Αλλάζει τα δεδομένα στην ελληνική, αλλά και την ευρωπαϊκή αγορά ακινήτων η είσοδος ισχυρών ξένων θεσμικών επενδυτών στο μετοχικό σχήμα της Invel, που ως γνωστόν ελέγχει το 65% της «Πανγαία», της μεγαλύτερης εισηγμένης ελληνικής ΑΕΕΑΠ (Ανώνυμης Εταιρείας Επενδύσεων Ακίνητης Περιουσίας), θυγατρικής της Εθνικής Τράπεζας.
Πριν από λίγα 24ωρα ολοκληρώθηκε και τυπικά, με τη συγκατάθεση της ΕΤΕ, η αλλαγή στη μετοχική σύνθεση της Invel Real Estate Partners που εξασφαλίζει πλέον την παρουσία στην Ελλάδα δύο πολύ σημαντικών ξένων επενδυτικών κεφαλαίων.
Πρόκειται για το αμερικανικό Castlelake, μία παγκόσμια εταιρεία ιδιωτικών επενδύσεων που διαχειρίζεται κεφάλαια άνω των 15 δισ. δολαρίων και το βρετανικό equity fund Coller Capital που ειδικεύεται σε τοποθετήσεις στην δευτερογενή αγορά και αποτελεί (με έτος ίδρυσης το 1990) ένα από τα παλαιότερα θεσμικά επενδυτικά σχήματα του είδους και ασφαλώς ένα από τα σημαντικότερα στην Ευρώπη. H Castlelake ιδρύθηκε το 2005 και μέσα σε λίγα χρόνια έγινε μία καινοτόμος πλατφόρμα επενδύσεων με ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων, που ξεκινά από την αναδιάρθρωση προβληματικών εταιρειών και καταλήγει σε εκμετάλλευση μονάδων βαριάς βιομηχανίας και αεροπορικών υπηρεσιών μεταφορών. Σήμερα δραστηριοποιείται εκτός από την αμερικανική επικράτεια στον Καναδά, τη Μέση Ανατολή και την Ασία, ενώ αναφέρεται στις εποπτικές αρχές ελέγχου τόσο των ΗΠΑ όσο και της Βρετανίας.
Η βρετανική Coller αντιστοίχως έχει σήμερα ισχυρή διεθνή παρουσία με γραφεία εκτός από το Λονδίνο, στη Νέα Υόρκη και το Χονγκ-Κόνγκ. Απασχολεί περισσότερα από 200 στελέχη και διαχειρίζεται κεφάλαια των μεγαλύτερων θεσμικών επενδυτών του πλανήτη. Αποτελεί ένα από τα αρχαιότερα equity funds του είδους και υπάγεται στην εποπτική αρχή FCA(Financial Conduct Authority) του Λονδίνου.
Η είσοδος παικτών τέτοιου βεληνεκούς σε μία περίοδο που οι μεγάλες ξένες επενδύσεις αποτελούν ζητούμενο για τη σταθεροποίηση της ελληνικής οκονομίας αποτελεί ασφαλώς θετική εξέλιξη που προδιαγράφει περαιτέρω ανάπτυξη της «Πανγαία» με ισχυρή προοπτική να καταστεί μία από τις μεγαλύτερες εταιρείες εκμετάλλευσης ακινήτων σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Σχολιάζοντας τη σημαντική αυτή τοποθέτηση σοβαρών ξένων θεσμικών στην ελληνική αγορά ακινήτων ο Χριστόφορος Παπαχριστοφόρου, ιδρυτικό στέλεχος και επικεφαλής της Invel, που αποτέλεσε και τον αρχιτέκτονα του πρόσφατου deal, μίλησε για ψήφο εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία: «Η είσοδος τέτοιου επιπέδου blue chip investors, αποδεικνύει ότι η «Πανγαία» αποτελεί μία εξαιρετικά ελκυστική πλατφόρμα για ανάπτυξη στην κατάλληλη συγκυρία του οικονομικού κύκλου, αλλά ταυτόχρονα επιβεβαιώνει την ψήφο εμπιστοσύνης στην Ελλάδα για το προσεχές μέλλον και την αναγνώριση της Invel ως κορυφαίο διαχειριστή επενδύσεων με εξαιρετική θεσμική εμπειρία στην αγορά». «Η επισφράγιση της σχέσης με τέτοιας εμβέλειας νέους επενδυτές θα αποτελέσει αφετηρία και για πολλά άλλα ενδιαφέροντα νέα projects στη χώρα», τόνισε ο κ. Παπαχριστοφόρου.
Η αλλαγή στο μετοχικό σχήμα της Invel με την είσοδο των δύο μεγάλων θεσμικών επενδυτών, κατέστη δυνατή μετά την αποχώρηση ενός εκ των αρχικών εταίρων (limited partner) του Ισραηλινού επιχειρηματία Μπένυ Στάινμετζ, γεγονός που εξασφάλισε τη συγκατάθεση της Εθνικής Τράπεζας, η οποία κατέχει μειοψηφικό μερίδιο περίπου 33% στη θυγατρική της «Πανγαία» και αναμένεται να παραδώσει το μάνατζμεντ στην Invel, στις αρχές του επόμενου έτους. Οι νέοι επενδυτές αποκτούν έμμεσο ποσοστό στην «Πανγαία» 49% και μαζί με την York Capital Management, η οποία ήταν ήδη μέλος της κοινοπραξίας που συστάθηκε για την αρχική εξαγορά το 2013, η Ιnvel κατέχει μερίδιο συμμετοχής 65% στην «Πανγαία».
Τα σχέδια μελλοντικής ανάπτυξης της «Πανγαία» που σήμερα αποτελεί την μεγαλύτερη ΑΕΕΑΠ στην Ελλάδα με αξία χαρτοφυλακίου άνω του 1,5 δισ. και ισχυρά ταμειακά διαθέσιμα, περιλαμβάνουν πιθανότατα τη σύναψη ομολογιακού δανείου ύψους τουλάχιστον 200 εκατ. ευρώ. Σε κάθε περίπτωση παράγοντες της αγοράς εκτιμούν ότι η άντληση κεφαλαίων θα καταστεί πολύ πιο εύκολη με τη συμμετοχή στο επενδυτικό σχήμα των Castlelake και Coller. Αλλωστε, μετά την είσοδο της Invel στην «Πανγαία» το 2013, η αξία του χαρτοφυλακίου της εταιρείας εκτινάχθηκε κατά 60%, ενώ οι επενδυτικές δραστηριότητες της επεκτάθηκαν και εκτός ελληνικού εδάφους, στην Ιταλία, την Κύπρο και τα Βαλκάνια.