O κ. Σταύρος Κωνσταντάς, Διευθυντής Διεύθυνσης Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης, Τράπεζα της Ελλάδος μίλησε ενώπιον του κοινού στο πλαίσιο του 17 Insurance Conference 2024 που στόχο έχει να αναδείξει την ατζέντα της Ασφαλιστικής Αγοράς έως το 2030.

Όπως τόνισε:

Έχουν περάσει περισσότερα από 8 χρόνια από την εφαρμογή του Solvency II και οι ελληνικές ασφαλιστικές επιχειρήσεις αντιμετώπισαν αποτελεσματικά όλες τις προκλήσεις, διατηρώντας την κεφαλαιακή τους επάρκεια.

Οι κεφαλαιακές απαιτήσεις Φερεγγυότητας των ελληνικών ασφαλιστικών επιχειρήσεων ανέρχονται σε 2,1 δις ευρώ ενώ τα εποπτικά ίδια κεφάλαια ανέρχονται σε 3,8 δις. Ως εκ τούτου, οι ελληνικές ασφαλιστικές επιχειρήσεις θεωρούνται φερέγγυες και καλύπτουν επαρκέστατα την ελάχιστη κεφαλαιακή επάρκεια, με τον δείκτη κεφαλαιακής κάλυψης να είναι πέριξ του 175%.

Παράλληλα η αγορά υφίσταται έναν εκτεταμένο μετασχηματισμό. Οι εξελίξεις έως 2030 αναμενονται σημαντικές. Κοινός στόχος είναι έως τότε ο ασφαλιστικός κλάδος να προάγει την κοινωνική ευημερία την οικονομική σταθερότητα και τη δικαιοσύνη.

Χρειαζονται όμως αναγκαίες προσαρμογές σε επίπεδο λειτουργίας αλλά και τις επιχειρηματικές πρακτικές. Σχετικά με το επίπεδο λειτουργίας και φερεγγυότητας των επιχειρήσεων, με την ολοκλήρωση των διαπραγματεύεων τα ευρωπαικά όργανα κατέληξαν σε προσωρινή πολιτική συμφωνία. Με την ενσωμάτωση της αναθεώρησης της οδηγίας Φερεγγυότητα ΙΙ αναμένονται αρκετές αλλαγές για τις επιχειρήσεις.

Οι σημαντικότερες:

-Διευρυμένη εφαρμογή της αρχής Αναλογικότητας, που δημιουργεί ευνοϊκότερο περιβάλλον για μικρές ασφαλιστικές επιχειρήσεις, αλλά αυξάνει σε πολυπλοκότητα τις απαιτήσεις για τις μεγαλύτερες

– Απαίτηση για ποσοτικοποίηση από τις ασφαλιστικές των κινδύνων της κλιματικής αλλαγής μέσω εκπονησης σεναρίων
-Απαίτηση ποσοτικοποίηση μακροοικονομικών κινδύνων και καλύτερο σχεδιασμό του κινδύνου ρευστότητας

-Ενίσχυση εποπτείας ομίλων

-Ενίσχυση της συνεργασίας εθνικών εποπτικών αρχών

Ολοκληρώθηκαν παράλληλα οι διαπραγματεύσεις των θεσμών για την εισαγωγή του πλαισίου Ανάκαμψης και Εξυγίανσης των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, το λεγόμενο Insurance Recovery and Resolution Directive που ορίζει τα εξής:-Tην υποχρέωση των ασφαλιστικών επιχειρήσεων για την εκπόνηση και διατήρηση σχεδίων ανάκαμψης, που θα καθορίζουν δεσμευτικά για τα βήματα που θα προτίθενται να κάνουν για να αποκαταστησουν την Φερεγγυότητα τους
-Υποχρέωση των εποπτικών αρχών εκπόνησης σχεδίων εξυγίανσης των επιχειρήσεων
-Εποπτικά εργαλεία για να ενισχυθεί ο ρόλος των εποπτικών αρχών

Ο κλάδος ασφάλισης θα καταστεί πιο ανθεκτικός προκειμένου να προστατευτούν καλύτερα οι ασφαλισμένοι και το χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Όσον αφορά τις επιχειρηματικές πρακτικές ο κ. Κωνσταντάς ανέφερε:

Τα επόμενα έτη στόχος της ΕΕ είναι η προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών όταν αυτοί Σκοπός είναι να λαμβάνουν οι ασφαλισμένοι επενδυτικές αποφάσεις που να ευθυγραμμίζονται με τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους, διασφαλίζοντας ότι αντιμετωπίζονται δίκαια και ότι τους προσφέρεται επαρκής προστασία.

Από μια χαρτογράφηση που έκανε η Κομισιόν σε όλες τις αγορές διαπιστώθηκε ότι οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις και οι διαμεσολαβητές έχουν να κάνουν αρκετά βήματα για να ανταποκριθούν στις ανάγκες των καταναλωτών.

Θέματα που αναδείχθηκαν:

Οι δυνητικοί πελάτες που θέλουν να αγοράσουν ασφάλιση δεν έχουν πρόσβαση σε σχετικά συγκρίσιμες και εύκολα κατανοητές πληροφορίες επενδυτικών προιόντων προκειμένου να προχωρήσουν σε συνειδητές επενδυτικές επιλογές.

-Υπάρχει αυξημένος κίνδυνος να εξαπατηθούν από παραπλανητικές προωθητικές ενέργειες στα μέσα δικτύωσης κλπ

-Παρατηρούνται προβλήματα σχεδιασμού και διανομής των προϊόντων οι οποίες συνδέονται με πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων

-Ορισμένα επενδυτικά προϊόντα ενσωματώνουν αδικαιολόητα υψηλό κόστος χωρίς να είναι απαραίτητα value for money

Για την αντιμετώπισή αυτών των προβλημάτων αναμένονται, σύμφωνα με τον κ. Κωνσταντά νομοθετικές εξελίξεις που θα επηρεάσουν σημαντικά τη λειτουργία των εταιρειών.

-Το Value for Μoney εισάγεται ως έννοια για να διασφαλιζεται ότι ασφαλιστικά επενδυτικά προιόντα που θα προτείνονται στους ασφαλισμένους θα έχουν ορθή σχέση ποιότητας-τιμής.

-Θα απαιτείται οι εταιρείες να αξιολογούν εάν το κόστος και οι χρεώσεις είναι δικαιολογημένα και αναλογικά σε σχέση με την απόδοσή του

-Υποχρεωτική για εταιρείες και διαμεσολαβητές η σμπερίληψη της σύγκρισης κόστους του προτεινόμενου προϊόντος με το κόστος άλλων παρόμοιων προϊόντων.

-Αντιμετωπίζονται πιθανές συγκρούσεις συμφερόντων στη διανομή ασφαλιστικών επενδυτικών προϊόντων με την απαγόρευση προμηθειών για τις πωλήσεις που διενεργούνται από διαμεσολαβητές που δίνουν ανεξάρτητη συμβουλή στον ασφαλισμένο

-Θεσπίζονται αυστηρότερες διασφαλίσεις για τις προμήθειες σε διαμεσολαβούντες

-Ενισχύεται η προστασία των ασφαλισμένων από ενδεχόμενο παραπλανητικό marketing προσδιορίζοντας τις υποχρεώσεις των διαμεσολαβητών για τη χρήση των διαφημιστικών τους ανακοινώσεων, ειδικά όταν γίνεται χρήση των social media.

Πέραν των ανωτέρω υπάρχει τα τελυταία έτη μια στροφή του ασφαλιστικού τομέα στον ψηφιακό μετασχηματισμό. Στο πλαίσιο αυτο, οι ασφαλισμένοι παρέχουν δεδομένα στις επιχειρήσεις. Η νέα αυτή τάση εμπεριέχει κινδύνους και ευκαιρίες. Αυτή την περίοδο διεξάγονται διαπραγματεύσεις σε επίπεδο θεσμικών οργάνων της ΕΕ και αναμένονται νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα επηρεεάσουν σημαντικά τον τρόπο λειτουργίας των ασφαλιστικών εταιρειών. Σκοπός είναι να δοθελι η δυνατοτητα στους ασφαλισμένους να μεταβιβάζουν τα δεδομένα τους με ασαφαλή τρόπο ώστε να έχουν ένα καλύτερο φάσμα προιόντων και υπηρεσιών.

Ο ασφαλισμένος θα μπορεί να υποχρεώσει την εταιρεία να διαβιβάσει τα δεδομένα που έχει συλλέξει μια εταιρεία, σε άλλο χρήστη δεδομένων που θα μπορεί να του προτείνει νέα φθηνότερα και εξατομικεηυμένα προιόντα.

Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις τέλος, θα πρέπει να διατηρούν αυτά τα δεδομένα σε ασφαλή μηχαναγνώσιμο μορφότυπο ώστε να μπορούν να τα διαβιβάζουν ανά πάσα στιγμή, όποτε χρειαστεί.