Η Τράπεζα Πειραιώς άντλησε από την αγορά κεφάλαια ύψους 1,3 δισ. ευρώ (σ.σ. μετά την αφαίρεση των προμηθειών), τα οποία, μαζί με τις ενέργειες του capital plan, που θα αποφέρουν περίπου 1 με 1,1 δισ. ευρώ, και την έκδοση μέσα στον μήνα τίτλων Additional Tier I 300 εκατ. ευρώ, θα απορροφήσουν το κόστος της επιθετικής εξυγίανσης του ισολογισμού της, διατηρώντας σε ικανοποιητικά επίπεδα την κεφαλαιακή της επάρκεια.
Πρόκειται για το μεγαλύτερο εγχείρημα εξυγίανσης τραπεζικού ισολογισμού που αναλήφθηκε στην Ελλάδα, καθώς μέσα σε περίπου 18 μήνες (από τον Οκτώβριο του 2020 έως τον Μάρτιο του 2022) η Τράπεζα Πειραιώς θα έχει τιτλοποιήσει/πωλήσει απαιτήσεις από δάνεια μικτής λογιστικής αξίας 19,3 δισ. ευρώ.
Παρ’ όλα αυτά, το ρίσκο υλοποίησης είναι χαμηλό. Αφενός επειδή ένα μέρος της εξυγίανσης έχει ήδη συντελεστεί, και μάλιστα εν μέσω πανδημίας. Αφετέρου επειδή η επέκταση του προγράμματος κρατικής εγγυοδοσίας επί των ομολογιών πρώτης διαβάθμισης («Ηρακλής 2») επιτρέπει την ομαλή συνέχιση των τιτλοποιήσεων, με το ρίσκο της ανάκτησης να αναλαμβάνεται, εν πολλοίς, από το Δημόσιο.
- Πρώτο στόχο για την Πειραιώς αποτελεί η μείωση των NPEs στα 3,6 δισ. ευρώ επί χαρτοφυλακίου χορηγήσεων 39 δισ. ευρώ (NPE ratio περίπου 9%) μέσα στο επόμενο δωδεκάμηνο. Σημειώνεται ότι στα 3,6 δισ. ευρώ συνυπολογίζονται και τα νέα NPEs που προέκυψαν (0,2 δισ.) ή εκτιμάται ότι θα προκύψουν (0,8 δισ.) λόγω της πανδημίας.
2. Μεσοπρόθεσμα (σ.σ. το 2024) προβλέπεται το NPE ratio να διαμορφωθεί σε επίπεδα χαμηλότερα του 3%, εκτίμηση που, αν δεν διαταραχθεί, θα ρίξει το κόστος κινδύνου σε περίπου 60 μονάδες βάσης.
Σύμφωνα με τις παραπάνω παραδοχές, η Tρ. Πειραιώς υπόσχεται απόδοση επί μέσου όρου ενσώματων ιδίων κεφαλαίων περίπου 5% βραχυπρόθεσμα και άνω του 10% μεσοπρόθεσμα.
Πλέον, το ενδιαφέρον της αγοράς θα επικεντρωθεί, όπως για τις υπόλοιπες τράπεζες, στην ταχύτητα υποκατάστασης των εσόδων από τόκους, τα οποία χάνει από την απο-αναγνώριση δανείων 19,3 δισ. ευρώ και το πλάνο συγκράτησης των εξόδων, ώστε να επιτευχθεί ο μάλλον «φιλόδοξος» στόχος διατήρησης, επί σειρά ετών, του δείκτη cost to income στα επίπεδα του 45%.
…………………….
περιοδικό ΧΡΗΜΑ, τευχ. Μαι-Ιουν 2021