Αύξηση κατά 32,4% παρουσιάζουν τα συνολικά κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) του Ομίλου της Lavipharm για το Α’ τρίμηνο του 2025, τα οποία διαμορφώθηκαν σε Ευρώ 3,77 εκατ. έναντι Ευρώ 2,85 εκατ. κατά το αντίστοιχο διάστημα του προηγούμενου έτους, σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση.
Τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) του Ομίλου από συνεχιζόμενες δραστηριότητες ανήλθαν σε Ευρώ 2,82 εκατ. έναντι Ευρώ 2,65 εκατ. την αντίστοιχη περσινή περίοδο.
Στα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (ΕΒΙΤDA) του Ομίλου από διακοπείσες δραστηριότητες για το 2025 περιλαμβάνονται τα κέρδη από την πώληση της εταιρείας Pharma Plus, ενώ για το αντίστοιχο διάστημα του 2024 περιλαμβάνονται κέρδη που σχετίζονται με τη μεταβίβαση στοιχείων του ενεργητικού της λειτουργίας της φαρμακαποθήκης, η οποία διακόπηκε τον Ιανουάριο του 2024.
Σημειώνεται ότι το Α’ τρίμηνο του 2025 όπως και το Α’ τρίμηνο του 2024 έχει επιβαρυνθεί με μη ταμειακή (λογιστική) απεικόνιση της αποτίμησης των προγραμμάτων stock award και stock option που αναλογεί στη συγκεκριμένη περίοδο κι ανέρχεται για το τρέχον χρονικό διάστημα στο ποσό των Ευρώ 0,24 εκατ. ως παροχές προς το προσωπικό.
Οι ενοποιημένες Πωλήσεις από συνεχιζόμενες δραστηριότητες προ Rebate & Clawback ανήλθαν σε Ευρώ 14,71 εκατ. το Α’ τρίμηνο του 2025 έναντι Ευρώ 14,33 εκατ. την αντίστοιχη περσινή περίοδο, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 2,7%.
Το μικτό κέρδος του Α’ τριμήνου 2025 ανήλθε στο ποσό των Ευρώ 6,03 εκατ. έναντι ποσού Ευρώ 5,95 εκατ. το αντίστοιχο διάστημα του 2024, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 1,3%.
Τα συνολικά καθαρά κέρδη μετά από φόρους διαμορφώθηκαν στο ποσό των Ευρώ 1,63 εκατ. έναντι Ευρώ 1,11 εκατ. την αντίστοιχη περυσινή περίοδο ενισχυμένα σημαντικά κατά 46,8%.
Ο καθαρός δανεισμός του Ομίλου Lavipharm κατά την 31/03/2025 διαμορφώθηκε σε Ευρώ 30,04 εκατ.
Αναφορικά με τις πωλήσεις, άνοδο κατά 40% παρουσιάζουν οι πωλήσεις των συνταγογραφούμενων φαρμάκων στην εσωτερική αγορά. Οι πωλήσεις των μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων (OTC) αυξήθηκαν επίσης κατά 3,5%.
Οι εξαγωγές του Ομίλου, οι οποίες ανήλθαν στο ποσό των Ευρώ 4,72 εκατ. έναντι Ευρώ 6,53 εκατ. την αντίστοιχη περσινή περίοδο παρουσίασαν μείωση κατά 27,8% γεγονός που χαρακτηρίζεται συγκυριακό λόγω χρονικής καθυστέρησης στην εκτέλεση παραγγελιών, η οποία αναμένεται να αποκατασταθεί σταδιακά κατά τη διάρκεια του έτους.