Η Shein έχει κατακτήσει πάνω από το ένα τέταρτο της αμερικανικής αγοράς «fast-fashion» και η ταχεία ανάπτυξή της απειλεί καθιερωμένους παίκτες όπως η ισπανική Inditex και η σουηδική H&M.
Η επιχείρηση βασίζεται στο μοντέλο fast-fashion που πρωτοστάτησαν άλλοι, συμπεριλαμβανομένης της Zara του ομίλου Inditex. Όμως, μέσω της χρήσης αυτοματισμού, τεχνητής νοημοσύνης και μιας καλά σχεδιασμένης εφοδιαστικής αλυσίδας, η Shein βρήκε τον τρόπο να το λειτουργήσει φθηνότερα και πιο γρήγορα.
Τους πρώτους μήνες του 2021, τα download των app της υστερούσαν μόνο έναντι της Amazon και τα επίπεδα εμπλοκής στο TikTok ήταν σημαντικά υψηλότερα από αυτά των ανταγωνιστών.
Παρά την τόσο ταχεία άνοδο, υπάρχουν ελάχιστες δημόσιες αναφορές για την εταιρεία ή τον αινιγματικό ιδρυτή της, πέρα από το ότι ξεκίνησε πουλώντας προϊόντα κινεζικής κατασκευής, από γυαλιά ηλίου έως νυφικά για εξαγωγή σε μεμονωμένους πελάτες στις ΗΠΑ, και ότι άλλαξε το όνομά της από SheInside to Shein το 2015.
Στην πορεία, η Shein έχει γίνει μία από τις λίγες κινεζικές καταναλωτικές φίρμες που μπήκαν στην αγορά των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Η ανταγωνιστικότητα της εταιρείας, σημειώνουν οι Financial Times, θέτει επίσης υπό αμφισβήτηση την ιδέα ότι η εποχή της υπερφθηνής βιομηχανικής παραγωγής στην Κίνα έχει τελειώσει.
«Δεν ήρθαμε από το πουθενά», λέει ο George Chiao, επικεφαλής της εταιρείας στις ΗΠΑ, όπου η Shein φέτος ξεπέρασε την H&M και τη Zara και έγινε ο μεγαλύτερος σε πωλήσεις λιανοπωλητής fast-fashion, σύμφωνα με την εταιρεία ανάλυσης δεδομένων λιανικής Earnest. «Ξοδέψαμε τα τελευταία 10 χρόνια χτίζοντας τα θεμέλια της εταιρείας».