Σημαντικό για την ενίσχυση της αξιοπιστίας της χώρας, στο επενδυτικό μέτωπο, το ότι θα είναι η τρίτη σερί χρονιά που οι “έξοδοι” θα γίνουν με συγκεκριμένο σχέδιο, σε τακτικά χρονικά διαστήματα, σε πλήρη συνεννόηση με τους πανίσχυρους οίκους. Υπό την κάλυψη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας με ανοιχτή την προοπτική/στοίχημα απόκτησης της επενδυτικής βαθμίδας σε ορίζοντα λήξης του ενισχυμένου προγράμματος που θα υλοποιεί η Φρανκφούρτη τους επόμενους 12+3 μήνες. Σε περιβάλλον αυξημένης μεταβλητότητας (άρα μεγαλύτερου επενδυτικού κινδύνου) στα πρώτα 2 τρίμηνα του 2021 και μειούμενης προς το τρίτο και τέταρτο. Με την προσδοκία, πως η εξομάλυνση των ευρωοικονομιών θα έχει αρχίσει να αποτυπώνεται στο banking, την επιχειρηματικότητα, την πραγματική οικονομία, την περίοδο Ιανουαρίου- Μαρτίου 2022.
Κύριες επιδιώξεις της Αθήνας, αφ΄ ενός η συντήρηση του “μαξιλαριού ρευστότητας” σε ένα επαρκές επίπεδο, ικανού να χρηματοδοτήσει έναν βεβαρημένο κύκλο στην οικονομία το πρώτο-δεύτερο τρίμηνο 2021.
Στα, περίπου 35 δισ. τα κεφάλαια, στα 32 με 32,5 δισ.- υπολογίζεται- πως θα έχουν μειωθεί στο τέλος του έτους, καθώς συνεχίζεται η υποστηρικτική πολιτική του οικονομικού επιτελείου.
Στα 12 δισ. τα κεφάλαια, που αντλήθηκαν από τις αγορές, φέτος, μέσω συνδυαστικών εκδόσεων (και επανεκδόσεων) φροντίζοντας να καλύπτουν μία ευρύτερη χρονική περίοδο.
Το πρόγραμμα, που ανακοινώνει ο ΟΔΔΗΧ λίγο ως πολύ θα “κουμπώνει” με το τρέχον (2020) και, κατά πάσα βεβαιότητα, δεν θα θέτει στόχο μεγαλύτερο των 12 δισ. Τα 8 δισ θεωρούνται μία πολύ συντηρητική βάση, το πιθανότερο να αναθεωρηθεί στα 10 δισ. από την στιγμή που ο σχεδιασμός θα προβλέπει 4 “εξόδους”. Μία ανά τρίμηνο, προσθέτοντας, ακόμη 4 επιτόκια/αποδόσεις στην καμπύλη που αποτελεί κύριο μέλημα της ελληνικής πλευράς, από το 2018.
Πολύ πιθανόν το ενδεχόμενο ο Οργανισμός να συμπεριλάβει και μία 3μηνη επέκταση του προγράμματος του, ανεβάζοντας σε 14 με 15 δισ. τα ζητούμενα προς άντληση κεφάλαια από τις αγορές, μέχρι τον Μάρτιο του 2022.
……………………..
Πηγή: ΧΡΗΜΑ WEEK, 22/12/2020