BP, IKEA, H&M, Apple ήταν μερικοί από τους ξένους επιχειρηματικούς ομίλους που ανακοίνωσαν την αποχώρησή τους από την ρωσική αγορά, αμέσως μόλις άρχισαν οι εχθροπραξίες στην Ουκρανία. Το ίδιο έκαναν πολλές γερμανικές επιχειρήσεις, όπως η Mercedes Benz, η Volkswagen, η Obi. Σε πολλές περιπτώσεις η αποχώρηση συνοδεύθηκε από ηχηρές ανακοινώσεις και εκτενή κάλυψη στα ΜΜΕ. “Κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να σταματήσουμε τον Πούτιν” είναι το μήνυμα που φαίνεται να εκπέμπει η αποχώρηση από τη ρωσική αγορά.
Κι όμως, άλλες γερμανικές επιχειρήσεις, όπως ο εμπορικός κολοσσός Metro, προτίμησαν να παραμείνουν. Κάθε τόσο ο Στέφεν Γκρόιμπελ, επικεφαλής του ομίλου , καλείται να απολογηθεί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Προ ημερών η Όλγκα Ποντόροζνα, πρώην εργαζόμενη στον όμιλο Metro επί επτά ολόκληρα χρόνια, έγραφε στο Linkedin ότι η ίδια βρέθηκε στο μέτωπο και “έπιασε όπλο”, ενώ ο όμιλος θα “πρέπει να αποχωρήσει” από τη Ρωσία, υπό τις παρούσες συνθήκες. “Η οικονομική επιτυχία της επιχείρησής σας δεν εξαρτάται αποκλειστικά από τη Ρωσία”, ανέφερε χαρακτηριστικά. “Ας μην υποκρινόμαστε ότι δεν μας αφορά αυτός ο πόλεμος, πρέπει να σταματήσουμε τον Πούτιν”.
Όταν κινδυνεύει η “φήμη” της επιχείρησης
Απαντώντας σε σχετικό ερώτημα της DW o Φόλκερ Τράιερ, ηγετικό στέλεχος του Γερμανικού Βιομηχανικού και Εμπορικού Επιμελητηρίου (DIHK), λέει ότι κατά καιρούς εμφανίζονται “εχθρικά σχόλια” στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ότι μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη φήμη του στην αγορά όποιος συνεχίζει τις επιχειρηματικές του δραστηριότητες, την ώρα που οι βόμβες χτυπούν την Ουκρανία. Ο όμιλος Metro αιτιολογεί την παραμονή του με τις θέσεις εργασίας που διακυβεύονται. Ενδεχόμενη αποχώρησή του από τη ρωσική αγορά ασφαλώς θα είχε συνέπειες για τους 10.000 ανθρώπους που εργάζονται στη ρωσική θυγατρική του ομίλου, αλλά και για εκατομμύρια μικροεπιχειρηματίες ή αυτοαπασχολούμενους που συνεργάζονται μαζί του.
Το ίδιο ισχύει και για άλλες μεγάλες γερμανικές επιχειρήσεις. Η Bayer και η Henkel θέλουν να διατηρήσουν, εν μέρει τουλάχιστον, τις δραστηριότητές τους στη Ρωσία. Ειδικά η Bayer τονίζει τη συμβολή της για την παροχή ιατρικής περίθαλψης στους Ρώσους πολίτες. Το επιχείρημα των 2.500 θέσεων εργασίας προβάλλει η Henkel. Η χημική βιομηχανία BASF και η φαρμακευτική Stada δηλώνουν επίσης ότι θα παραμείνουν στη Ρωσία. Όλες οι γερμανικές επιχειρήσεις έχουν ωστόσο εκδώσει ανακοινώσεις, με τις οποίες καταδικάζουν τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Η αλήθεια είναι βέβαια ότι οι επιχειρήσεις ανησυχούν και για τον τζίρο τους. Για παράδειγμα o όμιλος Metro πραγματοποιεί στη Ρωσία το 10% του συνολικού τζίρου σε όλον τον κόσμο, σύμφωνα με εκτιμήσεις της οικονομικής επιθεώρησης Handelsblatt. H Deutsche Telekom απασχολεί περίπου 2.000 στελέχη πληροφορικής, υψηλής κατάρτισης, σε τρεις πόλεις της Ρωσίας. Μέχρι στιγμής δεν σκέπτεται την αποχώρηση, αλλά “προσπαθεί να βρει μία άλλη λύση”, όπως δηλώνει εκπρόσωπος της επιχείρησης στην Handelsblatt.
Άλλες επιχειρήσεις, όπως η Siemens (που διατηρεί συνεχή παρουσία στη Ρωσία από το 1851) προκρίνουν μία μέση λύση και δηλώνουν ότι δεν θα επιδιώξουν νέες δουλειές στη Ρωσία, αλλά απλώς θα διατηρήσουν τις σημερινές δραστηριότητές τους. Πρόκειται μάλλον για επιλογή με καθαρά συμβολική αξία, δεδομένου ότι για παράδειγμα η Siemens δεν πραγματοποιεί πάνω από το 1% του ετήσιου τζίρου της στη Ρωσία. Σύμφωνα με στοιχεία του DIHK, πριν από την έναρξη του πολέμου είχαν δραστηριοποιηθεί στη ρωσική αγορά 3.651 γερμανικές επιχειρήσεις, που απασχολούσαν συνολικά 280.000 εργαζόμενους.
Η δαμόκλειος σπάθη της “απαλλοτρίωσης”
Εκτός από τα ηθικά διλήμματα οι γερμανικές επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν πλέον και ισχυρές πιέσεις από την πλευρά της Μόσχας, η οποία απειλεί να “απαλλοτριώσει” τα περιουσιακά στοιχεία εταιριών που εγκαταλείπουν τη ρωσική αγορά λόγω του πολέμου. Δεν είναι πάντως η πρώτη φορά που ακούγονται τέτοιες απειλές. Όπως δήλωσε προ ημερών ο αντιπρόεδρος του Συμβουλίου Ασφαλείας, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, στόχος της ρωσικής πλευράς είναι να ξαναρχίσει η παραγωγική διαδικασία στις εγκαταστάσεις που αφήνουν πίσω τους οι Γερμανοί. Η δήλωση αυτή προκάλεσε συναγερμό σε επιχειρήσεις όπως η Lufthansa, η Volkswagen και η Daimler Benz. Η αυτοκινητοβιομηχανία Volkswagen λειτουργεί δικό της εργοστάσιο στην πόλη Καλούγκα, κοντά στη Μόσχα. Εργοστάσιο διατηρεί στη Ρωσία και η Mercedes Benz. Η Obi, εταιρεία με είδη σπιτιού, ανακαίνισης και κηπουρικής, έχει αναπτύξει ολόκληρο δίκτυο 27 καταστημάτων στη Ρωσία. Συνολικά οι άμεσες επενδύσεις των γερμανικών επιχειρήσεων στη χώρα φτάνουν τα 26 δισεκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με στοιχεία της Μπούντεσμπανκ. “Με αυτά τα δεδομένα οι απειλές δεν είναι αμελητέες, αν και μεσοπρόθεσμα βλάπτουν περισσότερο την ίδια τη Ρωσία” εκτιμά ο Φόλκερ Τράιερ, στέλεχος του DIHK.
Όποιος παραμένει, …διαμαρτύρεται
Σε τελική ανάλυση, η απόφαση για παραμονή ή αποχώρηση από τη Ρωσία λαμβάνεται με κριτήρια την εικόνα της επιχείρησης, αλλά και τον τζιρο της, καθώς και τις μελλοντικές προοπτικές για την επιχειρηματική της δραστηριότητα. Όποιος παραμείνει στην αγορά, θα πρέπει να βρει λύσεις για τα νέα προβλήματα που ανακύπτουν. Όπως επισημαίνει ο Φόλκερ Τράιερ, οι περιορισμοί στο σύστημα πληρωμών, καθώς και η αποχώρηση πολλών εταιριών logistics από την αγορά έχουν προκαλέσει σημαντικές δυσκολίες, ακόμη και σε επιχειρηματικούς κλάδους που δεν επιβαρύνονται με κυρώσεις. Για παράδειγμα πολλές γερμανικές επιχειρήσεις διαμαρτύρονται για διαταραχές στην αλυσίδα των προμηθευτών τους, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα ακόμη και τη διακοπή της παραγωγής για ορισμένο χρονικό διάστημα.
Νέα προβλήματα ανακύπτουν με τις πληρωμές σε συνάλλαγμα. Αυτές τις μέρες η ρωσική πλευρά προετοιμάζει ένα “διάταγμα έκτακτων οικονομικών μέτρων”, με το οποίο κατά πάσα πιθανότητα θα υποχρεώνονται οι ρωσικές θυγατρικές δυτικών ομίλων να αλλάζουν σε ρούβλια ποσοστό έως και 80% των εσόδων τους από εξαγωγικές δραστηριότητες. Το μοντέλο αυτό δεν φαίνεται ελκυστικό, από τη στιγμή που το ρούβλι έχει χάσει μεγάλο μέρος της αξίας του απέναντι σε ισχυρά ξένα νομίσματα και ο πληθωρισμός ακολουθεί συνεχή ανοδική πορεία. Ποιο το νόημα του μέτρου για τη ρωσική πλευρά; Άγνωστο, προς το παρόν.
Mε πληροφορίες από Deutsche Welle