του Νίκου Κωτσικόπουλου
Αναβάθμισε το σύνολο του τραπεζικού συστήματος η Moody’s. Τις 4 μεγάλες συστημικές τράπεζες, αλλά και τις Attica Bank και Παγκρήτια Τράπεζα, που σημαίνει ότι έχουν κάνει σημαντικά βήματα προόδου οι ελληνικές τράπεζες κάθε μία ξεχωριστά και όλες συνολικά. Μάλιστα η Moody’s βλέπει καλή συνέχεια για τις τράπεζες, με περαιτέρω μείωση των κόκκινων δανείων, καλή κερδοφορία (RoTE) κλπ. Το μόνο που έλειπε δηλαδή ήταν μερικές καλές τιμές στόχοι, αλλά τις έδωσαν άλλοι οίκοι.
Στις αξιολογήσεις όλων των ελληνικών τραπεζών (συστημικών και μη) η Moody’s επικαλείται και την ενίσχυση των θεσμικών και κυβερνητικών συνθηκών στην ελληνική οικονομία. Ο οίκος, αναβάθμισε δύο κατηγορίες υψηλότερα τις Eurobank και Εθνική Τράπεζα, μία κατηγορία επάνω τις Τράπεζα Πειραιώς και Alpha Bank, ενώ αναβάθμισε ανοδικά τις μακροχρόνιες καταθέσεις της Attica Bank και τις προοπτικές (outlook) σε θετικές για την Παγκρήτια Τράπεζα. Αλλά ας δούμε τι λέει αναλυτικά ο οίκος για κάθε μία τράπεζα.
Εθνική Τράπεζα
Η αναβάθμιση της μακροπρόθεσμών καταθέσεων και του ρίσκου αντισυμβαλλομένου αναβαθμίστηκε σε Ba2 από Ba3 και της αξιολόγησης κινδύνου αντισυμβαλλομένου αναβαθμίστηκε σε Ba1 από Ba3 στην ΕΤΕ. Οφείλεται κυρίως στην αναβάθμιση της αξιολόγησης της τράπεζας κατά δύο βαθμίδες, σε b1 από b3.
Η Moody’s πιστεύει ότι η Εθνική έχει τη δυνατότητα να ενισχύσει περαιτέρω τα βασικά της κέρδη, μέσω συνεχούς νέου δανεισμού το 2022, υψηλότερων εσόδων από προμήθειες και μεγαλύτερης συγκράτησης των προβλέψεων για ζημίες δανείων και των λειτουργικών εξόδων της, με στόχο η τράπεζα να επιτύχει κέρδη μετά από φόρους έναντι των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων περίπου 10% τα επόμενα χρόνια έναντι 8,1% που πέτυχε το 2021.
Η αναβάθμιση κατά δύο βαθμίδες οφείλεται στο βελτιωμένο μακροοικονομικό προφίλ για την Ελλάδα, καθώς και στη συνεχή βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού και της κερδοφορίας της τράπεζας, σε συνδυασμό με τη σχετικά σταθερή κεφαλαιοποίηση και τις συνθήκες χρηματοδότησης. Η αναβάθμιση λαμβάνει υπόψη την εκπλήρωση του στόχου της για επίτευξη μονοψήφιου δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPE), μέσω της δραστικής μείωσης των προβληματικών δανείων της.
Μετά την ολοκλήρωση της μεγάλης τιτλοποίησης ΜΕΑ 5,7 δισ. ευρώ με την ονομασία “Frontier” μέσω του κρατικού συστήματος «Ηρακλής» (HAPS), η τράπεζα πέτυχε δείκτη μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων 7% τον Δεκέμβριο του 2021, από 31,3 το Δεκέμβριο του 2019.
Αυτός είναι ο δεύτερος χαμηλότερος δείκτης μεταξύ των ελληνικών τραπεζών και τοποθετεί την τράπεζα σε καλή θέση για να αντιμετωπίσει ενδεχόμενους κινδύνους από τυχόν νέα προβληματικά δάνεια, ιδίως από δανειολήπτες που επλήγησαν από την πανδημία και έλαβαν κρατική στήριξη ή μέτρα αναστολής. Οι θετικές προοπτικές αξιολόγησης των καταθέσεων αντανακλούν το ενδεχόμενο περαιτέρω βελτίωσης των υποκείμενων χρηματοοικονομικών μεγεθών της Εθνικής Τράπεζας, ιδίως των βασικών κερδών της, κατά τους επόμενους 12-18 μήνες.
Eurobank
Η αξιολόγηση των καταθέσεων της Eurobank και η αναβάθμιση των αξιολογήσεων σε ρίσκο αντισυμβαλλομένου και δείκτη κινδύνου οφείλεται κυρίως στην αναβάθμισή της, κατά δύο βαθμίδες σε b1 από b3, λαμβάνοντας υπόψη τις ισχυρές οικονομικές επιδόσεις και την κερδοφορία της το 2021, αλλά και τη σημαντική βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού της, με δείκτη NPE 6,8% τον Δεκέμβριο του 2021 (29% τον Δεκέμβριο του 2019) και προοπτικές περαιτέρω μείωσής του μέχρι το τέλος του 2022.
Η Eurobank έχει σχεδόν εξυγιάνει εντελώς τον ισολογισμό της και συνεχίζει να χορηγεί νέα δάνεια (εκταμιεύσεις δανείων στην Ελλάδα στα 7,8 δισ. ευρώ το 2021), στηρίζοντας τα κέρδη της. Τυχόν νέα κόκκινα δάνεια, από δανειολήπτες που επωφελήθηκαν από προγράμματα κρατικής στήριξης λόγω της πανδημίας, θα μετριαστούν από τις συνεχείς προσπάθειες της τράπεζας να κάνει περισσότερες πωλήσεις NPEs και ρυθμίσεις δανείων.
Η αναβάθμιση της Eurobank λαμβάνει υπόψη επίσης, τα ικανοποιητικά οικονομικά αποτελέσματα της τράπεζας το 2021 με καθαρά κέρδη 329 εκατ. ευρώ, γεγονός που αποτελεί πολύ καλό δείκτη για την απόδοση της λειτουργίας της τράπεζας.
Λαμβάνει υπόψη ακόμα, την ευνοϊκή αύξηση 18,7% στα καθαρά έσοδα από προμήθειες το 2021 και μάλιστα παρά τη μείωση κατά 2,1% των καθαρών εσόδων από τόκους λόγω των πωλήσεων NPE και κάποια πίεση καθαρού επιτοκιακού περιθωρίου (το περιθώριο μειώθηκε στο 1,84% το 2021 από 2 % το 2020).
Η μεγάλη πρόοδος στη μείωση των απομειωμένων δανείων την τελευταία διετία οφείλεται στην ολοκλήρωση στις 20 Δεκεμβρίου 2021 της τιτλοποίησης NPE 5,2 δισ. ευρώ (project Mexico) μέσω του «Ηρακλή». Η Moody’s λέει, ότι ο αρνητικός σχηματισμός NPE της τράπεζας το 2021 σε συνδυασμό με το μειωμένο ετήσιο κόστος κινδύνου και την κάλυψη των προβλέψεων για ΜΕΑ στο 69,2% αποτελούν επίσης θετικούς πιστωτικούς παράγοντες.
Alpha Bank
Η αναβάθμιση της αξιολόγησης της Alpha Bank σε b2 από b3, εξηγείται από τη σημαντική πρόοδο που έχει σημειώσει στην αντιμετώπιση των προβληματικών δανείων της, με τον δείκτη NPEs του ομίλου της να διαμορφώνεται στο 13% τον Δεκέμβριο του 2021, από 42,5% τον Δεκέμβριο του 2020, κυρίως λόγω της τιτλοποίησης Galaxy (NPE’s 10,8 δισ. ευρώ) που ολοκληρώθηκε στις 22 Ιουνίου 2021, επιπλέον άλλων τιτλοποιήσεων και πωλήσεων NPE’s ύψους σχεδόν 7 δισ. ευρώ.
Αν και η Alpha Bank σχεδιάζει να βελτιώσει σημαντικά την ποιότητα του ενεργητικού της μειώνοντας το υπόλοιπο των NPEs της σε 1,1 δισ. ευρώ έως το τέλος του 2024, δεν έχει ακόμη επιτύχει τον μονοψήφιο στόχο της για τα NPE’s. Έτσι κι αλλιώς, η Alpha ήταν ικανή να εξομαλύνει το κόστος του ρίσκου έναντι του καθαρού δανεισμού, στις 85 μονάδες βάσης πέρυσι από 180 μονάδες βάσης το 2020, λέει ο οίκος.
Το σταδιακά βελτιωμένο προφίλ κερδών της τράπεζας αποτελεί επίσης κινητήριο παράγοντα της δράσης αξιολόγησης, με κέρδη μετά από φόρους στον όμιλο περίπου 330 εκατ. ευρώ το 2021 (87 εκατ. ευρώ το 2020), επωφελούμενη από νέες εκταμιεύσεις δανείων ύψους 5,4 δισ. ευρώ και αύξηση 21% στα καθαρά έσοδα από αμοιβές και προμήθειες.
Η τράπεζα στοχεύει να επιτύχει απόδοση των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων της τάξης του 10% περίπου μέχρι το τέλος του 2024, σε σύγκριση με περίπου 5% που επιτεύχθηκε το 2021 και εξαλείφοντας τυχόν ζημίες από συναλλαγές και άλλα έκτακτα στοιχεία.
Οι θετικές προοπτικές για τις αξιολογήσεις καταθέσεων της τράπεζας, οφείλονται κυρίως στις προοπτικές για μεγαλύτερη άνοδο στο δείκτη BCA καθώς η τράπεζα εφαρμόζει το επιχειρηματικό της σχέδιο με μονοψήφιο δείκτη NPE και ισχυρότερη επαναλαμβανόμενη κερδοφορία.
Τράπεζα Πειραιώς
Η αναβάθμιση των καταθέσεων της Τράπεζας Πειραιώς υποστηρίζεται κυρίως από την αναβάθμιση της σε b3 από caa1, η οποία λαμβάνει υπόψη την απομόχλευση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων του ισολογισμού της σε συνδυασμό με τη λειτουργική της αποτελεσματικότητα και τις νέες χορηγήσεις που θα στηρίξουν τη βασική της κερδοφορία.
Με τη συνεχιζόμενη εκτέλεση του σχεδίου Sunrise, η τράπεζα έχει μειώσει τα απόλυτα NPE’s στα 4,9 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2021 από 22,5 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2020, γεγονός που μεταφράζεται σε μείωση του δείκτη NPE στο 13% από 45%.
Η Moody’s επίσης έλαβε υπόψη επίσης τις ενέργειες ενίσχυσης κεφαλαίου το 2021 που ανέρχονται συνολικά σε περίπου 3 δισεκατομμύρια ευρώ, συμπεριλαμβανομένων 1,4 δισεκατομμυρίων ευρώ αύξησης μετοχικού κεφαλαίου τον Απρίλιο του 2021 και 600 εκατομμυρίων ευρώ πρόσθετων κεφαλαιακών σημειώσεων κατηγορίας 1 (AT1) τον Ιούνιο του 2021. Οι μετρήσεις κεφαλαίου της Τράπεζας Πειραιώς ήταν πάνω από τις ρυθμιστικές απαιτήσεις.
Η αναβάθμιση του δείκτη BCA αναφέρεται επίσης στη δυνατότητα περαιτέρω βελτίωσης της ποιότητας του ενεργητικού κατά τη διάρκεια του 2022, μέσω μιας σειράς συναλλαγών με στόχο ένα υπόλοιπο NPE περίπου 3,4 δισ. ευρώ και έναν δείκτη NPE’s μικρότερο του 8%.
Σύμφωνα με τη Moody’s, η μέχρι στιγμής πορεία της τράπεζας παρέχει εμπιστοσύνη ότι τα σχέδια αυτά θα εκτελεστούν με επιτυχία, ασκώντας θετικές πιέσεις στην αξιολόγηση. Οι θετικές προοπτικές αξιολόγησης της τράπεζας αποτυπώνουν τις πιθανές περαιτέρω βελτιώσεις στα θεμελιώδη χρηματοοικονομικά της μεγέθη, ιδίως όσον αφορά την ποιότητα του ενεργητικού της και το προφίλ των κερδών της, επωφελούμενες από τις ευνοϊκές οικονομικές προοπτικές της χώρας και τις ευκαιρίες δανειοδότησης που απορρέουν από το πρόγραμμα ανασυγκρότησης και ανάπτυξης (RRF).
Αναβάθμιση του τραπεζικού συστήματος
Αλλά η Moody’s έδωσε μία ξεκάθαρη ψήφο εμπιστοσύνης στο σύνολο του ελληνικού τραπεζικού συστήματος όπως δείχνει η αναβάθμιση όχι μόνο των συστημικών τραπεζών, αλλά και των Attica Bank και Παγκρήτιας Τράπεζας.
Είναι άξιο σχολιασμού, ότι αν και ο οίκος δεν είχε προχωρήσει στην αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, επικαλείται τώρα τις βελτιωμένες συνθήκες στη διακυβέρνησης της χώρας και στις προοπτικές ανάπτυξης για να αναβαθμίσει τις ελληνικές τράπεζες.
Ειδικότερα η Moody’s αναβάθμισε τις αξιολογήσεις της ΕΤΕ και της Eurobank σε Ba3 από Β2, της Alpha Bank σε B1από Β2 και της Τράπεζας Πειραιώς σε Β2 από Β3.
Οι προοπτικές και για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες όπως και της Attica Bank παραμένουν «θετικές», ενώ στα μακροοικονομικά «αναθεώρησε το μακροπρόθεσμο προφίλ για την ελληνική οικονομία σε «αδύναμο +» από απλώς «αδύναμο», για να επικαλεστεί στη συνέχεια την αναβάθμιση των τραπεζών εξ αυτού του λόγου.
Η Attica αναβαθμίστηκε λόγω της κεφαλαιακής ενίσχυσής της και των αυξήσεων κεφαλαίων στις οποίες προχώρησε, ενώ για τη Παγκρήτια εντόπισε την εκμετάλλευση του TLTRO από την τράπεζα και ανέφερε ξεκάθαρα ότι αυτό δεν αφορούσε κάποια αδυναμία της αλλά εκμετάλλευση της ρευστότητας (και κερδών) αφού τα φθηνά κεφάλαια επενδύθηκαν σε αγορές ελληνικών ομολόγων.
Τα στοιχεία που οδήγησαν τη Moody’s να αναβαθμίσει συνολικά το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, είναι:
*Η ενίσχυση των θεσμικών και κυβερνητικών συνθηκών στη χώρα η οποία βελτιώνει το μακροοικονομικό προφίλ. Η αναβάθμιση ενσωματώνει την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της δημοσιονομικής καθώς και της νομισματικής και μακροοικονομικής πολιτικής, λέει ο οίκος.
*Η βελτιωμένη ποιότητα του ενεργητικού και η επαναλαμβανόμενη κερδοφορία όπως αυτή καταγράφηκε στους ισολογισμούς του 2021 από τις τέσσερις μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες. Η βελτίωση αποδίδεται στις καλύτερες συνθήκες λειτουργίας και πίστωσης και στη συνεχή εφαρμογή των σχεδίων μετασχηματισμού τους.
*Η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Attica Bank οφείλεται κυρίως στην πρόσφατη αύξηση κεφαλαίου της, η οποία οδήγησε σε υψηλότερη βαθμίδα.
Οι θετικές προοπτικές αντικατοπτρίζουν την προσδοκία του οίκου αξιολόγησης ότι οι ελληνικές τράπεζες θα συνεχίσουν να βελτιώνουν τα πιστωτικά προφίλ τους επόμενους 12-18 μήνες και θα είναι σε καλή θέση για να διαχειριστούν τυχόν νέα προβληματικά δάνεια που μπορεί να προκύψουν ως συνέπεια της πανδημίας του κορονοϊού και των πρόσφατων πληθωριστικών πιέσεων.
«Η ενίσχυση των θεσμών και της διακυβέρνησης ενσωματώνει την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της δημοσιονομικής καθώς και της νομισματικής και μακροοικονομικής πολιτικής» αναφέρουν χαρακτηριστικά οι αναλυτές.
«Τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας έχουν τεθεί σε πολύ πιο σταθερή βάση τα τελευταία χρόνια, με σταθερά και αυξανόμενα πλεονάσματα του προϋπολογισμού και πρωτογενή πλεονάσματα που υπερβαίνουν τους στόχους που έχουν θέσει οι πιστωτές της ζώνης του ευρώ», λέει η Moody’s.
Ο οίκος αξιολόγησης σημειώνει επίσης τη βελτίωση των πιστωτικών συνθηκών στη χώρα, όπως αποτυπώνεται από τη σημαντική μείωση των προβληματικών δανείων στο τραπεζικό σύστημα. Όπως αναφέρουν οι αναλυτές: «Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, τα NPEs στα ακαθάριστα δάνεια μειώθηκαν σε περίπου 13% τον Δεκέμβριο του 2021, από 30% τον Δεκέμβριο του 2020 και κορύφωση σχεδόν 60% το 2015. Η προοδευτική μείωση της ανεργίας τα τελευταία χρόνια, που ήταν στο 12,8 % τον Ιανουάριο του 2022 από το ανώτατο όριο του 28% τον Ιούλιο του 2013, συνέβαλε επίσης στη μείωση του χρέους των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Το εγχώριο χρέος του ιδιωτικού τομέα προς το ΑΕΠ μειώθηκε σε περίπου 60% στο τέλος του 2021, από 117% το 2014, αντανακλώντας τη συνεχιζόμενη απομόχλευση των NPEs και την αύξηση του ΑΕΠ από τις τράπεζες καθώς οι οικονομικές συνθήκες σταδιακά ομαλοποιούνται».
Αντίστοιχα, ο οίκος Moody’s «αναθεώρησε το μακροπρόθεσμο προφίλ για την Ελλάδα σε «αδύναμο +» από «αδύναμο», το οποίο αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του τραπεζικού πίνακα αποτελεσμάτων και της ανάλυσης του οίκου αξιολόγησης, ωφελώντας τα συνολικά πιστωτικά προφίλ των εγχώριων τραπεζών. Το βελτιωμένο «Μακροπρόθεσμο Προφίλ» άσκησε ανοδική πίεση στο δείκτη BCA όλων των τραπεζών, «αντανακλώντας ένα πιο ευνοϊκό περιβάλλον λειτουργίας που πιθανότατα θα βοηθούσε τις τράπεζες να βελτιώσουν τις προοπτικές τους προς ισχυρότερα χρηματοοικονομικά μεγέθη στο μέλλον», συνοψίζει η Moody’s.