Σε διπλή επίκριση κατά της ανάμιξης των κυβερνήσεων Ιταλίας και Ισπανίας στις συγχωνεύσεις τραπεζών προχώρησε πρόσφατα η Κομισιόν. Οι Βρυξέλλες εντείνουν τις πιέσεις τους προς τις εθνικές κυβερνήσεις προκειμένου να μην εμποδίσουν την ενοποίηση χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Η Επιτροπή απέστειλε επιστολή στην κυβέρνηση της Τζόρτζια Μελόνι όπου αναφερόταν ως προκαταρκτικό συμπέρασμα ότι η Ρώμη είχε «παραβιάσει» τους νόμους περί συγχωνεύσεων της ΕΕ μέσω της χρήσης «χρυσών εξουσιών» στην πρόταση ύψους 10 δισ. ευρώ της UniCredit για εξαγορά της ανταγωνίστριας Banco BPM. Τρεις μέρες αργότερα, απηύθυνε «επίσημη ειδοποίηση» στην Ισπανία αναφορικά με την προσπάθειά της να εμποδίσει τη συγχώνευση μεταξύ της BBVA και της Banco Sabadell για τουλάχιστον τρία χρόνια, ζητώντας από τη Μαδρίτη να επανεξετάσει την απόφασή της και να αλλάξει τους νόμους που της δίνουν την εξουσία να παρεμβαίνει σε τραπεζικές συμφωνίες.

Οι Βρυξέλλες θεωρούν απαραίτητο ένα δίκτυο λιγότερων και μεγαλύτερων τραπεζών προκειμένου να καταστεί παγκοσμίως ανταγωνιστικός ο χρηματοπιστωτικός τομέας.

Και ενώ στις Βρυξέλλες εντείνουν τις πιέσεις σε Ρώμη, Μαδρίτη δεν κάνουν το ίδιο στην περίπτωση του Βερολίνου, ο Φρήντριχ Μερτς όχι μόνο συνεχίζει να εγείρει εμπόδια στην προσπάθεια της UniCredit να αποκτήσει πλειοψηφικό ποσοστό στην Commerzbank, αλλά επιπλέον επικαλείται τον κίνδυνο αποσταθεροποίησης του γερμανικού τραπεζικού συστήματος. Η ιταλική τράπεζα έχει ήδη προκαλέσει τη σημαντική αντίθεση της γερμανικής κυβέρνησης ως προς την αύξηση των συμμετοχών της στην Commerzbank – τις τελευταίες εβδομάδες έχει αρχίσει να μετατρέπει τις θέσεις της σε παράγωγα σε άμεσες συμμετοχές σε μετοχές. “Είναι μια μη φιλική προσέγγιση που δεν αποδεχόμαστε και δεν υποστηρίζουμε», δήλωσε ο Γερμανός Καγκελάριος για να συμπληρώσει ότι “το ίδρυμα που θα προκύψει θα μπορούσε, λόγω της δομής του ισολογισμού του, να αποτελέσει σημαντικό κίνδυνο για τη χρηματοπιστωτική αγορά. Εάν το ζήτημα δεν επιλυθεί πλήρως, δεν θα αλλάξω θέση”.

Εκ πρώτης όψεως η Κομισιόν (όπως και η ΕΚΤ σε προηγούμενο χρόνο) φαίνεται να έχει δίκιο, επιζητώντας την συγχώνευση “εθνικών πρωταθλητών” προκειμένου να δημιουργηθούν ευρωπαϊκοί, μεγέθους ικανού να ανταγωνιστούν τις τράπεζες των ΗΠΑ. Ωστόσο, η εδώ και μήνες αντίδραση αρχικά του Βερολίνου, στη συνέχεια της Ρώμης και πρόσφατα της Μαδρίτης αποδίδεται σε εντελώς διαφορετικό λόγο που έχει να κάνει ακριβώς με το ενδεχόμενο αυξημένου ρίσκου του τραπεζικού συστήματος, δλδ των ίδιων των καταθέσεων των αποταμιευτών. Πως προκύπτει αυτό; μα ακριβώς από την φύση αφ΄ενός της UniCredito και BBVA αφ’ ετέρου της Commerzbank, της Banco BPM, της Banco Sabadell. Το ενδιαφέρον είναι ότι και το ιταλικό δημόσιο – όπως και το γερμανικό για την Commerzbank – βάζει εμπόδια στην εξαγορά αυτή, που επιθυμεί διακαώς η Unicredit. 

Οι κυβερνήσεις των δύο χωρών δεν θέλουν τα κεφάλαια της ευρείας φθηνής αποταμίευσης των μικροκαταθετών να χρησιμοποιούνται για τη χρηματιστηριακή μόχλευση, το υψηλό ρίσκο. Εύλογα η UniCredit θέλει να αποκτήσει πρόσβαση σε “φθηνή λαϊκή καταθετική βάση” για να μπορέσει να τα αξιοποιήσει στο investment banking. Μετακύληση κεφαλαίων/καταθέσεων που ναι μεν μπορεί να αποφέρει υπεραξίες (τις οποίες θα καρπωθούν η UniCredit, η διοίκηση, οι επενδυτές) αλλά θα μπορούσε να απομειωθούν σε μία κρίση. Και ακριβώς στην τελευταία…λεπτομέρεια έγκειται η επιφυλακτικότητα Βερολίνου και Ρώμης.

ΑΠΟ ΧΡΗΜΑ WEEK