Τη σημαντική συνεισφορά του «Ηρακλή» στην προσπάθεια των τραπεζών να απαλλαγούν από την κληρονομιά της κρίσης αναγνωρίζει ο ΟΟΣΑ, εκτιμώντας πως η επέκτασή – εφόσον κριθεί απαραίτητη – θα βοηθούσε στην περαιτέρω εκκαθάριση παλαιών, αλλά και νέων, «κόκκινων» δανείων από τους ισολογισμούς τους.
Πιο αναλυτικά, στην ειδική έκθεσή του για την Ελλάδα ο Οργανισμός τονίζει πως ένας τραπεζικός τομέας που λειτουργεί σωστά θα απαιτούσε από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να μειώσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνειά τους σε επίπεδα παρόμοια με άλλες χώρες του ΟΟΣΑ. «Οι τιτλοποιήσεις, οι πωλήσεις και η σταδιακή θεραπεία μείωσαν το μερίδιο σε μονοψήφιο ποσοστό για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες, με την Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ) να εκτιμά ότι τα ‘κόκκινα’ δάνεια θα ήταν κοντά στο 10% έως τον Ιούνιο του 2022», αναφέρει χαρακτηριστικά και προσθέτει: «Η Ελλάδα χρειάστηκε πολύ περισσότερο χρόνο από άλλες χώρες της ευρωζώνης που, επίσης, επηρεάστηκαν από τα υψηλά μη εξυπηρετούμενα δάνεια για να αναπτύξει και να θέσει σε εφαρμογή μηχανισμούς για την επίλυση των ΜΕΔ, αλλά η πρόοδος έχει επιταχυνθεί για τις μεγαλύτερες τράπεζες από τότε που η κυβέρνηση εφάρμοσε το πρόγραμμα ‘Ηρακλής’. Αυτό επεκτάθηκε έως τον Οκτώβριο του 2022, με τις εγγυήσεις να έχουν διπλασιαστεί στα 24 δισ. ευρώ (13,2% του ΑΕΠ το 2021)».
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, αρκετές τιτλοποιήσεις αναμενόταν να ολοκληρωθούν πριν από τη λήξη της ισχύος του, καθώς μετά έχει γίνει πιο δαπανηρό για τις τράπεζες να τιτλοποιούν παλαιά ή νέα «κόκκινα» δάνεια. «Η κρίση του COVID οδήγησε σε ένα μικρότερο κύμα νέων ΜΕΔ που επιβραδύνθηκε το 2021, η άνοδος των τιμών της ενέργειας και οι διαταραχές στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού κινδυνεύουν να δημιουργήσουν περαιτέρω NPLs», διαπιστώνει ο Οργανισμός, προσθέτοντας πως «μία περαιτέρω επέκταση του προγράμματος ‘Ηρακλής’, εάν είναι απαραίτητο, θα βοηθούσε τις τράπεζες να εκκαθαρίσουν τα εναπομείναντα τους και αυτά τα νέα ΜΕΔ, ένα ουσιαστικό βήμα για να επιστρέψουν οι τράπεζες στη χρηματοδότηση επενδύσεων».
Όπως εξηγεί ο Οργανισμός, «ενώ παρατηρείται σημαντική πρόοδος στην εκκαθάριση των ΜΕΔ από τους ισολογισμούς των τραπεζών απομένουν 100 δισ. ευρώ ‘κόκκινα’ δάνεια που διαχειρίζεται ο αναπτυσσόμενος κλάδος των servicers. Αυτά τα ΜΕΔ ουσιαστικά μπλοκάρουν τους οφειλέτες και τα περιουσιακά στοιχεία, περιορίζοντας την πρόσβαση σε νέα πίστωση για να ξαναχτίσουν ή να επανεκκινήσουν την επιχείρησή τους», υπογραμμίζοντας πως το νέο πλαίσιο αφερεγγυότητας επιταχύνει σταδιακά την επίλυση του χρέους και των επισφαλών δανείων, παραμένει, όμως, μία μεγάλη κληρονομιά. «Η λειτουργία της πλατφόρμας έγκαιρης προειδοποίησης ολοκλήρωσε την ηλεκτρονική υποδομή του νέου πλαισίου αφερεγγυότητας και η διαδικασία της δημιουργίας του μηχανισμού πώλησης και επαναμίσθωσης ακινήτων βρίσκεται σε εξέλιξη. Οι πλειστηριασμοί, ωστόσο, υπόκεινται σε ad hoc αναστολές», προσθέτει, καταλήγοντας πως η ανάκαμψη της οικονομίας και η αύξηση των τιμών των ακινήτων βοήθησαν ορισμένους οφειλέτες να επανεκκινήσουν την εξυπηρέτηση των δανείων τους, γεγονός που ωθεί τις εταιρείες διαχείρισης να εκτιμούν πως έως και το 30% των 50 δισ. ευρώ των τιτλοποιημένων δανείων μπορούν να γίνουν εκ νέου «πράσινα».