‘Έρευνα της ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ που έγινε σε συνεργασία με την εταιρεία ΜARC ΑΕ σε πανελλαδικό δείγμα 1.008 μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων διαπιστώνει ότι μία στις τέσσερις επιχειρήσεις είναι εγκλωβισμένη από την υπερχρέωση ενώ αντίστοιχο είναι το ποσοστό όσων έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το Δημόσιο.
Σύμφωνα με την έρευνα τα προβλήματα υπερχρέωσης εντοπίζονται σε ποσοστό 25% επί του συνόλου των επιχειρήσεων. Σταθερά υψηλότερο είναι το ποσοστό των επιχειρήσεων με καθυστερημένες οφειλές προς το πρώην ασφαλιστικό ταμείο των επαγγελματιών (ΟΑΕΕ, 26,3%). Αντίστοιχο είναι το ποσοστό των επιχειρήσεων που δηλώνει ότι έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία. Ποσοστό το οποίο στην τρέχουσα έρευνα αυξήθηκε στο 24,8% από 23,8% που ήταν στην προηγούμενη.
Κι όλα αυτά παρά το γεγονός ότι πρόσφατα τέθηκαν σε ισχύ οι ρυθμίσεις του εξωδικαστικού μηχανισμού. Το συνολικό ύψος των ληξιπρόθεσμων οφειλών που προστέθηκε μέσα στο 2017 ανήλθε στα 6,01 δισ. ευρώ (στοιχεία διοικητή ΑΑΔΕ), ενώ 81.000 μικρές επιχειρήσεις δηλώνουν ότι έχουν βρεθεί αντιμέτωπες το προηγούμενο εξάμηνο με κατάσχεση/ ή δέσμευση λογαριασμών για οφειλές.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σημαντική αποκλιμάκωση παρατηρείται στον αριθμό των επιχειρήσεων που εκτιμά ότι δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις φορολογικές υποχρεώσεις του έτους (19,6% έναντι 23,7% στην προηγούμενη έρευνα). Ενώ αμετάβλητες παραμένουν οι οφειλές των επιχειρήσεων προς τον ιδιωτικό τομέα, καθώς εκείνες που δηλώνουν ότι καθυστερούν να καταβάλλουν οφειλές σε προμηθευτές, για ενοίκια και για δόσεις δανείου διατηρούνται αντίστοιχα στο 19,8%, 15,7% και 16,5%.
Οι στατιστικές εκτιμήσεις του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ δείχνουν ότι το 8,9%, των επιχειρήσεων έχει ταυτόχρονα οφειλές σε δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία. Τα συνολικά ληξιπρόθεσμα χρέη νοικοκυριών και επιχειρήσεων προς την εφορία, τα ασφαλιστικά ταμεία και τις τράπεζες πλέον υπερβαίνουν τα 230 δις (99,9 δις στην εφορία, 31,2 δισ. στο ΚΕΑΟ και 100,4 δισ. στις τράπεζες), ενώ η τάση τους παραμένει αυξανόμενη. Το 16,8% των μικρών επιχειρήσεων (πάνω από 110.000 φυσικά ή νομικά πρόσωπα) οφείλουν πάνω από 20.000 ευρώ.
Αναφορικά με τον εξωδικαστικό μηχανισμό, στην έρευνα σημειώνεται πως δεν έχει επιφέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα και ότι μόνο μία στις εννέα οφειλέτριες επιχειρήσεις δηλώνει ότι έχει κάνει ήδη διακανονισμό, ανεξαρτήτως των διαθέσιμων εργαλείων που χρησιμοποίησε.
Παρ’ όλα αυτά εκτιμάται ότι 60.000 επιχειρήσεις αποτελούν τον βασικό πυρήνα των δυνητικών δικαιούχων που θα αιτηθούν υπαγωγής στη ρύθμιση. Η ΓΣΕΒΕΕ, στην έρευνά της επαναφέρει το θέμα της Δεύτερης Ευκαιρίας για τις επιχειρήσεις, με έμφαση στη μεταβίβαση από γενιά σε γενιά και στήριξη όσων επιθυμούν να επιχειρήσουν ξανά.