Του Δημήτρη Μάρδα, Καθηγητή Τμήματος Οικονομικών Επιστημών, π. Αν. Υπουργού Οικονομικών
Το 2008 ζήσαμε μια ακόμη οικονομική κρίση με αιχμή του δόρατος το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Οι αιτίες ήταν εμφανείς, ενώ πολλοί οικονομολόγοι την είχαν προβλέψει. Τότε γνωρίζαμε και βλέπαμε τον… εχθρό.
Η νέα κρίση δεν είναι χρηματοπιστωτική, αλλά κάτι άλλο. Τώρα διαταράσσεται ταυτόχρονα η προσφορά και η ζήτηση στην πραγματική οικονομία. Για τη θεραπεία του προβλήματος τα ηνία οφείλει να τα πάρει η δημοσιονομική πολιτική μια και η νομισματική έχει χάσει πολύ έδαφος. Πράγματι, τα επιτόκια δανεισμού είναι χαμηλά ενώ οι παρεμβάσεις της σε κάποιες μεγάλες αγορές με ήδη ακριβά ομόλογα (ΗΠΑ, Γερμανίας) φαίνονται περιορισμένες. Υπάρχουν όμως άλλες αγορές όπου μπορεί να παρέμβει.
Οι Βρυξέλλες πρέπει να αφυπνιστούν κάποια ώρα και ο κοινοτικός προϋπολογισμός να παίξει έναν διαφορετικό ρόλο. Είναι προφανές ότι δημοσιονομικοί κανόνες που ισχύουν από το 1993 έχοντας ως βάση τη «Συνθήκη του Μάαστριχτ» σκόπιμο θα ήταν να αναδιατυπωθούν.
Εκτός από τις γνωστές συνταγές τόνωσης της οικονομίας, (βλ. ΕΣΠΑ, σχέδιο Γιουνκέρ κ.λπ) η έκδοση ομολόγων σε μεγάλη κλίμακα εκ μέρους της Επιτροπής με την εγγύηση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) είναι μια άλλη λύση. Επίσης, ως προς το νομισματικό σκέλος, η ανταλλαγή τίτλων –έστω και σκουπιδιών– που χρησιμοποιούνται εκ μέρους των εμπορικών τραπεζών ως παρακαταθήκη στην ΕΚΤ να συνεχίσει με ιδιαίτερη ένταση στο όνομα της αύξησης της ρευστότητας.
Τέλος, στο πλαίσιο της βελτίωσης της ρευστότητας, ίσως ωρίμασε ο καιρός να εξετάσουμε σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, διάφορες άλλες εναλλακτικές λύσεις, που κινούνται όμως εκτός της κυρίαρχης προσέγγισης. (βλ. αναλυτικότερα Μάρδας-Κάντζης http://xanthidisathens.blogspot.com/2013/06/blog-post_3.html)
Χρειάζονται λοιπόν άμεσα μέτρα βραχυπρόθεσμα για τις επιχειρήσεις, που θα ενισχύσουν το κεφάλαιο κίνησης τους στο όνομα της προστασίας της απασχόλησης και μεσοπρόθεσμα στο όνομα της τόνωσης των επενδύσεων. Πέρα όμως από τις όποιες παρεμβάσεις εκ μέρους της ΕΕ, μεγάλο βάρος σε εθνικό επίπεδο, πέφτει στον κρατικό προϋπολογισμό και στις στοχευμένες του κινήσεις.
Η κατάργηση του ΕΝΦΙΑ των επιχειρήσεων και του τέλους επιτηδεύματος θα μπορούσε να είναι ένα σημείο εκκίνησης. Από την άλλη βέβαια η ενδυνάμωση του Εθνικού Συστήματος Υγείας αποτελεί μονόδρομο και αδιαμφισβήτητη αναγκαιότητα. Αποδείχθηκε ατυχής επιλογή η μείωση κατά 300 εκ ευρώ του προϋπολογισμού του Υπουργείου Υγείας για 2020.
Το 2008 με το 2020 μοιάζουν μόνο ως προς το προφίλ της κατάρρευσης. Τότε όπως και τώρα «ξεφούσκωσαν» τα χρηματιστήρια ενώ αυξήθηκε ο δείκτης φόβου των αγορών.
Η ισορροπία του τρόμου προσγείωσε τα χρηματιστήρια και μια νέα επανεκκίνηση της οικονομίας, μάλλον βίαια, είναι προ των πυλών, με δεκάδες τραύματα και με ανυπολόγιστους ως σήμερα νεκρούς χωρίς πόλεμο αυτήν τη φορά.
Η Goldman Sachs πραγματοποίησε πρόσφατα έρευνα σε 1.500 επενδυτικές εταιρείες. Οι προβλέψεις της είναι μελανές, καθώς το κύριο συμπέρασμα που προέκυψε, είναι το εξής. Κατά τις επόμενες 6-8 εβδομάδες θα δούμε μία νέα ισχυρή παγκόσμια οικονομική ύφεση.
Μέρος της παγκόσμιας παραγωγής θα καταρρεύσει. Λόγω της διεθνοποίησης όμως της αγοράς θα αντιμετωπίσουν προβλήματα ακόμη και υγιείς επιχειρήσεις καθώς θα χάσουν τις πηγές εφοδιασμού τους. Εάν διακοπεί λοιπόν η αλυσίδα εφοδιασμού, μια τόνωση μόνο της ζήτησης δεν επιλύει το πρόβλημα.
Και σε όλο αυτό το πανδαιμόνιο, που θα οδηγήσει στην όξυνση της ανεργίας το προσφυγικό-μεταναστευτικό πρόβλημα έρχεται να εξυπηρετήσει στόχους της παγκοσμιοποίησης, που τέθηκαν κατά τις διαπραγματεύσεις του «Γύρου της Ντόχα» κατά την έναρξη της δεκαετίας του 2000. Αυτοί αφορούσαν στα ανοιχτά σύνορα με τη διεθνοποίηση της εργασίας.
Οι μετακινήσεις είτε νόμιμων είτε παράνομων εργαζομένων προκαλούν τις ακόλουθες εξελίξεις στις χώρες όπου φιλοξενούνται: Είτε εμποδίζεται η άνοδος των αμοιβών της εργασίας στην πρώτη περίπτωση είτε προκαλείται η μείωση τους στη δεύτερη. Η δεύτερη είναι πιο ελκυστική στα μάτια της επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Κι εδώ βέβαια συγκρούεται η αλληλεγγύη που δείχνουν οι λαοί σε κάθε απελπισμένο πρόσφυγα-μετανάστη με την τάση για όλο και πιο ισχυρή διεθνοποίηση της εργασίας. Κατ’ άλλους όμως οι δυο αυτές τάσεις συμπορεύονται και καταλήγουν στον ίδιο ανεκπλήρωτο ως τώρα στόχο: Στην όλο και πιο φθηνή εργασία.
Κι όλα όσα συμβαίνουν στις ημέρες μας, δηλαδή η κατάρρευση των οικονομιών λόγω Κορωνοϊού, σε συνδυασμό με την έξαρσή του προσφυγικού-μεταναστευτικού, αν και φαίνονται ασύνδετα μεταξύ τους, στην ουσία μάλλον δεν είναι. Θέτουν τον πλανήτη σε άλλη τροχιά, όπου το 0,7% των ενηλίκων του, που κατέχει το 45% του παγκόσμιου πλούτου κατά την Credit Swiss, θα δυναμώσει ακόμη περισσότερο τη θέση του απέναντι στο αντίπαλο 99% πατώντας αυτήν την φορά σε δυο βάρκες:
Από τη μια, στις ευκαιρίες που προσφέρουν τα απαξιωμένα χρηματιστήρια, ενώ από την άλλη στην άφθονη φθηνή εργασία των μεταναστευτικών-προσφυγικών ρευμάτων.