Με τα 33 και πλέον εκατομμύρια των αφίξεων –περιλαμβανομένης και της κρουαζιέρας– και με εισπράξεις που ξεπέρασαν τα 16 δισ. ευρώ το 2018, η Ελλάδα βρίσκεται πλέον στη 13η θέση των κορυφαίων προορισμών στον κόσμο, με τον ελληνικό τουρισμό να έχει εισέλθει στη φάση της ωριμότητας.
Το 2019, δεδομένου και του γενικότερου οικονομικού κλίματος στην Ευρώπη, της ανασφάλειας που προκαλεί το Brexit, της ανόδου άλλων ανταγωνιστικών προορισμών της Μεσογείου, αλλά και της Τουρκίας, φαίνεται ότι θα κριθεί στις κρατήσεις της τελευταίας στιγμής.
Πλέον, βέβαια, τα νούμερα –λίγο πάνω, λίγο κάτω–, στα επίπεδα που έχουν φθάσει, δεν «αποτελούν αυτοσκοπό για τον τουρισμό», όπως δηλώνουν οι τουριστικοί φορείς. Το μεγάλο ζητούμενο εφεξής, όπως τουλάχιστον επισημαίνουν άπαντες οι φορείς του κλάδου, δεν είναι το κυνήγι του ρεκόρ, αλλά ένα σχέδιο με ορίζοντα τουλάχιστον πενταετίας και σωστή διαχείριση των προορισμών, με επενδύσεις και αλλαγή νοοτροπιών.
«Ακριβώς αυτό το μοντέλο θα καθορίσει και το μελλοντικό πρόσημο του τομέα», τονίζεται χαρακτηριστικά, ενώ στα θετικά για τον κλάδο θα πρέπει να προσμετρηθούν οι συνεχιζόμενες επενδύσεις εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ σε μονάδες υψηλών προδιαγραφών από εγχώριους και ξένους επενδυτές.
Οι δύο μεγαλύτεροι ευρωπαϊκοί οργανισμοί της Ευρώπης, ΤUI και Thomas Cook, οι οποίοι διακινούν τον μεγαλύτερο αριθμό τουριστών στη Μεσόγειο, είναι από αυτούς που «ποντάρουν» επενδυτικά στην Ελλάδα με νέες ιδιόκτητες μονάδες, σε μια προσπάθεια να αποφύγουν τα σκαμπανεβάσματα της ευρωπαϊκής τουριστικής αγοράς και να ανεβάσουν τα περιθώρια κέρδους της.
Ταυτόχρονα, ξενοδοχειακοί κολοσσοί, από τη Marriott μέχρι την Accor και τη Four Seasons, «βλέπουν» επίσης «πεδίο δόξης λαμπρό» στην ελληνική αγορά, όπου τα περιθώρια για επώνυμες αλυσίδες είναι ακόμη σημαντικά. Με αυτό φαίνεται ότι συμφωνούν και οι νεοεισερχόμενοι της αγοράς, μεταξύ των οποίων οι Ισραηλινοί της Fattal και των Brown Hotels, της Αngsana, της υπερπολυτελούς One & Only κ.ά.
Πάντως, το κομμάτι στο οποίο έχει μακρύ δρόμο να διανύσει η χώρα μας είναι εκείνο των συμπληρωματικών μορφών τουρισμού, που θα συμβάλουν και στην άμβλυνση της εποχικότητας του ελληνικού τουρισμού. Περισσότερα βήματα φαίνεται ότι έχουν γίνει στον τομέα του συνεδριακού τουρισμού, στον οποίο Αθήνα και Θεσσαλονίκη σαφώς έχουν κάνει βήματα μπροστά, ωστόσο ο δρόμος είναι ανοιχτός και για άλλους τομείς, όπως είναι ο τουρισμός ευεξίας, ο ιαματικός και ο ιατρικός τουρισμός, ο αθλητικός κ.λπ.
Η πορεία της αγοράς φέτος
Όσον αφορά στην πορεία της τουριστικής κίνησης φέτος, μια σειρά αστάθμητων παραγόντων και ζητημάτων θα παίξουν ρόλο στην τελική διαμόρφωση των βασικών φετινών και μελλοντικών τουριστικών μεγεθών, όπως για παράδειγμα η γενικότερη επιβράδυνση της οικονομίας στην ευρωζώνη, αλλά και ο ευρύτερος ανταγωνισμός από χώρες που προσφέρουν παρόμοιο προϊόν με την Ελλάδα, αλλά σε καλύτερες τιμές. «Παράλληλα, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ο τομέας έχει ολοκληρώσει ήδη 6 χρονιές ανόδου. Άρα, ακόμα και με βάση τα στατιστικά των διεθνών κύκλων, μια ενδεχόμενη σταθεροποίηση, ή και ελαφρά καθοδική τάση, δεν θα αποτελούσε έκπληξη. Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ακόμα και ως “διόρθωση” στα επαναλαμβανόμενα θετικά αποτελέσματα», επισημαίνουν οι τουριστικοί φορείς.
Το κρίσιμο ζήτημα, από εδώ και στο εξής, είναι η στρατηγική της ωριμότητας, που θα εξασφαλίσει επιτυχημένη πορεία στο μέλλον. Σε μια εκλογική χρονιά, όπως είναι το 2019, μετά την κάλπη, τα 10 σημεία προβληματισμού του κλάδου που στηρίζει την ελληνική οικονομία και την απασχόληση –αν ληφθεί υπόψη ότι στην αιχμή του απασχολεί περίπου το 17% του συνόλου των εργαζομένων και πάνω από το 40% των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα, με άμεση (μόνο) συνεισφορά στο ΑΕΠ στο 11,7% για το 2018– σχετίζονται καταρχάς με τις ανάγκες των ίδιων των προορισμών για κατοίκους και επισκέπτες: Επάρκεια σε ενέργεια και νερό, διαχείριση απορριμμάτων και, συνολικά, καθαριότητα των δημόσιων χώρων, εκσυγχρονισμός των υποδομών στα λιμάνια, διαχείριση κυκλοφοριακών ζητημάτων, εξασφάλιση ξεκάθαρου πλαισίου λειτουργίας μουσείων και αρχαιολογικών χώρων, αστυνόμευση, επαρκείς υπηρεσίες υγείας και ειδικά για τον οδικό τουρισμό (που αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό κομμάτι πλέον του εισερχόμενου τουρισμού), ενίσχυση των τοπικών οδικών δικτύων και συνοριακών σταθμών.
Σε επίπεδο γενικότερου πλαισίου, σε πρώτο πλάνο παραμένουν, σταθερά, τα θέματα της φορολογίας, με ξεκάθαρο και ανταγωνιστικό, έναντι των υπόλοιπων αγορών της Μεσογείου, πλαίσιο, αλλά και το χωροταξικό, για τις νέες επενδύσεις, δύο θέματα τα οποία έχει χαρακτηρίσει «αιχμή του δόρατος» και η Νέα Δημοκρατία όσον αφορά στη στρατηγική της στον τουριστικό τομέα.
Το ανεκμετάλλευτο «εργαλείο» του συνεδριακού τουρισμού
Κι επειδή, συχνά, η συζήτηση στρέφεται γύρω από τις νέες μορφές τουρισμού, που θα αμβλύνουν την εποχικότητα και θα ανοίξουν νέους δρόμους για το ελληνικό τουριστικό προϊόν, ο συνεδριακός τουρισμός φαίνεται ότι κερδίζει έδαφος –ειδικά στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα– έναντι άλλων μορφών, όπως ο αθλητικός, ο ιατρικός, ο πολιτιστικός, ο γαστρονομικός, ο θρησκευτικός, ο τουρισμός ευεξίας κ.ά. Ωστόσο, και στην περίπτωση αυτή, η ανάπτυξη του τομέα υπολείπεται της δυνητικής.
Η τελευταία έκθεση του Διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος περιλαμβάνει επεξεργασμένα στοιχεία για τον συνεδριακό τουρισμό στη χώρα μας, σύμφωνα με τα οποία, στην Ελλάδα, το 2017, η μέση ημερήσια δαπάνη ανά συνεδριακό επισκέπτη ήταν πενταπλάσια και πλέον του αντίστοιχου μεγέθους για τον τουρίστα αναψυχής, ενώ η μέση δαπάνη ανά ταξίδι του συνεδριακού επισκέπτη ήταν σχεδόν δυόμισι φορές μεγαλύτερη αυτής του τουρίστα αναψυχής. Το 2017 η Ελλάδα φιλοξένησε 50.082 συνέδρους, οι οποίοι ξόδεψαν 73,5 εκατ. ευρώ και διέμειναν, κατά μέσο όρο, 3,7 ημέρες.
«Αν η Αθήνα είχε το μεγάλο συνεδριακό κέντρο που προβλεπόταν μεταολυμπιακά, η θέση της σήμερα στον διεθνή χάρτη των συνεδρίων θα ήταν πολύ ψηλότερα», σχολιάζουν οι τουριστικοί φορείς της χώρας, οι οποίοι βλέπουν μιαν ανεκμετάλλευτη πηγή εσόδων για τον ελληνικό τουρισμό, ο οποίος αντιμετωπίζει, διαχρονικά, το μεγάλο πρόβλημα της εποχικότητας.
«Το 60% του τουριστικού τζίρου της Ελλάδας πραγματοποιείται σε 90 μέρες κι, επιπλέον, από τις 13 περιφέρειες της χώρας, το 85% του τουριστικού τζίρου πραγματοποιείται στις 5. Άρα, ο συνεδριακός τουρισμός αποτελεί ένα “εργαλείο” που μπορεί να δώσει λύσεις τόσο ως προς την άμβλυνση της εποχικότητας όσο και ως προς τη γεωγραφική διάχυση των εσόδων του τουρισμού» δηλώνει ο πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος, κ. Αλέξανδρος Βασιλικός. Ο τελευταίος, στη φάση που βρίσκεται τώρα ο ελληνικός τουρισμός, ζητεί ένα ολοκληρωμένο, στρατηγικό σχέδιο για τον κλάδο με ορίζοντα, τουλάχιστον, πενταετίας.
Την έλλειψη μεγάλου συνεδριακού κέντρου στην Ελλάδα, ώστε να είναι η χώρα σε θέση να διεκδικήσει συνέδρια μεγάλου μεγέθους –τα οποία παρεμπιπτόντως φιλοξενούν όλες οι χώρες της Ευρώπης, εκτός από την Ελλάδα–, εντοπίζει και η πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Επαγγελματιών Οργανωτών Συνεδρίων-HAPCO, κ. Ειρήνη Τόλη, τονίζοντας: «Στόχος μας είναι να είμαστε ανταγωνιστικοί, να προχωρήσουμε με καινούργια τεχνολογία, να έχουμε την αρωγή του κράτους και των φορέων και, εν κατακλείδι, να κατανοήσουν οι κρατικοί φορείς τη σημασία των συνεδρίων για την Ελλάδα».
Όπως επισημαίνουν χαρακτηριστικά οι τουριστικοί φορείς, τουλάχιστον υπάρχει το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, το μοναδικό συνεδριακό κέντρο στην Αθήνα, μεσαίου μεγέθους, που συνέβαλε και συνεχίζει να συμβάλλει στη φιλοξενία διεθνών και ελληνικών συνεδρίων (με μέγιστο αριθμών συνέδρων 2.500-3.500 άτομα).
Στα θετικά σημεία για τις προοπτικές του κλάδου στην Αθήνα προσμετράται το γεγονός ότι ο διαγωνισμός που βρίσκεται σε εξέλιξη για το πρώτο Ολοκληρωμένο Τουριστικό Συγκρότημα με καζίνο στο Ελληνικό περιλαμβάνει και τη δημιουργία του πρώτου μεγάλου συνεδριακού κέντρου της ελληνικής πρωτεύουσας, για πρώτη φορά μετά τις εξαγγελίες των Ολυμπιακών Αγώνων, όταν προορίζονταν για τον ίδιο σκοπό οι εγκαταστάσεις του Ταε Κβο Ντο.
Όπως προβλέπεται, στο Ελληνικό θα λειτουργήσει συνεδριακό και εκθεσιακό κέντρο ελάχιστης επιφάνειας 12.000 τ.μ., ενώ στις ελάχιστες απαιτήσεις και τεχνικές προδιαγραφές περιλαμβάνεται επίσης η ανάπτυξη χώρου συνάθροισης κοινού για αθλητικές ή πολιτιστικές εκδηλώσεις με συνολικό αριθμό θέσεων ίσο ή μεγαλύτερο των 3.000 τ.μ.
Πιο ψηλά στα συνέδρια Αθήνα και Θεσσαλονίκη
Παρά την έλλειψη ενός μεγάλου συνεδριακού κέντρου, η δυναμική των τελευταίων ετών των δύο μεγαλύτερων αστικών κέντρων της χώρας στον τουρισμό και η βελτίωση της ποιότητας των ξενοδοχειακών υποδομών έχουν ανεβάσει πιο ψηλά την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη στις διεθνείς λίστες διοργάνωσης συνεδρίων.
Συνολικά το 2018, η Ελλάδα, με βάση τα στοιχεία της Διεθνούς Ένωσης Συνεδρίων και Συναντήσεων International Congress & Convention Association-ICCA, βρίσκεται στην 25η θέση στην παγκόσμια κατάταξη της αγοράς συνεδρίων, από την 31η το 2017, με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, τη Γερμανία και την Ισπανία να ηγούνται της λίστας. Τις πρώτες θέσεις στην Ευρώπη καταλαμβάνουν η Γερμανία, η Ισπανία και η Γαλλία, με την Ελλάδα να καταλαμβάνει τη 14η θέση.
Η Αθήνα ανέβηκε δύο σκαλοπάτια πιο ψηλά στην ευρωπαϊκή κατάταξη προορισμών για συνέδρια ενώσεων και Οργανισμών για το 2018 και κατατάσσεται πλέον στη 16η θέση, από τη 18η, στην οποία βρισκόταν το 2017, όπως προκύπτει από τα αποτελέσματα της ICCA). Όπως μάλιστα επισημαίνουν οι επιτελείς του This is Athens-Convention and Visitors Bureau (Γραφείο Συνεδρίων και Επισκεπτών του δήμου Αθηναίων), κατάφερε να καταγράψει αύξηση ύψους 11% στον αριθμό των συνεδρίων που φιλοξενήθηκαν στην πόλη μέσα στο 2018, την ίδια ώρα που 20 από τις κορυφαίες πόλεις στην αγορά της διοργάνωσης συνεδρίων παρουσίασαν πτωτικά ποσοστά, συγκριτικά με τα αποτελέσματα της προηγούμενης έκθεσης.
Συγκεκριμένα, μέσα στο 2018 η ελληνική πρωτεύουσα φιλοξένησε συνολικά 90 συνέδρια ενώσεων και Οργανισμών, με τον αριθμό των συνέδρων να φθάνει περίπου τις 37.000, σύμφωνα με την επίσημη Έκθεση. Το νούμερο αυτό μεταφράζεται σε 65 εκατ. ευρώ δυναμικά έσοδα για την Αθήνα, λαμβάνοντας υπόψη το στοιχείο ότι ένας σύνεδρος που επισκέπτεται την πόλη δαπανά, κατά μέσο όρο, 1.760 ευρώ κατά τη διάρκεια της παραμονής του σε αυτήν, βάσει των στατιστικών στοιχείων της ICCA. Εξίσου ενθαρρυντικό είναι το αποτέλεσμα του αυξανόμενου αριθμού συνεδρίων κατά τους μήνες εκτός της τουριστικής περιόδου (Νοέμβριος-Μάρτιος), όπως καταγράφηκε την τελευταία διετία.
Η Θεσσαλονίκη για το 2018 ανέβηκε κι αυτή στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια κατάταξη της αγοράς συνεδρίων, καταγράφοντας για πρώτη φορά στην ιστορία της ως συνεδριακός προορισμός 29 συνέδρια, με 5.770 συνέδρους συνολικά. Οι σύνεδροι που ήρθαν στη Θεσσαλονίκη το 2018 δαπάνησαν συνολικά 10,15 εκατ. δολ. Στην παγκόσμια κατάταξη σημειώνει άνοδο 10 θέσεων, καθώς ανεβαίνει στη θέση 93 παγκοσμίως και 53 στην Ευρώπη.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτά, όπως σχολιάζει το Γραφείο Συνεδριακού Τουρισμού Θεσσαλονίκης (Thessaloniki Convention Bureau-TCB), η Θεσσαλονίκη βρίσκεται στην υψηλότερη θέση των τελευταίων 10 χρόνων.
Η μέση δαπάνη κάθε συνέδρου στη Θεσσαλονίκη για το 2018 ανέρχεται συνολικά σε 1.823 δολ. ανά συνέδριο, νούμερο που επιβεβαιώνει τα πολλαπλάσια οφέλη του συνεδριακού τουρισμού. Αρκεί να αναφερθεί ότι η μέση κατά κεφαλήν δαπάνη που κατέγραψε συνολικά η Τράπεζα της Ελλάδος για το 2018 στον ελληνικό τουρισμό αντιστοιχεί σε 520 ευρώ.
Στην παγκόσμια κατάταξη των πόλεων, το Παρίσι επιστρέφει στην πρώτη θέση, με 212 συνέδρια, αφήνοντας πίσω του στην πρώτη πεντάδα τη Βιέννη, τη Μαδρίτη, τη Βαρκελώνη και το Βερολίνο.
Οι νέες επενδύσεις των «μεγάλων»
Η τουριστική άνθηση των τελευταίων ετών έχει φέρει εντυπωσιακά νούμερα ως προς τις επενδύσεις, εντός κι εκτός Αθηνών, σε νέες μονάδες: Την περασμένη χρονιά, με βάση τα στοιχεία του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ) για τη «Συμβολή του τουρισμού στην ελληνική οικονομία το 2018», στο ξενοδοχειακό δυναμικό της Ελλάδας προστέθηκαν κοντά στις 15.000 νέα δωμάτια, ενώ οι επενδύσεις για την κατασκευή των νέων μονάδων υπολογίζονται σε 1,49 δισ. ευρώ. Από αυτά, τα 5.561 δωμάτια ήταν κατηγορίας 5 αστέρων και τα 3.304 τεσσάρων. Το σύνολο των επενδύσεων από τον ξενοδοχειακό κλάδο για την κατασκευή νέων και για την ανακαίνιση και επισκευή υπαρχόντων ξενοδοχειακών δωματίων κατά τα έτη 2017 και 2018 εκτιμήθηκε σε περίπου 1,54 δισ. και 2,26 δισ. ευρώ αντίστοιχα (αύξηση 46%), και έπεται συνέχεια με νέες επενδύσεις σε όλη την Ελλάδα και, φυσικά, στην Αθήνα.
Σημείο «αιχμής» είναι οι νέες, πολυτελείς επενδύσεις, που φέρουν μάλιστα την υπογραφή μεγάλων ονομάτων, ξεκινώντας από τη Μύκονο και φτάνοντας σε όλη την Ελλάδα, μέχρι το Ιόνιο και την Πελοπόννησο.
Στα νέα πολυτελή πρότζεκτ περιλαμβάνεται το πρώτο υπερπολυτελές resort της One & Only στην Ελλάδα, συγκεκριμένα στην Κέα, το οποίο θα περιλαμβάνει και κατοικίες μέσω της συνεργασίας της Dolphin με τον όμιλο της Kerzner. O εκ των ιδρυτών της Dolphin Μίλτος Καμπουρίδης υπολογίζει ότι η κατασκευή του νέου πολυτελούς resort, συνολικού ύψους 150 εκατ. ευρώ, μπορεί να ξεκινήσει μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του 2019, ώστε το ξενοδοχείο να είναι έτοιμο το 2021.
Η Kerzner συμμετέχει και στη χρηματοδότηση για την ανάπτυξη, ενώ, πέραν τoυ ομίλου της Dolphin, συμμετοχή στο πρότζεκτ θα έχουν και τρίτοι επενδυτές. Η επένδυση αποτελεί σύνθετο τουριστικό κατάλυμα, θα αναπτυχθεί σε παραθαλάσσια περιοχή 650 στρεμμάτων στη δυτική πλευρά του νησιού και θα περιλαμβάνει 75 resort villas και έως 40 ιδιωτικές κατοικίες One & Only Private Homes, οι οποίες θα υλοποιηθούν σταδιακά, ανάλογα με τις πωλήσεις.
Φέτος, η Dolphin εκτιμά ότι μπορεί να ξεκινήσει και τη στρατηγική επένδυση του Kilada Hills στην Πελοπόννησο, με συνολικό προϋπολογισμό 418 εκατ. ευρώ (με γήπεδο γκολφ, υποστηρικτικές εγκαταστάσεις, αλλά και πολυτελείς κατοικίες), που αποτελεί ουσιαστικά και την πρώτη μεγάλη μικτή τουριστική επένδυση που έχει ενταχθεί στις διατάξεις των στρατηγικών επενδύσεων. Ο όμιλος, ο οποίος, μέσω της εισηγμένης στο Λονδίνο, βρίσκεται σε φάση ρευστοποίησης συμμετοχών του, πραγματοποιεί αυτήν την περίοδο επαφές με εγχώριο τραπεζικό όμιλο για τη χρηματοδότηση του μεγάλου πρότζεκτ, κάνοντας παράλληλα επαφές και για επενδυτικό εταίρο. Στόχος είναι οι εργασίες για το γκολφ και τις υποδομές, καθώς και για τις πρώτες κατοικίες, να ξεκινήσουν εντός του τρέχοντος έτους, ώστε να ολοκληρωθούν μέχρι το 2021.
Στους πλέον ενεργούς «παίκτες» στον τουριστικό τομέα εξελίσσονται και οι πιο ισχυροί εγχώριοι επενδυτές real estate, όπως η Grivalia (η οποία συγχωνεύεται με τη Eurobank) και η Eθνική Πανγαία ΑΕΕΑΠ. Η Grivalia –μαζί με τη Frontisa– έλαβε πρόσφατα το «πράσινο φως» από τη Διυπουργική Επιτροπή Στρατηγικών Επενδύσεων για μια νέα επένδυση στη Μύκονο, που περιλαμβάνει την κατασκευή τουριστικής εγκατάστασης 5 αστέρων προϋπολογισμού 46,5 εκατ. ευρώ. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι πρόκειται για επενδυτικό σχέδιο για υπερπολυτελές πρότζεκτ 150 βιλών, με 380 κλίνες, σε 95 στρέμματα, στην περιοχή Καλό Λιβάδι.
Η Grivalia επενδύει σταθερά την τελευταία διετία στον τομέα του τουρισμού εντός κι εκτός Ελλάδας, έχοντας προχωρήσει σε ουκ ολίγες τοποθετήσεις, με έμφαση πάντα σε πεντάστερες επενδύσεις: Ενδεικτικά, στο χαρτοφυλάκιο του ξενοδοχειακού βραχίονα της Grivalia, εκτός από το πολυτελές ξενοδοχείο Αmanzoe στο Πόρτο Χέλι από τον όμιλο της Dolphin, έχουν ενταχθεί τα «Αστέρια» Γλυφάδας (σύντομα ξεκινά εκεί η πρώτη φάση των έργων), η ξενοδοχειακή μονάδα Meli Palace στα Μάλια της Κρήτης, καθώς και το διατηρητέο κτήριο του 1926 που στέγαζε το ιστορικό εστιατόριο «Όλυμπος Νάουσα» στη Θεσσαλονίκη και μετατρέπεται αυτήν την περίοδο σε boutique ξενοδοχείο.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και η Εθνική Πανγαία ΑΕΕΑΠ, η μεγαλύτερη εγχώρια Επενδυτική Ακινήτων, η οποία έχει στραφεί την τελευταία τριετία και στα τουριστικά ακίνητα και συνεχίζει σταθερά τις επενδύσεις στην Ελλάδα αλλά και στην Κύπρο, από κοινού και με τον βασικό της μέτοχο, την Invel. Στην Ελλάδα, μετά την απόκτηση του Lazart Hotel στη Θεσσαλονίκη, το επόμενο σημαντικό βήμα έγινε στην Πάτρα: Στο πρώην ακίνητο «Μορέας», που αγόρασε προ τριετίας η εταιρεία στην Πάτρα, λειτουργεί εδώ και λίγο καιρό το πρώτο Moxy στην Ελλάδα από τον όμιλο της Marriott (σ.σ. πρόκειται για ένα από τα πιο σύγχρονα και οικονομικά, παράλληλα, brands του αμερικανικού κολοσσού). Στην Αθήνα, το πρώτο Moxy θα λειτουργήσει στο Σαρόγλειο Μέγαρο στην Ομόνοια, επί της Σταδίου, στον αριθμό 65, την αξιοποίηση του οποίου έχει αναλάβει με μακροχρόνια παραχώρηση 25 ετών η εταιρεία ανάπτυξης ακινήτων Dimand, με τη συμμετοχή πιθανότατα και της «Πανγαία».
Στο «παιχνίδι» μπαίνουν πλέον και τα δύο μεγαλύτερα ονόματα του ευρωπαϊκού τουρισμού, ΤUI και Thomas Cook, τα οποία, αν και έχουν ήδη στην «ομπρέλα» τους κοντά στα 11.500 δωμάτια και συνολικά 84 ξενοδοχεία στους δημοφιλέστερους ελληνικούς προορισμούς, κυρίως μέσα από συνεργασίες franchise, «επενδύουν» περαιτέρω για τη διετία 2019-2020 στην ελληνική αγορά, με δεκάδες εκατομμύρια ευρώ για ιδιόκτητες, πλέον, ξενοδοχειακές μονάδες. Συνυπολογίζουν δε τη χώρα μας στις πιο ώριμες τουριστικά ευρωπαϊκές αγορές και προσβλέπουν στη διατήρηση των υψηλών επιδόσεων του ελληνικού τουρισμού.
Και οι δύο όμιλοι, με τα μεγαλύτερα μερίδια αγοράς στις βασικότερες αγορές εξερχόμενου τουρισμού της Ευρώπης, τη βρετανική και τη γερμανική, έχουν βιώσει φέτος, από την αρχή της χρονιάς, τον αντίκτυπο από τους «τριγμούς» λόγω Brexit, αλλά και τους πιο συγκρατημένους ρυθμούς ανάπτυξης της γερμανικής οικονομίας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το πώς θα κυλήσει η νέα θερινή σεζόν, που έχει μόλις ξεκινήσει.
Τόσο η TUI όσο και η Thomas Cook είδαν τις οικονομικές τους επιδόσεις στο πρώτο εξάμηνο της χρήσης 2018-2019 (έως τις 31 Μαρτίου 2019) να πιέζονται περαιτέρω, σύμφωνα με τις επίσημες ανακοινώσεις της περασμένης εβδομάδας, με σημαντική διεύρυνση των ζημιών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ, ειδικά για την Τhomas Cook, με τις αιτίες να εντοπίζονται στο γενικότερο οικονομικό κλίμα αβεβαιότητας στην Ευρώπη, την περσινή καλοκαιρία στη Βόρεια Ευρώπη –που περιόρισε τα ταξίδια των Βορειοευρωπαίων στον ευρωπαϊκό Νότο–, το Brexit, τις εκπτώσεις της τελευταίας στιγμής για την πώληση περισσότερων «πακέτων».
Eξ ου και οι νέες επενδύσεις από πλευράς της TUI στην Κρήτη (μέσω του νέου Robinson Club, που πήρε πρόσφατα το «πράσινο φως» από την Eιδική Υπηρεσία Προώθησης και Αδειοδότησης Τουριστικών Επενδύσεων), την Κω (τα πρώην ξενοδοχεία Lakitira, από κοινού με τον όμιλο Atlantica), ενώ έπεται και η Ρόδος, στο ένα από τα δύο πολυσυζητημένα ακίνητα της Αφάντου, όπου έχει πλειοδοτήσει ο όμιλος Atlantica.
Όσον αφορά στην Thomas Cook, μέσω του επενδυτικού οχήματος Thomas Cook Hotel Investments (TCHI), πρόσφατα αποκτήθηκαν δύο νέα ξενοδοχειακά ακίνητα στη χώρα μας, στα οποία συμπεριλαμβάνεται και το ξενοδοχείο-ναυαρχίδα της εταιρείας, το Casa Cook Kos, το οποίο διαθέτει 100 δωμάτια και είναι η αποδοτικότερη ξενοδοχειακή μονάδα υπό την επωνυμία της Thomas Cook. Το δεύτερο ξενοδοχειακό ακίνητο αφορά μια έκταση στην Κω στην οποία η εταιρεία προτίθεται να κατασκευάσει ένα ξενοδοχείο Cook’s Club 250 δωματίων, ενώ στο «ραντάρ» του ομίλου βρίσκεται η Κρήτη και η Πελοπόννησος.
Από τις νέες, εμβληματικές επενδύσεις δεν θα μπορούσε να μείνει εκτός το νέο Ikos Aria στην Κω, που άνοιξε στις αρχές Μαΐου, μετά από μια επένδυση συνολικού ύψους 100 εκατ. ευρώ.
Τα Ikos Resorts αναπτύσσονται μέσω της LBRI, η οποία ιδρύθηκε το 2016, με έδρα το Λουξεμβούργο. Τη διοίκηση της LBRI ασκούν οι κύριοι Σταύρος Ανδρεάδης, Ανδρέας Α. Ανδρεάδης και Mathieu Guillemin, με κύριους μετόχους τον Σταύρο και τον Ανδρέα Ανδρεάδη, τον Mathieu Guillemin, το Oaktree Capital Management LP, την Goldman Sachs Asset Management, την Hermes GPE και επενδυτικά κεφάλαια, ενώ από το 2018 η αλυσίδα έχει επεκταθεί και στην Ισπανία. Ο όμιλος διαθέτει δύο θέρετρα στη Χαλκιδική, τα πολυβραβευμένα Ikos Oceania και Ikos Olivia, ένα στην Κέρκυρα, το Ikos Dassia, και ένα στην Κω, το νέο Ikos Aria, ενώ έπεται και συνέχεια εντός κι εκτός Ελλάδας (βλ. Πορτογαλία).
Στις αφίξεις του καλοκαιριού προστίθεται και το νέο Angsana Corfu στην Κέρκυρα, στη θέση του παλιού San Stefano στις Μπενίτσες, που φέρει την υπογραφή του διεθνούς ξενοδοχειακού ομίλου Banyan Tree Hotels & Resorts, που έρχεται από την Ασία και κάνει το ντεμπούτο του στην Ευρώπη από τη χώρα μας, για να ακολουθήσουν τα επόμενα βήματα σε Αυστρία και Ισπανία, με βάση τον σχεδιασμό για τα επόμενα χρόνια. Το Angsana Corfu αποτελεί σημαντική επένδυση (άνω των 50 εκατ. ευρώ) τόσο για την ιδιοκτήτρια εταιρεία, την KLC ΙΙΙ Hellas, που ανήκει στον όμιλο Κέρτσικωφ, όσο και για την Banyan Tree Hotels & Resorts, που διαχειρίζεται τα brands Angsana, Banyan Tree, Cassia και Dhawa.
Νέες κλίνες στην Αθήνα και το 2019
Tην ίδια στιγμή, δεν έχουν τέλος οι ξενοδοχειακές επενδύσεις στην Αθήνα, όπου εκατοντάδες νέα δωμάτια, είτε πρόκειται για νέα ξενοδοχεία, είτε για σπίτια βραχυχρόνιων τουριστικών μισθώσεων, είτε ακόμη και για ενοικιαζόμενα διαμερίσματα, αναμένεται να προστεθούν και το 2019, αυξάνοντας περαιτέρω τον ανταγωνισμό.
Σύμφωνα με την εξειδικευμένη εταιρεία GBR Consulting, «η ξενοδοχειακή αγορά της Αθήνας πρόσθεσε γύρω στα 800 νέα δωμάτια για τις κατηγορίες 3-5 αστέρων το 2018, ενώ μόνο το νέο Athens Hyatt, που άνοιξε μέσα στο έτος, πρόσθεσε 310 νέα δωμάτια. Και το 2019, εκατοντάδες νέα δωμάτια, από καινούργιες προσθήκες αλλά και ανακαινίσεις, πρόκειται να προστεθούν στην Αττική, ξεκινώντας καταρχάς από το νέο, εμβληματικό Four Seasons στον Αστέρα Βουλιαγμένης, που λειτουργεί ήδη από το τέλος Μαρτίου, δημιουργώντας νέα δεδομένα για την πολυσυζημένη Aττική Ριβιέρα. Στις νέες προσθήκες που έρχονται στο δυναμικό της πρωτεύουσας είναι το τετράστερο Ever Eden με 240 δωμάτια της Somewhere Hotels στην Ανάβυσσο, αλλά και το πεντάστερο Academia of Athens Autograph Collection, 60 δωματίων, στο κέντρο της Αθήνας, του ομίλου Marriott».
Πέραν της Αθήνας, μεγαλύτερο ενδιαφέρον, πλέον, λόγω αναπλάσεων αλλά και της Cosco, προσελκύει και ο Πειραιάς, στον οποίο, πέραν του δεδηλωμένου ενδιαφέροντος από ξένες ξενοδοχειακές αλυσίδες (όπως π.χ. τον όμιλο Accor, που ενισχύει συνολικά την παρουσία του στην Αθήνα μέσα και από το νέο Ibis Styles Athens Routes, με το ντεμπούτο του brand “Ibis” στην ελληνική πρωτεύουσα), επενδύουν και οι εγχώριοι ξενοδόχοι, όπως ο όμιλος Σαντίκου, με παρουσία στις Σποράδες, αλλά πλέον και στον Πειραιά μέσα από το ολοκαίνουργιο The Alex στην Καστέλλα.
Στο κέντρο, στο πλαίσιο των νέων, μεγάλων επενδύσεων, από το ερχόμενο φθινόπωρο, πρόκειται να λειτουργήσει και το νέο πεντάστερο boutique ξενοδοχείο του ομίλου Κόκκαλη στο Σύνταγμα, το Athens Town House, 45 κλειδιών, στο διατηρητέο κτήριο του Μετοχικού Ταμείου Στρατού, σε μια επένδυση άνω των 7 εκατ. ευρώ.
Για αργότερα προγραμματίζεται η νέα προσθήκη για τον όμιλο ΛΑΜΨΑ με το King’s Palace, που θα έρθει να συμπληρώσει την «τριλογία» του Συντάγματος για τον όμιλο μαζί με τη Μεγάλη Βρεταννία και το King George. To νέο ξενοδοχείο, στο ακίνητο ιδιοκτησίας του Αλληλοβοηθητικού Ταμείου Πρόνοιας Πρώην Εργαζομένων ΑΤΕ, αναμένεται να ξεκινήσει τη λειτουργία του στις αρχές του 2020, υπό τη διαχείριση του διεθνούς ξενοδοχειακού ομίλου Accor Hotels, με την εμπορική επωνυμία MGallery, με το ύψος της επένδυσης ανακατασκευής να αγγίζει τα 20 εκατ. ευρώ.
Απουσιάζουν οι επίσημες ανακοινώσεις για το χρονοδιάγραμμα λειτουργίας ενός ακόμη, «ασφαλιστικού» ακινήτου, αυτού του πρώην Esperia στη Σταδίου, τη μακροχρόνια παραχώρηση του οποίου έχουν αναλάβει με 96 χιλ. ευρώ μίσθωμα τον μήνα οι νεοεισερχόμενοι στην ελληνική αγορά Ισραηλινοί της Fattal (με τα Leonardo Hotels), με προγραμματισμένες επενδύσεις άνω των 10,5 εκατ. ευρώ για τη μετατροπή του ξενοδοχείου σε 5 αστέρων.
Αντίθετα, προχωρούν οι εργασίες για το πρώην «Κάνιγγος 21», το ξενοδοχείο στη συμβολή των οδών Κάνιγγος και Χαλκοκονδύλη, ιδιοκτησίας του Ταμείου Επαγγελματικής Ασφάλισης Επικούρησης Ασφαλιστών και Προσωπικού Ασφαλιστικών Επιχειρήσεων, τη μίσθωση του οποίου έχει αναλάβει η Zeus International του Χάρη Σιγανού, με προοπτική τη λειτουργία του σε έναν χρόνο από σήμερα, την άνοιξη του 2020.
Νωρίτερα θα λειτουργήσει ένα επίσης πρώην «ασφαλιστικό» ακίνητο στην Ομόνοια, στο πρώην La Mirage, για τη μετατροπή της παλιάς και εγκαταλελειμμένης μονάδας των 208 δωματίων σε ξενοδοχείο 4 αστέρων της ισραηλινής αλυσίδας Brown Hotels, η οποία, κι αυτή με τη σειρά της, έρχεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα.
Η Brown Hotels υπομίσθωσε το ξενοδοχείο από τον κ. Στέλιο Ιωαννίδη, τον ξενοδοχειακό επιχειρηματία o οποίος διαθέτει κι άλλες μονάδες στην Αθήνα και είχε υποβάλει προ διετίας τη μοναδική προσφορά στον διαγωνισμό της Υπηρεσίας Αξιοποίησης Ακίνητης Περιουσίας των Ενόπλων Δυνάμεων για λογαριασμό του ιδιοκτήτη, του Μετοχικού Ταμείου Αεροπορίας, για τη μίσθωση του πρώην La Mirage. Τώρα, ο ίδιος «ποντάρει» πολλά και σε ένα νέο εγχείρημα στην οδό Ερμού, για το ολοκαίνουργιο Athens Utopia Ermou, το νέο ξενοδοχείο στη μεγαλύτερη εμπορική πιάτσα της Ελλάδας, στο ακίνητο που έχει μισθώσει από τον επιχειρηματία Πάνο Γερμανό στον αριθμό 46, στο ισόγειο του οποίου λειτουργεί το κατάστημα της αλυσίδας Forever 21.
To Athens Utopia Ermou, με 28 δωμάτια και roof garden με εντυπωσιακή θέα στην Ακρόπολη, είναι το δεύτερο καινούργιο ξενοδοχείο που θα λειτουργήσει φέτος το καλοκαίρι στον πεζόδρομο, μετά το 4 αστέρων Elia Ermou, που λειτουργεί εδώ και λίγο καιρό στον αριθμό 15-17 και, φυσικά, το Electra Athens, των Electra Hotels & Resorts, με μακρά ιστορία στην «καρδιά» του εμπορικού κέντρου της ελληνικής πρωτεύουσας.
της Στεφανίας Σούκη, stefaniasouki@gmail.com, (Αναδημοσίευση από το περιοδικό ΧΡΗΜΑ, τευχ. Μάιος-Ιούνιος)