Στη χρηματοδότηση της Αναπτυξιακής Τράπεζας, που υπολογίζεται να είναι έτοιμη στο τέλος Ιουνίου, θα συμβάλουν και αντίστοιχες τράπεζες Γερμανίας, Γαλλίας, Μεγάλης Βρετανίας, αλλά και μη ευρωπαϊκών χωρών, όπως της Βραζιλίας.
Αυτό ανέφερε ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Δημήτρης Παπαδημητρίου, κατά τη διάρκεια των εργασιών του επιχειρηματικού συνεδρίου που διοργάνωσε χθες ο ΣΕΒ, με τίτλο: “Οδηγός Ανάπτυξης των Μεσαίων και Μικρών Επιχειρήσεων.
Ο κ. Παπαδημητρίου υπογράμμισε ότι η χρηματοδότηση της Αναπτυξιακής Τράπεζας είναι εξασφαλισμένη και πρόσθεσε ότι η χώρα μας είναι η μόνη της ΕΕ που δεν έχει αναπτυξιακή τράπεζα.
Σε ό,τι αφορά τη στήριξη της μικρής και μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, ο υπουργός είπε ότι έχουν δημιουργηθεί ήδη τέσσερις πυλώνες για την ενίσχυσή τους και συγκεκριμένα, για την παραγωγή προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, για την ενίσχυση της εξωστρέφειάς τους, για τη λειτουργία τους εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου ανταγωνισμού και για την ενθάρρυνσή τους να στραφούν σε αλυσίδες αξίας και σε άλλες συνέργειες, ώστε το μέγεθός τους να μην αποτελεί πρόβλημα.
Αν και υπάρχουν συγκεκριμένα χρηματοδοτικά εργαλεία, όπως το ΕΣΠΑ και ο αναπτυξιακός νόμος, πρόσθεσε ο υπουργός, ωστόσο αυτά από μόνα τους δεν αρκούν. Απαιτείται και η αλλαγή νοοτροπίας. Πολλοί μικρομεσαίοι, συνέχισε, τάσσονται κατά των στρατηγικών συνεργασιών, ωστόσο υπάρχει πρόοδος ώστε οι μικροί να φτάσουν στα μεσαία μεγέθη.
Ο υπουργός Οικονομίας, αναφέρθηκε και στις δυνατότητες διευθέτησης των οφειλών των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων μέσω του εξωδικαστικού μηχανισμού και τόνισε ότι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις μπορούν να προσελκύσουν επενδύσεις.
Πλέον το ενδιαφέρον που εκδηλώνεται για επενδύσεις είναι πολύ μεγάλο, είπε ο κ. Παπαδημητρίου, τονίζοντας ότι όταν οριστικοποιηθούν τα στοιχεία του 2017, αναμένεται οι ξένες άμεσες επενδύσεις να φτάνουν τα 4 δισ. ευρώ, όσες δηλαδή ήταν και το 2006.
Τέλος ο κ. Παπαδημητρίου ανέφερε ότι η βελτίωση των φορολογικών διαδικασιών είναι πολύ σημαντικό θέμα και, όπως είπε, η ΑΑΔΕ προσπαθεί για τη βελτίωση του πλαισίου.
Γενικότερα, ως προς τα θέματα της φορολόγησης, επεσήμανε ότι καμία κυβέρνηση δεν θέλει να επιβάλει υψηλούς φόρους, ωστόσο η τρέχουσα δημοσιονομική κατάσταση δεν επιτρέπει κάτι διαφορετικό. Υπενθύμισε όμως ότι από το 2020, όπως έχει δεσμευθεί ο πρωθυπουργός, θα υπάρξει μείωση των συντελεστών για τις επιχειρήσεις από το 29% στο 26%.