Στη τελευταία θέση βρίσκεται η Ελλάδα ως προς την επίδραση και την αποτελεσματικότητα των κοινωνικών μεταβιβάσεων, με εξαίρεση τις συνταξιοδοτικές παροχές, στη προσπάθεια περιορισμού των ανθρώπων που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο φτώχειας.
Σύμφωνα με τα δημοσιευμένα στοιχεία της Eurostat οι συνολικές δαπάνες για κοινωνική προστασία ως ποσοστό του ΑΕΠ, στην Ελλάδα βρίσκονται στο 20,7% (στοιχεία Eurostat 2016) όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι στο 19,1%. Μάλιστα, το 16% του ΑΕΠ αφορά τις παροχές προς ηλικιωμένους και κατά κύριο λόγο τις συντάξεις και μόλις το 0,6% τις οικογένειες, το 0,5% τους άνεργους και 1,5% την αναπηρία και ασθένεια. Όσο για τις παροχές στεγαστικής πολιτικής, μετά την κατάργηση του ΟΕΚ, οι δαπάνες τείνουν να μηδενιστούν.
Ως κοινωνικές μεταβιβάσεις νοούνται οι παροχές της κεντρικής διοίκησης για συντάξεις γήρατος και επιζώντων (προς χήρες και ορφανά), παροχές ανεργίας, οικογενειακά επιδόματα, παροχές ασθενείας και αναπηρίας, παροχές που σχετίζονται με την εκπαίδευση, επιδόματα στέγασης, κοινωνική βοήθεια και άλλα οφέλη.
Ενώ στο σύνολο της ΕΕ οι κοινωνικές μεταβιβάσεις είχαν ως αποτέλεσμα τη μείωση κατά σχεδόν ένα τρίτο (32,4%) του αριθμού των ατόμων που ταξινομούνται σε κίνδυνο φτώχειας, στην Ελλάδα, οδήγησαν στη μείωση του πληθυσμού που κινδυνεύει από την φτώχεια, σε ποσοστό μόλις 15,8%.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν χθες, με αφορμή την “επέτειο” ενός έτους από την ανακοίνωση των Ευρωπαίων ηγετών του Ευρωπαϊκού Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων, που επικεντρώνεται στην ισότητα ευκαιριών, την πρόσβαση στην αγορά εργασίας τις δίκαιες συνθήκες εργασίας και την κοινωνική προστασία, ο βαθμός στον οποίο οι κοινωνικές μεταβιβάσεις μειώνουν τον αριθμό των ατόμων που κινδυνεύουν από φτώχεια ποικίλλει σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ.
Συγκεκριμένα, το 2017 υπήρχαν δύο κράτη μέλη όπου ο αριθμός των ατόμων που κινδυνεύουν από τη φτώχεια μειώθηκε περισσότερο από το ήμισυ λόγω κοινωνικών μεταβιβάσεων: η Φινλανδία (μείωση κατά 56,9%) και η Δανία (50,9%). Σε εννέα κράτη μέλη η μείωση ήταν κάτω από 25%, και από αυτές οι μικρότερες μειώσεις σημειώθηκαν στην Ελλάδα (15,8%) και στη Ρουμανία (16,6%).
Στο σύνολο της Ε.Ε., εκτός από το 2013, η αποτελεσματικότητα των κοινωνικών μεταβιβάσεων μειώνεται από έτος σε έτος. Αντίστοιχα και στην Ελλάδα, μετά την “εκτίναξη” του 2013 στο 17,5% (πιθανότατα λόγω της αύξησης του επιδόματος τέκνων σε τρίτεκνες και πολύτεκνες οικογένειες) η αποτελεσματικότητα των κοινωνικών επιδομάτων μειώθηκε το 2014 με 15%, αυξήθηκε στο 16,08% το 2015, έπεσε σε 15,87% το 2016 και παρέμεινε σε αυτό (15,83%) το 2017.