Η τραπεζική του 2018, δεν μοιάζει με την τραπεζική του 2008. Οι ισολογισμοί που δημοσιεύονται είναι αποκαλυπτικοί.
Το πρώτο μήνυμα που στέλνουν οι ισολογισμοί είναι ότι οι τράπεζες, μόνο για τα νέα διεθνή λογιστικά πρότυπα IFRS 9, θα χρειαστούν περί τα 5,1 δισ. ευρώ.
Η Αlpha Bank θα χρειαστεί 1,1 δισ., η Εθνική 1,45 δισ., η Εurobank 1 δισ. και η Πειραιώς 1,6 δισ. Η απόσβεση θα γίνει σταδιακά σε μια πενταετία αλλά αυτό δεν φαίνεται να διευκολύνει κάποιες τράπεζες.
Το δεύτερο μήνυμα είναι πιο σημαντικό: Τα παλιά βαριά δίκτυα καταστημάτων δεν είναι πλέον ούτε χρήσιμα ούτε λειτουργικά.
Μέσα στα καταστήματα, οι υπάλληλοι όταν δεν ασχολούνται με διαδικαστικά ζητήματα, πληρωμές, καθυστερήσεις, «κόκκινα δάνεια», γραφειοκρατία, απλώς δεν έχουν πραγματικό αντικείμενο εργασίας.
Οι συναλλαγές μέσω διαδικτύου υποκαθιστούν την φυσική παρουσία.
Η συμβουλευτική τραπεζική –δυστυχώς- αφορά μόνο τη διαχείριση δανείων, χρεών και υποχρεώσεων. Η χρηματοδότηση νέων υγιών αναπτυξιακών επιχειρηματικών πρωτοβουλιών είναι σπάνια κι εξαιρετικά δύσκολη.
Σε μια υπερχρεωμένη και υπερδανεισμένη οικονομία, η χορήγηση νέων δανείων για να καλυφθούν οι πληγές του παρελθόντος, μέχρι να ανοίξουν οι νέες πληγές του παρόντος, είναι σαν να προσφέρεις διαρκώς τσίπουρο σ’ έναν μεθυσμένο αλκοολικό.
- Όσοι μπορούν, όσοι έχουν αντικειμενικά τα προσόντα να δανειστούν, για να χρηματοδοτήσουν υγιή επιχειρηματικά σχέδια, αποφεύγουν το τραπεζικό σύστημα.
Στρέφονται κατ’ ευθείαν στις αγορές, στους αποταμιευτές, στους επενδυτές και στα funds όπου οι διαδικασίες είναι γρήγορες, σαφείς, ανοικτές και κυρίως αποτελεσματικές.
Οι τράπεζες του σήμερα, δυστυχώς, ακόμη διαχειρίζονται τη μιζέρια του χθες.
- Φορτωμένοι με 110 δις Ευρώ «κόκκινα δάνεια», με τη σφραγίδα της «ειδικής περίπτωσης» στο ευδιάκριτη στο μέτωπο, με τις καταθέσεις να μειώνονται μήνα με το μήνα, οι Έλληνες τραπεζίτες δεν μπορούν ούτε να δανειστούν ούτε φυσικά να δανείσουν.
Το φαινόμενο δεν είναι μόνον ελληνικό, αφορά όμως κυρίως την Ελλάδα.
Σήμερα, περισσότερα από 10 τρισεκατομμύρια δολάρια έχουν τοποθετηθεί σε ομόλογα μηδενικού ή αρνητικού επιτοκίου. Αποφεύγουν να τοποθετηθούν σε ελληνικές αξίες, αποφεύγουν τον ελληνικό κίνδυνο ακόμη και όταν οι προσφερόμενες αποδόσεις είναι εντυπωσιακά υψηλές πάνω από 5%.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα συνεχίζει να τροφοδοτεί την αγορά με τζάμπα χρήμα. Αγοράζει παλιά ομόλογα και τα αντικαθιστά με νέα μηδενικού επιτοκίου αλλά το φθηνό χρήμα δεν φτάνει στην πραγματική οικονομία.
Όσοι πιστεύουν ότι ελέγχοντας τις συστημικές τράπεζες με διορισμένες ή με «φιλικές» διοικήσεις, θα ελέγξουν την οικονομία απλώς δεν έχουν καταλάβει τι συμβαίνει στον κόσμο της πραγματικότητας.
Η πιο αναξιόπιστη οικονομία της ευρωζώνης δεν μπορεί να ελπίζει στην τραπεζική πίστη.
Οι επιχειρήσεις πρέπει να επεξεργαστούν άλλου είδους στρατηγική ανάπτυξης, μακριά από την επιρροή του Κράτους…
Το Κράτος χρεοκόπησε γι’ αυτό θέλει μόνο να παίρνει κι όχι να δίνει …
Το ίδιο και οι τράπεζές του…