της Αναστασίας Κυρίτση, Associate Professor, Berlin & UK Gus Global Education Systems, Sustainability & Trading Consultant, Editorial Board Zürich Business School, Advisory Council Harvard Business Review
Η ενεργειακή πολιτική βρίσκεται στο επίκεντρο του σύγχρονου οικονομικού και περιβαλλοντικού σχεδιασμού τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) όσο και στην Ελλάδα. Οι πρωτοβουλίες που αναλαμβάνονται σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο στοχεύουν στην προώθηση της ενεργειακής μετάβασης, της βιωσιμότητας και της ανταγωνιστικότητας. Παρότι οι στόχοι είναι κοινοί, οι διαφορές στην εφαρμογή τους αντικατοπτρίζουν τις ιδιαίτερες προκλήσεις και δυνατότητες κάθε περιφέρειας.
Η ευρωπαϊκή προσέγγιση: DG CLIMA και η Στρατηγική για το 2050
Η Διεύθυνση Γενικών Υποθέσεων για την Κλιματική Δράση (DG CLIMA) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ηγείται των προσπαθειών για την επίτευξη μιας κλιματικά ουδέτερης Ευρώπης έως το 2050. Οι κεντρικοί στόχοι αυτής της στρατηγικής περιλαμβάνουν:
Συμμετοχή κατά 42,5% των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) έως το 2030
Βελτίωση ενεργειακής απόδοσης κατά 11,7%
Μείωση των εκπομπών ρύπων κατά 90% έως το 2040
Η πολιτική της DG CLIMA βασίζεται σε μια ολιστική προσέγγιση, που ενσωματώνει την καινοτομία, την ανάπτυξη της κυκλικής οικονομίας και την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων. Η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία (European Green Deal) και το πακέτο “Fit for 55” διαμορφώνουν το ρυθμιστικό πλαίσιο για τις επενδύσεις και τις τεχνολογικές καινοτομίες στον τομέα της ενέργειας.
Η ελληνική πραγματικότητα: Νομοθεσία και επιχειρηματικές κινήσεις
Στην Ελλάδα, η ενεργειακή μετάβαση επηρεάζεται από το νέο χωροταξικό πλαίσιο, το οποίο επιδιώκει να εξορθολογίσει την αδειοδότηση έργων ΑΠΕ και να διασφαλίσει τη βιώσιμη ανάπτυξη του τομέα. Η ελληνική νομοθεσία έχει προσαρμοστεί σε αυτό το πλαίσιο με:
τον Ν. 4685/2020, που εισάγει απλοποιημένες διαδικασίες περιβαλλοντικής αδειοδότησης και
τον Ν. 4951/2022, που επιταχύνει την ανάπτυξη και αδειοδότηση έργων ΑΠΕ.
Παράλληλα, οι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις ενέργειας, όπως η ΔΕΗ, η Mytilineos, η Motor Oil και η Helleniq Energy, έχουν στραφεί σε επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές και υποδομές αποθήκευσης ενέργειας. Το ενδιαφέρον εστιάζεται στη δημιουργία διασυνδεδεμένων αγορών και στην ανάπτυξη πράσινων τεχνολογιών.
Σύγκριση των δύο προσεγγίσεων
Παράμετρος / Ευρωπαϊκή Ένωση / Ελλάδα
Νομοθετικό Πλαίσιο / “Fit for 55”, Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία / Ν. 4685/2020, Ν. 4951/2022
Στόχοι ΑΠΕ / 42,5% έως το 2030 / 35% έως το 2030
Μείωση Εκπομπών / 90% έως το 2040 / 55% έως το 2030
Ενεργειακή Απόδοση / +11,7% έως το 2030 / +9% έως το 2030
Επιχειρηματικές Επενδύσεις / Διεθνής διασύνδεση και καινοτομία / Εθνικές επενδύσεις σε ΑΠΕ και αποθήκευση ενέργειας
Προκλήσεις / Ρυθμιστική ευελιξία, ενεργειακή διαφοροποίηση / Γραφειοκρατία, σταθερότητα επενδυτικού περιβάλλοντος
Παρότι η Ελλάδα ακολουθεί το ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο, η υλοποίηση των πολιτικών συχνά συναντά καθυστερήσεις, λόγω της γραφειοκρατίας και των αδειοδοτικών διαδικασιών. Επιπλέον, η διαφοροποίηση των ενεργειακών πόρων στην ΕΕ ενισχύεται μέσω της ανάπτυξης υδρογόνου και αποθήκευσης ενέργειας, τομέας στον οποίο η Ελλάδα παρουσιάζει σημαντική καθυστέρηση.
Προκλήσεις και προοπτικές
Η ευρωπαϊκή πολιτική δίνει έμφαση στην καινοτομία, τη διασύνδεση και την ανταγωνιστικότητα, ενώ η Ελλάδα εστιάζεται κυρίως στην ανάπτυξη των ΑΠΕ και τη μείωση του κόστους ενέργειας. Οι βασικές προκλήσεις για την ελληνική αγορά περιλαμβάνουν:
Την ανάγκη για επιτάχυνση των επενδύσεων σε αποθήκευση ενέργειας
Τη μείωση της εξάρτησης από εισαγόμενα ορυκτά καύσιμα
Την ενίσχυση των δικτύων διανομής για μεγαλύτερη διείσδυση των ΑΠΕ
Ταυτόχρονα, το ελληνικό επενδυτικό περιβάλλον πρέπει να βελτιωθεί, ώστε να προσελκύσει νέες επιχειρήσεις και κεφάλαια. Η συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, η χρηματοδότηση μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) και η υιοθέτηση τεχνολογικών λύσεων θα καθορίσουν την ταχύτητα και την επιτυχία της μετάβασης στην πράσινη ενέργεια.
Συμπέρασμα
Η ενεργειακή στρατηγική της Ευρώπης και της Ελλάδας παρουσιάζει κοινά σημεία, αλλά διαφοροποιείται στην εφαρμογή και τις προτεραιότητες. Η ΕΕ δίνει έμφαση στη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα, την καινοτομία και τη διεθνή συνεργασία, ενώ η Ελλάδα εστιάζεται στην επιτάχυνση της ενεργειακής μετάβασης και τη μείωση του κόστους ενέργειας.
Η πρόκληση για την Ελλάδα είναι να ευθυγραμμιστεί με τις ευρωπαϊκές τάσεις, διατηρώντας ταυτόχρονα την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεών της και την κοινωνική συνοχή. Με τις κατάλληλες μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις η ελληνική αγορά μπορεί να αποτελέσει έναν δυναμικό πυλώνα στην ευρωπαϊκή ενεργειακή στρατηγική.
Aπό το περιοδικό ΧΡΗΜΑ