Η κρίση που προκάλεσε παγκοσμίως η μετάδοση του κορωνοϊού είχε αντίκτυπο στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες αλλά και στην αγορά πετρελαίου όπου καταγράφηκε δραματική πτώση των τιμών. Ως επακόλουθο, χάθηκε η επενδυτική εμπιστοσύνη, και σημειώθηκαν μεγάλες αναταραχές στις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Η όλη κατάσταση εξελίσσεται με ταχείς ρυθμούς και ενώ δεν υπάρχει πλήρης εικόνα για τις συνέπειες του κορωνοϊού στις ευρωπαϊκές τράπεζες, το μόνο σίγουρο είναι ότι θα είναι αρνητικές.
Στοιχεία-κλειδιά που προκύπτουν από την ανάλυση του οίκου DBRS σχετικά με τον αντίκτυπο του κορονoϊού είναι τα εξής:
-Σε αυτό το (οικονομικό) περιβάλλον, αναμένεται αποδυνάμωση της κερδοφορίας για τις ευρωπαϊκές τράπεζες συγκριτικά με τα επίπεδα του 2019, με την πίεση να γίνεται εντονότερη ως προς τα καθαρά περιθώρια επιτοκίων, ενώ θα περιοριστούν οι δυνατότητες δανεισμού, έναντι των προβλέψεων. Τα καθαρά έσοδα από αμοιβές και προμήθειες αναμένεται επίσης να επηρεαστούν. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του οίκου, σχετικά με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια,οι πωλήσεις τους σε επενδυτές θα καθυστερήσουν.
Οι τράπεζες στην Ιταλία και την Ελλάδα θα επηρεαστούν πιο πολύ, αλλά και οι τράπεζες στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία αναμένεται να δεχτούν ισχυρούς τριγμούς.
-Το μέγεθος των επιπτώσεων από τις καθυστερήσεις είναι αβέβαιο, αλλά τα τέλη απομείωσης πιθανόν να αυξηθούν, αντανακλώντας τις χαμηλότερες οικονομικές προβλέψεις στα μοντέλα απομείωσης και την εξασθένιση της ποιότητας του ενεργητικού
-Εν τω μεταξύ, τα μέτρα που θεσπίστηκαν από τις κυβερνήσεις και τις κεντρικές τράπεζες θα παράσχουν κάποια ανακούφιση, αν και δημιουργούν επίσης προκλήσεις (π.χ. χαμηλότερα επιτόκια).
-Όσον αφορά τους ισολογισμούς, οι τράπεζες βρίσκονται σε καλύτερη θέση από ό, τι κατά την έναρξη της κρίσης του 2008, με ισχυρότερα κεφάλαια, ρευστότητα και χρηματοοικονομικά χαρακτηριστικά. Ωστόσο, αν οι αγορές εξακολουθήσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα να δέχονται ισχυρές πιέσεις, τότε ορισμένες τράπεζες ενδεχομένως να χρειαστούν στήριξη μέσω χρηματοδότησης από την ΕΚΤ για να καλύψουν τις ανάγκες αναχρηματοδότησης του 2020 και να αναβάλουν ορισμένες εκδόσεις χρεών.
-Υπάρχουν ακόμη πιθανοί λειτουργικοί κίνδυνοι, αλλά η τεχνολογία και οι ρυθμιστικές αρχές πρέπει να υποστηρίζουν τη συνέχεια της λειτουργίας των τραπεζικών ιδρυμάτων.