Της Κυρέλας Πέτρου
Αποτελεί μια έντονη τάση. Σχεδόν σαν μόδα. Τη στιγμή που το 80% της εγχώριας αγοράς μπύρας ελέγχεται από δύο πολυεθνικές, όλο και περισσότερες μικροζυθοποιίες «ξεφυτρώνουν» σε κάθε γωνιά της χώρας.
Η καταναλωτική τάση για καινοτόμα προϊόντα και νέες γεύσεις μικρής -τοπικής παραγωγής, σε συνδυασμό με έρευνες που βλέπουν σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης στην κατηγορία, δίνει το έναυσμα για την επένδυση μικρών παραγωγών στον κλάδο.
Στο πλαίσιο αυτό, μία ακόμη μικροζυθοποιία θα ξεκινήσει σύντομα την λειτουργία της. Πρόκειται για την Ζυθοποιία Πηνειού, η οποία ιδρύθηκε πριν λίγους μήνες και αποτελεί την πρώτη μικροζυθοποία της Λάρισας. Έχει σαν στόχο, την παραγωγή και προώθηση φρέσκιας, απαστερείωτης μπύρας και θα εγκατασταθεί σε ιδιόκτητο, σύγχρονο ζυθοποιείο, που ολοκληρώνεται τους επόμενους μήνες.
Η κυκλοφορία της πρώτης μπύρας, τύπου Pilsener, αναμένεται το Πάσχα, ενώ στις αρχές του καλοκαιριού αναμένεται να κυκλοφορήσει και η δεύτερη, τύπου Belgian Ale.
Ήδη η Ζυθοποιία Πηνειού πραγματοποίησε αυτές τις μέρες γευστική δοκιμή και παρουσίαση των πρώτων ετικετών της, με στόχο την γευστική βελτίωσή τους. Στη ζυθογνωσία συμμετείχαν επαγγελματίες- ιδιοκτήτες καταστημάτων διασκέδασης, διανομείς ποτών, επιστήμονες του ζύθου, ερασιτέχνες ζυθοποιοί και φίλοι της μπύρας.
Στην Ελλάδα σήμερα δραστηριοποιούνται περίπου 35 μικροζυθοποιίες. Το νούμερο, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς είναι αρκετά μικρό, σε σύγκριση με τον αριθμό των μικροζυθοποιίων στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες (Ηνωμένο Βασίλειο 2.000 μικροζυθοποιίες, Γερμανία περίπου 1.300, Ιταλία περίπου 1.200). Οι craft μπύρες μικρής παραγωγής στην Ελλάδα αντιπροσωπεύουν περίπου το 1% των πωλήσεων της ελληνικής αγοράς, ποσοστό πολύ χαμηλό αν αναλογιστεί κανείς ότι σε άλλες χώρες το ποσοστό κυμαίνεται από 5% έως 12%. Για τον λόγο αυτό, εκτιμάται ότι η μικροζυθοποιία παρουσιάζει σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης τόσο στην εγχώρια αγορά όσο και στο εξωτερικό.
Ταυτόχρονα, όπως αναφέρθηκε, παρατηρείται έντονη στροφή των καταναλωτών σε προϊόντα με ελληνική και δη τοπική ταυτότητα. Έρευνα της Focus Bari δείχνει ότι η χώρα προέλευσης ενός προϊόντος αποτελεί για το 21% του δείγματος τον τρίτο πιο σημαντικό λόγο για την αγορά ενός προϊόντος. Κατάταξη η οποία αλλάζει αν πρόκειται για την αγορά τροφίμων – ποτών. Σε αυτή την περίπτωση η χώρα/περιοχή προέλευσης αποτελεί το βασικό κριτήριο επιλογής ενός προϊόντος (32,5%) με την τιμή να βρίσκεται σε δεύτερη μοίρα (ποσοστό 28,5%), τις προσφορές/εκπτώσεις στην τρίτη θέση (24%) και τη μάρκα στην τέταρτη (14,5%).