Η αύξηση των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες ενδεχομένως να μην αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τον πληθωρισμό, εάν δεν υπάρξει συνετή δημοσιονομική διαχείριση, με χαμηλά ελλείμματα και μειούμενο δημόσιο χρέος.
Αυτό επισήμανε ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Θεόδωρος Πελαγίδης, μιλώντας στο 6ο συνέδριο του Κύκλου Ιδεών.
“Είμαστε σε αχαρτογράφητα νερά”, υπογράμμισε ο κ. Πελαγίδης, όπου οι πληθωριστικές προσδοκίες διαρκώς εμπεδώνονται, παρά την άνοδο των επιτοκίων και την προαναγγελία νέων αυξήσεων.
- Οι φορείς άσκησης πολιτικής καλούνται σήμερα να επιλέξουν ανάμεσα σε δύο οδυνηρά οικονομικά φαινόμενα, αφενός τον υψηλό πληθωρισμό που απομειώνει την αγοραστική δύναμη και στρεβλώνει τις τιμές, αφετέρου την ύφεση που μπορεί έλθει εάν η οικονομική δραστηριότητα υποχωρήσει απότομα.
Αυτή τη στιγμή το βάρος έχει αφεθεί στη νομισματική πολιτική, αλλά η τελευταία δεν μπορεί να αποδώσει εάν δεν συνοδευτεί από ένα υπεύθυνο δημοσιονομικό καθεστώς με σταθεροποίηση των δημοσιονομικών μεγεθών.
Σήμερα αποδεικνύεται ότι ο συνδυασμός αυτός των δύο πολιτικών είναι δύσκολο να επιτευχθεί, σημείωσε ο κ. Πελαγίδης καθώς νοικοκυριά και επιχειρήσεις διεθνώς έχουν συνηθίσει στη δημοσιονομική χαλαρότητα, η οποία εφαρμόστηκε τα τελευταία χρόνια για να υποστηρίξει την οικονομική δραστηριότητα εν μέσω της χρηματοπιστωτικής κρίσης και αργότερα της πανδημίας.
Αν η νομισματική αρχή αυξάνει τα επιτόκια σε περιβάλλον που ταυτόχρονα αυξάνεται και το δημόσιο χρέος, τότε ο πληθωρισμός μπορεί να επιμείνει, κατέληξε ο κ. Πελαγίδης αναφέρομενος και σε σχετική μελέτη (Melosi & Bianchi) που συζητήθηκε στην ετήσια σύνοδο των κεντρικών τραπεζιτών στο Jackson Hole, στις ΗΠΑ.