Μόνον ο Στουρνάρας βλέπει τα γκρίζα σύννεφα στην Οικονομία μας;

0

Χαμηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης και περισσότερους κινδύνους, τόσο από το εξωτερικό όσο -κυρίως- από το εσωτερικό διέγνωσε χθες ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, διαβάζοντας την Εκθεση για την ελληνική οικονομία στην 86η Ετήσια Τακτική Γενική Συνέλευση των Μετόχων της ΤτΕ.
Ο κ. Στουρνάρας χαρακτήρισε το 2019 έτος σημαντικών προκλήσεων, μιας και, όπως σημείωσε,

  • «το ζητούμενο είναι όχι μόνο η διατήρηση της αναπτυξιακής δυναμικής, αλλά και η σημαντική ενίσχυσή της, ώστε να καταστεί δυνατή η καταγραφή ισχυρών ρυθμών ανάπτυξης για μεγάλο χρονικό διάστημα».

Η Εκθεση της ΤτΕ προβλέπει ρυθμούς ανάπτυξης μόλις 1,9% για φέτος και μάλιστα υπό την προϋπόθεση ότι θα τηρηθούν οι δεσμεύσεις για μεταρρυθμίσεις και τομές. Η αναφορά αυτή του κεντρικού τραπεζίτη προκάλεσε εκνευρισμό στο Μέγαρο Μαξίμου, αφού ο κρατικός προϋπολογισμός του 2019 προβλέπει ανάπτυξη 2,5%, ενώ η Κομισιόν στις χειμερινές προβλέψεις της έκανε λόγο για αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,2% φέτος.

Με εξαιρετικά προσεκτικές διατυπώσεις, ο κεντρικός τραπεζίτης αναφέρθηκε στην ανάγκη διαφύλαξης της ανεξαρτησίας των θεσμών, αφήνοντας σαφείς αλλά διακριτικούς υπαινιγμούς στις προσπάθειες επηρεασμού της λειτουργίας της Τράπεζας της Ελλάδος, ενώ υπενθύμισε ότι η πρόσφατη ρύθμιση για τα κόκκινα δάνεια επετεύχθη «κατόπιν συνεννόησης της ΤτΕ με την κυβέρνηση».

  • «Χώρες με αδύναμους θεσμούς διακρίνονται από μικρότερο βαθμό ευελιξίας και προσαρμοστικότητας, ο οποίος εκδηλώνεται με υψηλότερη συχνότητα εμφάνισης οικονομικών διαταραχών και μεγαλύτερη δυσκολία απορρόφησής τους».

Ο διοικητής της ΤτΕ προειδοποίησε την κυβέρνηση για την υψηλή φορολόγηση και το γενικότερο μείγμα της δημοσιονομικής πολιτικής που πρέπει να αλλάξει, ώστε να δοθεί έμφαση στην ανάπτυξη.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η αναφορά του διοικητή στο περιβόητο «μαξιλάρι ασφαλείας», το Ταμειακό Απόθεμα Ασφαλείας, το οποίο χαρακτήρισε «προσωρινό μέτρο αναχρηματοδότησης» των αναγκών του κράτους και μάλιστα «περιορισμένης αποτελεσματικότητας σε περιόδους αναταράξεων» των διεθνών αγορών.
Στους εξωτερικούς παράγοντες που μπορεί να επηρεάσουν την πορεία της ελληνικής οικονομίας επικεντρώθηκε σημαντικό μέρος της ομιλίας του διοικητή της ΤτΕ, ο οποίος τόνισε ότι οι προοπτικές ανάπτυξης το 2019 θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό από την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας και ειδικότερα από την πορεία της οικονομίας της ζώνης του ευρώ, γι’ αυτό και η Ελλάδα πρέπει οπωσδήποτε να συνεχίσει τη μεταρρυθμιστική της προσπάθεια.

Αναφερόμενος στις εγχώριες προκλήσεις, ο Γιάννης Στουρνάρας αναφέρθηκε στην ενδεχόμενη εφαρμογή των αποφάσεων της Ολομέλειας του ΣτΕ, οι οποίες έκριναν αντισυνταγματικές προγενέστερες περικοπές των συντάξεων και την κατάργηση των δώρων των συνταξιούχων και μπορούν να αποτελέσουν σημαντικό δημοσιονομικό κίνδυνο μεσοπρόθεσμα.

Κι αυτό γιατί η πρόσθετη δαπάνη δρα επιβαρυντικά στην ανάλυση βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους, καθώς οδηγεί στην αναθεώρηση προς τα πάνω της συνταξιοδοτικής δαπάνης και τροφοδοτεί με αβεβαιότητα για τη δημοσιονομική πολιτική και την οικονομική βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος.
«Το 2019 αποτελεί για την Ελλάδα έτος πολλαπλών εκλογικών αναμετρήσεων και καθώς η χώρα εισέρχεται στον εκλογικό κύκλο, η επιβράδυνση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας και η εντονότερη δημοσιονομική επέκταση ενισχύουν την οικονομική αβεβαιότητα» επεσήμανε ο διοικητής.

Στην Εκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στο θέμα της ξαφνικής μεγάλης αύξησης του κατώτατου μισθού που αποφάσισε η κυβέρνηση.

«Στην αγορά εργασίας η αύξηση του κατώτατου μισθού που νομοθετήθηκε τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους, παρότι εκτιμάται ότι θα αποφέρει βραχυχρόνια οφέλη όσον αφορά την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος και κατ’ επέκταση της ιδιωτικής κατανάλωσης, μεσοπρόθεσμα αναμένεται να επηρεάσει αρνητικά την απασχόληση, κυρίως των νέων, καθώς και την ανταγωνιστικότητα. 
Σε κάθε περίπτωση, η αύξηση του μέσου μισθού πρέπει να συμβαδίζει με την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, ώστε να διασφαλιστούν τα οφέλη σε όρους ανταγωνιστικότητας και απασχόλησης από την επίπονη μεταρρυθμιστική προσπάθεια από το 2010 μέχρι σήμερα».

Το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα παραμένει υψηλό και είναι το υψηλότερο μεταξύ όλων των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η υψηλή ανεργία, ιδίως των νέων και των μακροχρόνια ανέργων, δημιουργεί ανισότητες που απειλούν την κοινωνική συνοχή, απαξιώνει το ανθρώπινο κεφάλαιο, αποδυναμώνει κάθε κίνητρο για καλύτερης ποιότητας εκπαίδευση και εργασία και αυξάνει το κύμα εξερχόμενης μετανάστευσης.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι επισημάνσεις της Εκθεσης της ΤτΕ για την περιβόητη πλέον καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης.

  • «Σύμφωνα με τον δείκτη αποτελεσματικής επίλυσης εμπορικών διαφορών της έκθεσης Doing Business για το 2019 της Παγκόσμιας Τράπεζας, απαιτείται τριπλάσιος χρόνος για την εκδίκαση μιας υπόθεσης και την εκτέλεση της απόφασης, καθώς και διπλάσιος χρόνος για την ολοκλήρωση της πτωχευτικής διαδικασίας, σε σύγκριση με τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ. Ως εκ τούτου, η γρήγορη και αξιόπιστη επίλυση των δικαστικών διαφορών εντός ενός διαφανούς και σταθερού νομικού πλαισίου αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ισχυροποίηση του κράτους δικαίου και κατ’ επέκταση την ενίσχυση της επενδυτικής εμπιστοσύνης.”