του Ι. Λαζάρου
Η φετινή διοργάνωση των Ποσειδώνιων «ξεχώρισε», καθώς έκαναν δυναμικά την επανεμφάνισή τους οι ελληνικές ναυπηγικές μονάδες, αλλά και για έναν ακόμη λόγο: ο τομέας των ναυπηγείων που εξακολουθεί να βλέπει τον «καλύτερο πελάτη» –που δεν είναι άλλος από τη ναυτιλία των Ελλήνων, που γεμίζουν τα «βιβλία παραγγελιών»– παρουσίασε την «τελευταία λέξη» στις προηγμένες ναυπηγήσεις ως προς την αποδοτικότητα των πλοίων, ανά τομέα δραστηριότητας, αλλά και τις χρηματοδοτικές προτάσεις, οι οποίες, εμμέσως πλην σαφώς, οδηγούν σε ένα συγκεκριμένο cluster επιχειρήσεων που συνεργάζονται με τα ναυπηγεία.
Το «χρηματοδοτικό» background φάνηκε ότι έχει στοχεύσει στην αφύπνιση της ευρωπαϊκής ναυπηγικής βιομηχανίας, που βλέπει τον «ασιατικό επεκτατισμό» να στηρίζεται σε αυτά καθαυτά τα προγράμματα, για να θέλξει το πελατειακό δυναμικό. Εσχάτως, λοιπόν, η SEA Europe, η Ένωση που εκπροσωπεί το 100% των ευρωπαϊκών ναυπηγείων και των κατασκευαστών του ναυτιλιακού εξοπλισμού του κλάδου σε 16 χώρες, μεταξύ των οποίων και την Ελλάδα, παρουσίασε τη συνολική στρατηγική της ενόψει και της «πράσινης μετάβασης» των πλοίων. Μια στρατηγική η βασική φιλοσοφία της οποίας είναι η ανάσχεση του ασιατικού «επεκτατισμού».
Η Sea Europe, στην παρουσίαση της στρατηγικής της, σημείωσε ότι ο ευρωπαϊκός κλάδος της ναυτιλιακής τεχνολογίας και ναυπηγικής αντιμετωπίζει στρεβλώσεις του ανταγωνισμού από την Ασία, εδώ και δεκαετίες. Τόνισε δε ότι η Κίνα θεωρεί πως η ναυπηγική αλυσίδα εφοδιασμού της είναι στρατηγικής σημασίας και, για τον λόγο αυτό, χορηγεί μαζικές επιδοτήσεις ενώ εφαρμόζει παράλληλα πρακτικές προστατευτισμού. Πρόσθεσε δε ότι και η Νότια Κορέα αλλά και οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επίσης εθνικές πολιτικές στήριξης και προστατευτικά μέτρα για τη στήριξη της εγχώριας βιομηχανίας τους, κάτι που βλάπτει τους ισότιμους όρους ανταγωνισμού των ευρωπαϊκών ναυπηγείων και την αλυσίδα εφοδιασμού τους.
Σημαντικό ρόλο στην ώθηση της ναυπηγικής δραστηριότητας εκτός Ευρώπης αποτελεί για την Sea Europe και το γεγονός ότι οι κινεζικές τράπεζες προσφέρουν πολύ ελκυστική χρηματοδότηση πλοίων και ευνοϊκά οικονομικά κίνητρα στους πλοιοκτήτες, ενώ διατηρούν την κυριότητα των βαποριών που μπορούν να μισθώσουν σε εταιρείες. Ως εκ τούτου, θεωρεί ότι η Ευρώπη όχι μόνο έχασε το μεγαλύτερο μέρος της εμπορικής της ναυπηγικής και μέρος της υπεράκτιας παραγωγής της, αλλά αντιμετώπισε και μια σοβαρή πτώση της βιομηχανικής της ικανότητας να κατασκευάζει και να συντηρεί πλοία, σε αντίθεση με την Ασία.
Ως αποτέλεσμα αυτών των στρεβλώσεων, οι Ευρωπαίοι πλοιοκτήτες –που ελέγχουν σχεδόν το 40% του παγκόσμιου στόλου– εξακολουθούν να επιλέγουν τα ασιατικά ναυπηγεία έναντι των ευρωπαϊκών ναυπηγείων, λόγω των μειωμένων τιμών στο κόστος κατά 30%-40%, σημειώνοντας πως αυτό επηρεάζει επίσης την ηγετική θέση της Ευρώπης στον ναυτιλιακό εξοπλισμό, καθώς τα ασιατικά ναυπηγεία ενθαρρύνονται ολοένα και περισσότερο να χρησιμοποιούν τοπικό εξοπλισμό εις βάρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επί της ουσίας, η Ένωση πρότεινε την παροχή οικονομικών κινήτρων στους πλοιοκτήτες, προκειμένου να μπορούν να ναυπηγούν και να μετασκευάζουν πλοία στην Ευρώπη, μειώνοντας παράλληλα το χάσμα τιμών μεταξύ ευρωπαϊκών και ασιατικών ναυπηγείων αλλά και παρέχοντας φορολογικά πλεονεκτήματα πλαισιωμένα από ένα ευρωπαϊκό σύστημα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το θέμα της παροχής κινήτρων, και δη με οικονομική βάση, φαίνεται ότι απασχολεί έντονα και το ελληνικό cluster των επιχειρήσεων του ευρύτερου πειραϊκού χώρου, που κατασκευάζουν υλικά και αναλώσιμα για πλοία και πλωτά και έχουν καταγράψει τις στρεβλώσεις αυτές με τις χρηματοδοτήσεις των ασιατικών ναυπηγείων. Μέσω αυτών, ουσιαστικά, προτείνονται-«επιβάλλονται» ανταγωνιστικές επιχειρήσεις που προωθούν τα δικά τους υλικά, παρακάμπτοντας έτσι τους όρους του “free and fair competition”.
Σημαντική ήταν και η παρέμβαση του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς, με τον πρόεδρο του Επιμελητηρίου, Βασίλη Κορκίδη, να επισημαίνει ότι η επιστροφή των ναυπηγικών μονάδων της χώρας δεν θα είναι αρκετή αν δεν ληφθούν, τώρα, μια σειρά από μέτρα για να απαλλαγεί η ναυπηγική βιομηχανία από στρεβλώσεις και άστοχες πολιτικές του παρελθόντος. Η χώρα οφείλει να προστατεύσει τη βαριά βιομηχανία, που στηρίζει τη ναυτιλία μας, ώστε να μην επαναληφθούν καταστάσεις τα αποτελέσματα των οποίων τα «πλήρωσε» η ελληνική οικονομία, ενώ τα «βίωσαν» και οι επιχειρήσεις της ναυπηγοεπισκευής και δημιουργήθηκε ο κίνδυνος απώλειας μιας τεχνογνωσίας με ιστορία στη διαδρομή των αιώνων.
Η Ελλάδα συνεισφέρει, πλέον, σημαντικά στην ετήσια αξία παραγωγής των ευρωπαϊκών ναυπηγείων, που φτάνει τα 43 δισ. ευρώ περίπου, των οποίων η συνολική αξία παραγγελιών για εμπορικά και πολεμικά πλοία ξεπερνά την αντίστοιχη των ασιατικών ναυπηγείων. Και εδώ είναι το ενδιαφέρον της ιδιότυπης ναυμαχίας: Η Ελλάδα επανεμφανίζεται ως ένα αξιόπιστο ναυπηγικό cluster για την επισκευή και τη μετατροπή σκαφών καθώς και για την κατασκευή νέων πλοίων μελλοντικά τόσο για Έλληνες όσο και για διεθνείς πλοιοκτήτες και ναυτικές δυνάμεις. Αυτή η αναγέννηση ακολουθεί δεκαετίες υποαπόδοσης και υποεπενδύσεων, οι οποίες χαρακτηρίστηκαν από την απουσία στρατηγικού οράματος.
Μέσω μιας σειράς στρατηγικών συνεργασιών και επενδύσεων πολλών εκατομμυρίων, οι ελληνικοί φορείς εκμετάλλευσης ναυπηγείων και η ελληνική κυβέρνηση επιβεβαίωσαν τη μακροπρόθεσμη δέσμευσή τους σε έναν τομέα που εκτιμάται ότι, επί του παρόντος, αντιπροσωπεύει το 1% του ΑΕΠ της χώρας. Η ανάκαμψη του κλάδου θα ενισχύσει περαιτέρω τόσο την οικονομία όσο και την ασφάλεια της Ελλάδας. Να σημειωθεί ότι το cluster των ελληνικών εταιρειών προσβλέπει σε ανάπτυξη συνεργασιών με τις ελληνικές ναυπηγικές μονάδες αλλά και τις ευρωπαϊκές, χωρίς να αποκλείονται και οι ασιατικές.
Μάλιστα πολλές εξ αυτών που συνθέτουν αυτό το cluster της Ένωσης Ελληνικών Ναυπηγείων (ΕΕΝ) είχαν επίσης ισχυρή παρουσία στη φετινή διοργάνωση, με στόχο να στείλουν το δικό τους μήνυμα. Υπενθυμίζεται ότι, στο πλαίσιο της προσπάθειας ενδυνάμωσης της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, υπό την καθοδήγηση της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών και σε συνεργασία με το Ναυτικό Επιμελητήριο Ελλάδος και το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιώς, δημιουργήθηκε το steering Committee του “Maritime Hellas”, του ελληνικού ναυτιλιακού cluster. Με το παγκόσμιο brand name “Greek Shipping” το cluster υποστηρίζει την εξωστρέφεια, την καινοτομία, αλλά και την ανάπτυξη όλων εκείνων των πεδίων μέσα στα οποία μπορούν να αναπτυχθούν συνέργειες, προτάσσοντας τα αδιαμφισβήτητα ποιοτικά χαρακτηριστικά των προϊόντων και των υπηρεσιών που οι επιχειρήσεις του πειραϊκού χώρου παράγουν και προσφέρουν.
Από το περιοδικό ΧΡΗΜΑ (τεύχος Μάιος-Ιούνιος 2024)