Η αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων προκάλεσε πτώση στις αγορές μετοχών, υποδηλώνοντας ότι οι επενδυτές ανησυχούσαν για τις προοπτικές των επιτοκίων. Όμως, τα επιτόκια δεν ήταν πάντοτε τόσο χαμηλά, και οι αυξανόμενες αποδόσεις είναι ένδειξη συνολικής οικονομικής ισχύος, εξηγεί η JP Morgan.
Στα τέλη Ιανουαρίου, οι χρηματιστηριακές αγορές συγκλονίστηκαν, καθώς οι αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων συνέχιζαν να ανεβαίνουν.
Η απόδοση που προσφέρεται στα 10ετή ομόλογα, που συχνά θεωρείται ως υποκατάστατο για τα μακροπρόθεσμα επιτόκια, έχει αυξηθεί σχεδόν κατά μισή ποσοστιαία μονάδα από την αρχή του έτους.
Η απόδοση των 10 ετών βρίσκεται αυτή τη στιγμή κοντά στο 3%, επίπεδο που δεν έχει διατηρηθεί από τότε που η Federal Reserve ξεκίνησε το δεύτερο γύρο ποσοτικής χαλάρωσης το 2010, σημειώνει η αμερικανική επενδυτική τράπεζα.
Η προοπτική υψηλότερων πραγματικών επιτοκίων -και οι περιστροφές της χρηματιστηριακής αγοράς-έχουν ανησυχήσει. Ωστόσο, οι αυξανόμενες αποδόσεις αποτελούν σύμπτωμα αβεβαιότητας για τις δημοσιονομικές προοπτικές του αμερικανικού δημοσίου;
Φαίνεται πιθανότερο, εξηγεί η τράπεζα, ότι οι επενδυτές απλώς αποκτούν εμπιστοσύνη στην ικανότητα της οικονομίας να υποστηρίξει «κανονικά» επιτόκια. Με τη μείωση του ισολογισμού της Fed, οι παραμορφώσεις από την ποσοτική χαλάρωση εξασθενούν και οι αποδόσεις αυξάνονται προς μια φυσική ισορροπία. Αντί να είναι σημάδι αναταραχής, οι υψηλότερες αποδόσεις μπορεί να είναι ένδειξη ότι η οικονομία έχει επιστρέψει σε πιο σταθερή βάση.