Του Γιάννη Λεοντάρη
Το ιδιαίτερα υψηλό κόστος των τεχνολογικών επενδύσεων και οι πρακτικές αποκλειστικότητας και δεσμευμένων πωλήσεων στον τομέα της αγοράς φωνητικών βοηθών αποτελούν σημαντική τροχοπέδη στην ομαλή και δίκαιη ανάπτυξη των αγορών καταναλωτικών προϊόντων και υπηρεσιών που σχετίζονται με το internet of things (IoT) στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της τομεακής έρευνας για τον ανταγωνισμό που διεξήγαγε στις αγορές καταναλωτικών προϊόντων και υπηρεσιών που σχετίζονται με το διαδίκτυο των πραγμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και τα οποία έδωσε στη δημοσιότητα η ΕΕ.
Η τομεακή έρευνα στο καταναλωτικό διαδίκτυο των πραγμάτων ξεκίνησε στις 16 Ιουλίου 2020 στο πλαίσιο της ψηφιακής στρατηγικής της Επιτροπής, έπειτα από ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο «Διαμόρφωση του ψηφιακού μέλλοντος της Ευρώπης».
Κατά τη διάρκεια της έρευνας, η Επιτροπή συγκέντρωσε πληροφορίες από περισσότερες από 200 εταιρείες διαφόρων μεγεθών, οι οποίες δραστηριοποιούνται στις αγορές καταναλωτικών προϊόντων και υπηρεσιών διαδικτύου των πραγμάτων και εδρεύουν σε ολόκληρη την Ευρώπη, την Ασία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι εταιρείες αυτές κοινοποίησαν επίσης στην Επιτροπή περισσότερες από 1000 συμφωνίες. Όλες αυτές οι πληροφορίες αποτελούν τη βάση της προκαταρκτικής έκθεσης.
Τα κύρια πορίσματα της προκαταρκτικής έκθεσης
Τα πορίσματα της προκαταρκτικής έκθεσης για την τομεακή έρευνα στο καταναλωτικό διαδίκτυο των πραγμάτων καλύπτουν:
– τα χαρακτηριστικά των καταναλωτικών προϊόντων και υπηρεσιών IoT.
– τα χαρακτηριστικά του ανταγωνισμού στις εν λόγω αγορές,
– τους κύριους τομείς που προκαλούν ανησυχία στους συμμετέχοντες στην έρευνα όσον αφορά τη σημερινή λειτουργία των καταναλωτικών αγορών διαδικτύου των πραγμάτων, καθώς και τις μελλοντικές προοπτικές τους.
Τα βασικά ευρήματα
Στην προκαταρκτική έκθεση αναφέρεται ότι το καταναλωτικό IoT είναι ένας σχετικά νέος τομέας ο οποίος αναπτύσσεται με ραγδαίους ρυθμούς και γίνεται μέρος της καθημερινής μας ζωής ολοένα και περισσότερο. Επιπλέον, παρατηρείται μια τάση αύξησης της διαθεσιμότητας και της πληθώρας φωνητικών βοηθών ως διεπαφών χρήστη που καθιστούν εφικτή την αλληλεπίδραση με διαφορετικές έξυπνες συσκευές και υπηρεσίες του καταναλωτικού διαδικτύου των πραγμάτων.
Η πλειονότητα των συμμετεχόντων στην τομεακή έρευνα θεωρούν ότι τα βασικότερα εμπόδια για την είσοδο στον τομέα ή την επέκταση σε αυτόν είναι το κόστος των τεχνολογικών επενδύσεων και οι συνθήκες ανταγωνισμού.
Σύμφωνα με τις απαντήσεις, το κόστος των τεχνολογικών επενδύσεων είναι ιδιαίτερα υψηλό στην αγορά φωνητικών βοηθών. Όσον αφορά στις συνθήκες ανταγωνισμού, πολλοί συμμετέχοντες κάνουν λόγο για δυσκολίες στον ανταγωνισμό με καθετοποιημένες εταιρείες που έχουν διαμορφώσει δικά τους οικοσυστήματα εντός και πέραν του τομέα του καταναλωτικού διαδικτύου των πραγμάτων (πχ Google, Amazon ή Apple). Δεδομένου ότι οι εν λόγω παράγοντες παρέχουν τα πιο διαδεδομένα λειτουργικά συστήματα έξυπνων και κινητών συσκευών και τους κορυφαίους φωνητικούς βοηθούς, καθορίζουν τις διαδικασίες ενσωμάτωσης έξυπνων συσκευών και υπηρεσιών στο σύστημα του καταναλωτικού διαδικτύου των πραγμάτων.
Κύριοι τομείς πιθανών ανησυχιών
Οι συμμετέχοντες εξέφρασαν ανησυχίες σχετικά με ορισμένες πρακτικές αποκλειστικότητας και δεσμευμένων πωλήσεων όσον αφορά τους φωνητικούς βοηθούς, καθώς και πρακτικές που περιορίζουν τη δυνατότητα χρήσης διαφορετικών φωνητικών βοηθών στην ίδια έξυπνη συσκευή.
Η προκαταρκτική έκθεση παραθέτει επίσης ορισμένες πιθανές ανησυχίες που εξέφρασαν οι συμμετέχοντες όσον αφορά τη θέση των φωνητικών βοηθών και των λειτουργικών συστημάτων έξυπνων συσκευών ως ενδιάμεσων μεταξύ, αφενός, των χρηστών και, αφετέρου, των έξυπνων συσκευών ή των καταναλωτικών υπηρεσιών διαδικτύου των πραγμάτων. Η θέση αυτή, σε συνδυασμό με τον κεντρικό τους ρόλο στην παραγωγή και συλλογή δεδομένων, τους επιτρέπει να ελέγχουν τις σχέσεις των χρηστών. Στο πλαίσιο αυτό, οι συμμετέχοντες εξέφρασαν επίσης ανησυχίες σχετικά με τη δυνατότητα εντοπισμού και ορατότητας των καταναλωτικών τους υπηρεσιών διαδικτύου των πραγμάτων.
Σύμφωνα με τα προκαταρκτικά πορίσματα, οι πάροχοι λειτουργικών συστημάτων έξυπνων συσκευών και φωνητικών βοηθών φαίνεται ότι έχουν εκτεταμένη πρόσβαση σε δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τις αλληλεπιδράσεις χρηστών με έξυπνες συσκευές και καταναλωτικές υπηρεσίες διαδικτύου των πραγμάτων τρίτων μερών.
Οι συμμετέχοντες στην τομεακή έρευνα θεωρούν ότι αυτή η πρόσβαση και η συσσώρευση μεγάλου όγκου δεδομένων θα μπορούσε όχι μόνο να ωφελήσει τους παρόχους φωνητικών βοηθών για τη βελτίωση των φωνητικών βοηθών τους γενικής χρήσης και τη θέση τους στην αγορά, αλλά και να τους δώσει τη δυνατότητα να ασκήσουν ευκολότερα επιρροή σε γειτονικές αγορές.
Σύμφωνα με τους συμμετέχοντες, η επικράτηση ιδιοταγούς τεχνολογίας, η οποία ενίοτε οδηγεί στη δημιουργία «de facto προτύπων», σε συνδυασμό με τον κατακερματισμό της τεχνολογίας και την έλλειψη κοινών προτύπων, εγείρουν ανησυχίες σχετικά με την έλλειψη διαλειτουργικότητας στον τομέα του καταναλωτικού διαδικτύου των πραγμάτων.
Ειδικότερα, διατυπώθηκε η άποψη ότι ορισμένοι πάροχοι φωνητικών βοηθών και λειτουργικών συστημάτων ελέγχουν μονομερώς τη διαλειτουργικότητα και τις διαδικασίες ολοκλήρωσης και είναι σε θέση να περιορίζουν τις λειτουργικές δυνατότητες έξυπνων συσκευών και καταναλωτικών υπηρεσιών διαδικτύου των πραγμάτων τρίτων μερών, σε σύγκριση με τις δικές τους.
Τα επόμενα βήματα
Η προκαταρκτική έκθεση για τα πορίσματα της τομεακής έρευνας θα τεθεί σε δημόσια διαβούλευση έως την 1η Σεπτεμβρίου 2021. Όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη θα έχουν την ευκαιρία να διατυπώσουν παρατηρήσεις σχετικά με τα πορίσματα της τομεακής έρευνας, να υποβάλουν πρόσθετες πληροφορίες ή να αναφέρουν άλλα σημεία που εγείρουν ανησυχίες.
Η Επιτροπή θα επιδιώξει να δημοσιεύσει την τελική έκθεση το πρώτο εξάμηνο του 2022.
Οι πληροφορίες που θα συγκεντρωθούν στο πλαίσιο της τομεακής έρευνας για το καταναλωτικό διαδίκτυο των πραγμάτων θα προσανατολίσουν τις μελλοντικές δραστηριότητες επιβολής και ρύθμισης της Επιτροπής.