Οι Διευθύνοντες Σύμβουλοι (CEOs) των επιχειρήσεων αναζητούν ενεργά τρόπους για να προλάβουν την τριπλή απειλή από τον απόηχο της πανδημίας COVID-19, τις αυξανόμενες γεωπολιτικές εντάσεις και τον πληθωρισμό, σύμφωνα με την τελευταία έκδοση του CEO Outlook Pulse της EY.
Η έρευνα, η οποία κατέγραψε τις απόψεις 760 CEOs σε όλο τον κόσμο σχετικά με τις προοπτικές, τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες που αντιμετωπίζουν, διαπίστωσε ότι, περισσότεροι από τέσσερις στους 10 (43%) CEOs, αντιμετωπίζουν τη συνέχιση ή την επιστροφή των διαταραχών που σχετίζονται με τον COVID-19, συμπεριλαμβανομένων νέων lockdowns και πιέσεων στην αλυσίδα εφοδιασμού, ως τον μεγαλύτερο κίνδυνο για τις δραστηριότητές τους.
Ο κίνδυνος αυτός αξιολογείται ως μεγαλύτερος στην περιοχή Ασίας – Ειρηνικού (48%), σε σχέση με την Αμερικανική Ήπειρο (43%) ή την Ευρώπη (41%). Επαυξάνοντας την τέλεια καταιγίδα για την οποία προετοιμάζονται οι CEOs, το 35% των ερωτηθέντων επισημαίνουν τις γεωπολιτικές εντάσεις και το 34% τον πληθωρισμό ως κρίσιμους κινδύνους για την ανάπτυξη, με την πλειοψηφία (69%) να προβλέπει ότι ο πληθωρισμός θα επηρεάσει αρνητικά την απόδοση και την ανάπτυξη της εταιρείας τους. Μια σημαντική μειοψηφία (16%) αναγνώρισε τον πληθωρισμό ως τη μεγαλύτερη απειλή για τα έσοδα και τα περιθώρια κέρδους της εταιρείας τους.
Ως αποτέλεσμα των αυξημένων γεωπολιτικών εντάσεων, το 95% των ερωτηθέντων αναδιαμορφώνουν τα επενδυτικά τους σχέδια και λειτουργίες. Σύμφωνα με την έρευνα της EY, οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι υποχρεώνουν τους διευθύνοντες συμβούλους να καθυστερούν τις προγραμματισμένες επενδύσεις μέχρι να βελτιωθεί η κατάσταση (43%).
Πολλοί ερωτηθέντες αναδιαρθρώνουν τις αλυσίδες εφοδιασμού της εταιρείας τους (40%) και μεταφέρουν λειτουργικά περιουσιακά στοιχεία (39%), ενώ το ένα τρίτο διακόπτει τις δραστηριότητες σε ορισμένες αγορές (30%) ή σταματά εντελώς τις προγραμματισμένες επενδύσεις (29%).
Στρατηγικές επενδύσεις για τον μετριασμό των κινδύνων με περισσότερους από τους μισούς CEOs να σχεδιάζουν συγχωνεύσεις και εξαγορές
Οι Διευθύνοντες Σύμβουλοι που συμμετείχαν στην έρευνα ανέφεραν την ανάδειξη της βιώσιμης ανάπτυξης ως βασικής πτυχής όλων των προϊόντων και υπηρεσιών τους, με στόχο την προσέλκυση πελατών (39%) και τη χρήση τεχνολογίας για την ενίσχυση της αφοσίωσης των πελατών (34%), ως τις βασικές ενέργειες που σχεδιάζουν να ακολουθήσουν για να αντιμετωπίσουν το προσεχές δύσκολο εξάμηνο.
Ταυτόχρονα, μια σημαντική πλειοψηφία (64%) σκοπεύει να αυξήσει τις επενδύσεις κεφαλαίου, έναντι μόλις 14% που σχεδιάζει να τις μειώσει. Περισσότεροι από τους μισούς (52%) σχεδιάζουν να πραγματοποιήσουν εξαγορά το επόμενο έτος, ενώ σχεδόν οι μισοί (40%) από τους ερωτηθέντες σχεδιάζουν να δραστηριοποιηθούν σε όλα τα μέτωπα, αναζητώντας να αποκτήσουν, να εκχωρήσουν και να συνάψουν νέες κοινοπραξίες ή στρατηγικές συμμαχίες. Αναφερόμενοι στην επόμενη συναλλαγή τους, το 21% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι αυτή θα οφείλεται στην ανάγκη να επενδύσουν σε μια επιχείρηση που βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο ώστε να ενισχύσουν το υπάρχον χαρτοφυλάκιό τους και να αποκτήσουν πρόσβαση σε νέα ταλέντα, ενώ το 15% ανέφεραν ότι θα προσπαθήσουν να αποκτήσουν μια επιχείρηση σε έναν παραπλήσιο κλάδο, προκειμένου να ανοίξουν νέους δρόμους ανάπτυξης.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έρευνας, ο κ. Τάσος Ιωσηφίδης, Εταίρος και Επικεφαλής του Τμήματος Συμβούλων Εταιρικής Στρατηγικής και Συναλλαγών της EY Ελλάδος, δήλωσε: «Σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον που επηρεάζεται άμεσα από τις συνεχιζόμενες επιπτώσεις της πανδημίας, τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις και τον πληθωρισμό, οι επικεφαλής των επιχειρήσεων είναι υποχρεωμένοι να επανεξετάσουν τα επενδυτικά τους σχέδια. Ενώ πολλές επιχειρήσεις επιλέγουν να περιορίσουν ή και να διακόψουν τις δραστηριότητές τους σε χώρες υψηλού κινδύνου, οι δύο στις τρεις σχεδιάζουν να αυξήσουν τις επενδύσεις τους, και πάνω από τις μισές να πραγματοποιήσουν εξαγορές τον επόμενο χρόνο. Η εξέλιξη αυτή δημιουργεί ευκαιρίες και για τις ελληνικές επιχειρήσεις, οι οποίες θα πρέπει να είναι κατάλληλα προετοιμασμένες με ένα πειστικό αναπτυξιακό σχέδιο».