Κρίσιμα συμπεράσματα προκύπτουν από την τέταρτη κατά σειρά έρευνα της MRB για τον ΣΕΒ που έχει ως στόχο την αξιολόγηση της ελκυστικότητας του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Ως γενικό συμπέρασμα προκύπτει πως η έλευση του κορωνοϊού επηρέασε την έως τότε, διαμορφούμενη αισιοδοξία για διαρκώς βελτιούμενη πορεία της οικονομίας και της αναπτυξιακής προοπτικής, επαναφέροντας μια σχετική αβεβαιότητα, ιδιαίτερα έντονα σε κάποιους κλάδους της οικονομίας. Από την άλλη ωστόσο, αναδείχθηκαν τόσο η ανθεκτικότητα όσο και οι αυξανόμενες αντοχές ανάλογα με το επιχειρηματικό μέγεθος αλλά και τον κλάδο, όπως στην περίπτωση της βιομηχανίας.
Η ψυχολογία και η αντίληψη των επιχειρήσεων για τις συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις παραμένουν θετικές. Οι επιχειρήσεις αναγνωρίζουν τη σφοδρότητα της κρίσης, αλλά εκτιμούν πως οι συνέπειες θα είναι χρονικά περιορισμένες(από ένα έτος για το 45%, έως 2-5 για το 30%), ενώ η μεγάλη πλειονότητα των επιχειρήσεων (70%) δηλώνει ότι θα διατηρήσει σταθερό το προσωπικό της, με λιγότερο από το 10% να δηλώνει ότι θα προχωρήσει σε μείωση. Αναδείχθηκε επίσης, η μεγάλη βαρύτητα που προσδίδουν οι επιχειρήσεις στην ανάγκη ταχείας και αποτελεσματικής αξιοποίησης του Ταμείου Ανάκαμψης.
Το 2020 ο σχετικός Δείκτης Αξιολόγησης Δυσκολιών συνέχισε – για τρίτη χρονιά – τη βελτιωτική του πορεία, με αξιοσημείωτη μείωση στις δυσκολίες που αφορούν στη φορολογική επιβάρυνση, στη μακροοικονομική κατάσταση της χώρας και στην αναποτελεσματική λειτουργία των θεσμών. Οι απαντήσεις, όμως των επιχειρήσεων υπογραμμίζουν το γεγονός ότι τα προβλήματα δεν εξαφανίστηκαν και χρειάζεται να συνεχιστεί η προσπάθεια για την επίλυση των δομικών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας.
Η συνολική επενδυτική δραστηριότητα για την ερχόμενη τριετία θα διατηρηθεί σχετικά αμετάβλητη μετά τον κορωνοϊό, με οδηγούς τις μεγάλες επιχειρήσεις και τις επιχειρήσεις στους κλάδους της Μεταποίησης, των Μεταφορών και του Πρωτογενούς Τομέα.
Την ίδια στιγμή, καταγράφεται μείωση της αδυναμίας πρόσβασης στη χρηματοδότηση και του ελλείμματος χρηματοδοτικών επενδυτικών κινήτρων, κυρίως λόγω των μέτρων στήριξης χρηματοδοτικού χαρακτήρα που θεσμοθετήθηκαν λόγω πανδημίας.
Η αναμφίβολη ιστορία επιτυχίας της χρονιάς που πέρασε ήταν η ψηφιοποίηση του κράτους, όπου το 46,9% των επιχειρήσεων διαπιστώνει μεγάλη βελτίωση. Την ίδια στιγμή, ο βαθμός ικανοποίησης των επιχειρήσεων από την ποιότητα των Δημόσιων Φορέων και Υπηρεσιών σημειώνει υποχώρηση το 2020 σε 5,4 μονάδες (από 6,0 το 2019), γεγονός που σηματοδοτεί ότι οι προσπάθειες εκσυγχρονισμού και μετάβασης στην ηλεκτρονική διακυβέρνηση της δημόσιας διοίκησης δεν είναι από μόνες τους αρκετές και ότι οι επιχειρήσεις έχουν ανάγκη να ανέβει το επίπεδο των υπηρεσιών που λαμβάνουν συνολικά.
Μείζων εξαίρεση στη γενική πορεία βελτίωσης αποτελεί η εκτόξευση του ποσοστού των επιχειρήσεων που αντιμετωπίζουν έλλειψη κατάλληλου ανθρώπινου δυναμικού και δεξιοτήτων από το 21% στο 38%. Αυτή η εξέλιξη συνδέεται με την ανάγκη παρακολούθησης της εντεινόμενης ψηφιοποίησης και των μεγάλων τεχνολογικών αλλαγών και την επιτακτική ανάγκη μεταρρύθμισης του συστήματος εκπαίδευσης και κατάρτισης, και η σύνδεσή του με την αγορά.
Τα βασικά ευρήματα της έρευνας για το επιχειρηματικό περιβάλλον:
- Η ψηφιοποίηση του κράτους αποτελεί μια ιστορία επιτυχίας των μεταρρυθμιστικών παρεμβάσεων κατά το τελευταίο έτος.
- Ο ψηφιακός μετασχηματισμός του κράτους αποτελεί στρατηγική επιλογήπου πρέπει να συνεχιστεί για τη βελτίωση του Δείκτη Ικανοποίησης από την Ποιότητα των Δημόσιων Φορέων. Οι δημόσιες υπηρεσίες με ψηφιακή ταυτότητα (ΚΕΠ, ψηφιακή πύλη gov.gr και businessportal.gr) έχουν κερδίσει την εμπιστοσύνη των επιχειρήσεων.
- Αντίθετα, παραμένει η δυσαρέσκεια για τη λειτουργία κρίσιμων φορέων, όπως τα Δικαστήρια και τα Υπουργεία και καμία βελτίωση δεν υπήρξε στην απονομή δικαιοσύνης που αποτελεί σημαντικό εμπόδιο για το 36,2% των επιχειρήσεων.
- Το 2020 καταγράφεται μεγάλη αύξηση του ποσοστού των επιχειρήσεων που εκτιμά ότι η έλλειψη κατάλληλου ανθρώπινου δυναμικού προκαλεί πολύ μεγάλη δυσκολία (από 21% σε 38,3%).
- 6 στις 10 επιχειρήσεις θεωρούν πιο σοβαρές τις επιπτώσεις της πανδημίας από εκείνες της περιόδου της οικονομικής κρίσης. Το 45,7% των επιχειρήσεων προσδοκά πως οι επιπτώσεις θα έχουν σχετικά σύντομη διάρκεια (ως το τέλος του 2021).
- Το 70% των επιχειρήσεων θα διατηρήσει σταθερό το προσωπικό του το επόμενο έτος, λιγότερο από το 10% θα προχωρήσει σε μείωση.
Το επιχειρηματικό περιβάλλον στην εποχή του covid-19
Από τη συμπληρωματική έρευνα προκύπτει πως η κρίση του covid επέτεινε τα δομικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, ενώ συνδέεται και με τη μείωση των προσδοκιών. Επτά στις δέκα επιχειρήσεις που αναμένουν μείωση των πωλήσεών τους το 2021 το αποδίδουν στην κρίση της πανδημίας του κορωνοϊού.
Φαίνεται να επιδεινώνονται, τόσο οι συνέπειες για το παρόν και το μέλλον των επιχειρήσεων (ειδικά για όσες, ήδη, αντιμετώπιζαν προβλήματα), όσο και η άποψη των επιχειρήσεων για την πορεία της οικονομίας.
Ως προς τα μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης, η εικόνα είναι μικτή, με την πλειονότητα (47,3%) να θεωρεί αποτελεσματικά τα γενικά μέτρα την περίοδο Μαρτίου-Σεπτεμβρίου 2020, αλλά μη αποτελεσματικά (σε ποσοστό 45,3%) τα ειδικά μέτρα ανά κλάδο. Μεγαλύτερη δυσαρέσκεια καταγράφεται για τα μέτρα της περιόδου Οκτωβρίου-Νοεμβρίου. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί η διαπίστωση πως το 48% των επιχειρήσεων δεν έχει σχέδιο αντιμετώπισης της πανδημίας και δεν σκοπεύει και να αποκτήσει.
Προτεραιότητες της κυβέρνησης προκειμένου να ανακάμψει η οικονομία από την κρίση της πανδημίας πρέπει να αποτελέσουν η εξασφάλιση της ρευστότητας σε ανταγωνιστικούς όρους (44,9%), καθώς και η διασφάλιση με κάθε μέσο της βιωσιμότητας εκείνων των επιχειρήσεων που έχουν πληγεί από την κρίση της πανδημίας (36,1%).