Η Ευρώπη πρέπει να ενισχύσει τη ρύθμιση των μη τραπεζικών χρηματοπιστωτικών εταιρειών, προκειμένου να εξασφαλίσει ισότιμους όρους ανταγωνισμού με τους παραδοσιακούς δανειστές και να περιορίσει τον κίνδυνο σε έναν τομέα που έχει αναπτυχθεί ραγδαία τις τελευταίες δεκαετίες.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Christine Lagarde εξήξησε ότι τα μη τραπεζικά ιδρύματα, όπως τα επενδυτικά κεφάλαια, οι ασφαλιστικές εταιρείες και τα συνταξιοδοτικά ταμεία, που μερικές φορές αποκαλούνται “σκιώδεις τράπεζες”, διαθέτουν σήμερα συνολικά περιουσιακά στοιχεία αξίας περίπου 350% του ΑΕΠ, αλλά υπόκεινται σε ευνοϊκότερη ρύθμιση από τις τράπεζες, καθώς δεν δέχονται καταθέσεις από νοικοκυριά.
- “Είναι ζωτικής σημασίας οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής να προσαρμόσουν τη ρύθμιση και την εποπτεία σε αυτό το δύσκολο περιβάλλον”
δήλωσε η Λαγκάρντ, σύμφωνα με το Reuters.
- “Δεν πρέπει να το κάνουν αυτό μειώνοντας τα πρότυπα για τις τράπεζες, αλλά αυξάνοντας τα πρότυπα για τους μη τραπεζικούς οργανισμούς που ασκούν τραπεζικές δραστηριότητες ή έχουν σημαντικές συνδέσεις με τον τραπεζικό τομέα”,
. “Αυτό θα βοηθήσει να αντιμετωπιστούν οι ανησυχίες των τραπεζών σχετικά με την άνιση μεταχείριση”
Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής φοβούνται ότι, σε περίπτωση κρίσης, η κεντρική τράπεζα θα κληθεί να παράσχει ρευστότητα σε μη τραπεζικά ιδρύματα, δεδομένου του βαθμού στον οποίο αυτά είναι συνυφασμένα με τις κανονικές τράπεζες.
- “Εάν οι κίνδυνοι συσσωρευτούν εκτός του τραπεζικού συστήματος, πέρα από την τρέχουσα εμβέλεια των ρυθμιστικών και εποπτικών αρχών, οι συμβιβασμοί που ήταν εμφανείς πριν από το 2008 ενδέχεται να επανεμφανιστούν, με τη νομισματική πολιτική να αποτελεί de facto το μόνο εργαλείο για να “καλύψει όλα τα κενά” και να συγκρατήσει την οικονομική ευφορία”.
Η Ευρώπη θα πρέπει, επομένως, να απλοποιήσει τη ρύθμιση για τις τράπεζες χωρίς να χαλαρώσει τους κανόνες και να τους καταστήσει αυστηρότερους για τις μη τραπεζικές επιχειρήσεις, δήλωσε η κ. Λαγκάρντ