Το Συμβούλιο της Επικρατείας αποφάνθηκε ότι η μείωση του εφάπαξ βοηθήματος σε όσους υπαλλήλους της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΤΕ) συνταξιοδοτούνται, έγινε για σοβαρούς λόγους δημοσίου συμφέροντος και η μείωση αυτή δεν παραβιάζει ούτε το Σύνταγμα, ούτε την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔ).
Ειδικότερα, στο ΣτΕ είχαν προσφύγει 6 πρώην υπάλληλοι της ΕΤΕ και ζητούσαν να ακυρωθεί η απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Εργασίας του 2013 με την οποία τροποποιήθηκε το καταστατικό του Ταμείου Ασφάλισης και Πρόνοιας της ΕΤΕ. Παράλληλα, με την ίδια κοινή υπουργική απόφαση εγκρίθηκε η αναλογιστική μελέτη και αντικαταστάθηκε το άρθρο 7 του καταστατικού με το οποίο καθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού του εφάπαξ βοηθήματος, ενώ καθορίστηκε νέος τρόπος υπολογισμού του εφάπαξ η οποίος μάλιστα εφαρμόζεται αναδρομικά για όσους είχαν αποχωρήσει από την ΕΤΕ από 3 Ιανουαρίου 2012 και δεν έχουν λάβει ακόμα το σύνολο του εφάπαξ βοηθήματος.
Το Α΄ Τμήμα του ΣτΕ με την υπ΄ αριθμ. 2429/2018 απόφασή του απέρριψε την αίτηση 6 συνταξιούχων πρώην υπαλλήλων της ΕΤΕ, κρίνοντας ότι η μείωση του εφάπαξ έγινε για σοβαρούς λόγους δημοσίου συμφέροντος οι οποίοι ανάγονται στην αδυναμία του εν λόγω Ταμείου να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του. Επίσης, το ΣτΕ έκρινε ότι η μείωση του εφάπαξ βοηθήματος δεν παραβιάζει την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας και την ΕΣΔΑ.