όμως για το αποτύπωμα, θετικό ή αρνητικό, που έχουν οι δραστηριότητες μας στην ζωή τους.
Η εξόρυξη, όπως και γενικότερα οι βιομηχανικές δραστηριότητες, αντιμετωπίζονται από τον μέσο πολίτη αρνητικά. Το φαινόμενο δεν είναι μόνον Ελληνικό, αλλά εμφανίζεται στις περισσότερες δυτικές κοινωνίες. Το στερεότυπο του αρνητικού περιβαλλοντικού αποτυπώματος, εργαλείο προώθησης ιδίων συμφερόντων κάποιων επαγγελματιών εθνοσωτήρων, γίνεται πολύ εύκολο αποδεκτό ως προφανές. ΟΙ βιομηχανικές και εξορυκτικές εγκαταστάσεις σπάνια «βελτιώνουν» την αισθητική του τοπίου, ενώ η όποια αρνητική περιβαλλοντική τους επίπτωση προβάλλεται συχνότατα στα μέσα και αποτυπώνεται εύκολα στην συλλογική μνήμη. Την ίδια στιγμή, κλαδικές οργανώσεις όπως ο ΣΜΕ, βρίσκονται συχνά στην θέση του απολογούμενου για γεγονότα τα οποία τις περισσότερες φορές, είτε παρερμηνεύονται, είτε απλά δεν αφορούν τα μέλη τους.
Μία συνήθης θέση σε αυτές τις περιπτώσεις είναι η θεωρία του «αναγκαίου κακού». Μη υπαρχούσης άλλη λύσης, θα ανεχθείτε την περιβαλλοντική όχληση για να έχουμε τις αναγκαίες πρώτες ύλες. Το ενδιαφέρον είναι ότι κανείς δεν καταφεύγει σε αυτή την θεωρία για να αποδεχθεί το αποτύπωμα άλλων κλάδων της οικονομίας, παρότι μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερο τόσο σε απόλυτα όσο και σε σχετικά μεγέθη.
Η προσπάθεια αντικατάστασης ενός βαθιά εδραιωμένου στερεότυπου μοιάζει άπελπις. Η προβολή όμως θετικών εικόνων ώστε να αποκτήσουν και αυτές θέση στο συλλογικό υποσυνείδητο, δεν είναι. Ο κλάδος μας, πέρα από την οικονομική σημασία του, έχει να παίξει -κατά κοινή αποδοχή, επιτέλους- και σημαντικό γεωπολικό ρόλο. Συνεισφέρει στην ανάπτυξη και ενσωμάτωση τεχνολογίας και καινοτομίας στην παραγωγική διαδικασία της χώρας μας. Παίζει κρίσιμο ρόλο στην αποκέντρωση και την περιφερειακή ανάπτυξη. Και- το κυριότερο – συμμετέχει ενεργά στην ουσιαστική προστασία του περιβάλλοντος. Αυτό το τελευταία ακούγεται πολλές φορές οξύμωρο, αλλά προκύπτει από μια απλή ανάλυση των στοιχείων. Δεν είναι μόνον το γεγονός ότι η «πράσινη μετάβαση» έχει ανάγκη από ορυκτά περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Είναι και ένα «βολικό» λογικό λάθος, που κάνουν οι πολέμιοι της εξόρυξης. Η σύγκριση γίνεται μεταξύ της παραγωγής των απαραίτητων ορυκτών στην Ελληνική – ή κατ επέκταση στην Ευρωπαϊκή – επικράτεια και της παρθενογένεσης τους. Προφανώς, αν πρέπει να επιλέξω μεταξύ ορυκτών με εξόρυξη και ορυκτών χωρίς εξόρυξη, θα επιλέξω το δεύτερο. Αν όμως κάποιος κάνει τον κόπο να υπολογίσει το τι σημαίνει η εξόρυξη των ορυκτών σε κάποιο «άλλο» μέρος του πλανήτη, θα διαπιστώσει ότι πρόκειται για περιβαλλοντική καταστροφή. Αν για παράδειγμα, αποφασίσουμε να εισάγουμε τα απαραίτητα για την χώρα μας αδρανή υλικά από μια γειτονική χώρα , η μεταφορά τους θα διπλασιάσει τα αέρια του θερμοκηπίου που εκπέμπονται από τα οχήματα που κινούνται στην Ελλάδα σήμερα. Δεν νομίζω ότι αυτό αποτελεί πρακτική προστασίας του περιβάλλοντος.
Το νέο ΔΣ του ΣΜΕ έχει την φιλοδοξία να προσπαθήσει να ενημερώσει την κοινή γνώμη για την θετική συνεισφορά της εξόρυξης στο κοινωνικό – οικονομικό γίγνεσθαι, παράλληλα με την προσπάθεια επίλυσης ζητημάτων που εμποδίζουν την υγιή ανάπτυξη του κλάδου. Η ενεργή συμμετοχή όλων των μελών μας στην προσπάθεια αυτή, θα κρίνει το αποτέλεσμα.