του Teemu Lehtinen, Συμβούλου Επιχειρήσεων

Επιταχύνονται και τελικά ολοκληρώνονται εντός του 2021 οι διαδικασίες για την πλήρη αδειοδότηση της ελληνικής διαδικτυακής αγοράς τυχερών παιχνιδιών, μετά από ένα κενό διάστημα άκαρπων προσπαθειών κοντά 10 ετών.

Σε 18 ανέρχονται οι εταιρείες που έχουν υποβάλει αίτηση για άδεια και είναι πρόθυμες να επενδύσουν δεκάδες εκατομμύρια ευρώ σε τέλη αδειοδότησης, σε συνεργασία με ερασιτεχνικά και επαγγελματικά αθλήματα, στο μάρκετινγκ και τη διαφήμιση, παρέχοντας υποστήριξη και ευκαιρίες σε τομείς που, λόγω της οικονομικής ύφεσης και του Covid-19, υποφέρουν.

Ουδέν μονιμότερον του προσωρινού

Η ιστορία των διαδικτυακών και αθλητικών στοιχημάτων στην Ελλάδα πηγαίνει πίσω στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 2000. Ενώ o ΟΠΑΠ κατείχε άδεια μονοπωλίου για όλα τα λαχεία, τα τυχερά παιχνίδια και τα προϊόντα αθλητικών στοιχημάτων, το νομικό πλαίσιο δεν κάλυπτε τα διαδικτυακά τυχερά παιχνίδια.

Αυτή η έλλειψη κανονισμών στην ελληνική νομοθεσία δεν ήταν μοναδική και έτσι στην Ελλάδα, καθώς και σε πολλές άλλες χώρες της ΕΕ, αρκετές μεγάλες διεθνείς εταιρείες τυχερών παιχνιδιών με έδρα την ΕΕ βρήκαν μια ευκαιρία.

Μετά την οικονομική κρίση, το ελληνικό πακέτο διάσωσης περιλάμβανε μια διάταξη που ανάγκασε την κυβέρνηση να αντιμετωπίσει το ζήτημα της αγοράς των διαδικτυακών τυχερών παιγνίων, να τη νομοθετήσει και να τη ρυθμίσει, να αδειοδοτήσει τις εταιρείες και, στη συνέχεια, να εισπράξει φόρους από τις οντότητες που διαθέτουν άδεια.

Ελλάδα: Ετήσια έσοδα διαδικτυακού τζόγου σε εκατ. ευρώ 2016-2020

Ως αποτέλεσμα, ο νόμος 4002/2011 εγκρίθηκε το 2011 και, παρά τις αδυναμίες του, άνοιξε τον δρόμο προς μια πλήρως αδειοδοτημένη και ελεγχόμενη αγορά διαδικτυακών τυχερών παιχνιδιών στην Ελλάδα.

Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνέχεια στην αγορά, να καθησυχαστούν οι υπάρχοντες πελάτες και να ελαχιστοποιηθούν οι περιττές διαταραχές ενός «αποκλεισμού», ο νόμος έδωσε στην κυβέρνηση τη δυνατότητα να αναπτύξει μια προσωρινή ρύθμιση εν αναμονή της αδειοδότησης των διαδικτυακών εταιρειών τυχερών παιχνιδιών. Έτσι, μεταξύ των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς 2011, σχεδόν μέσα σε μια νύχτα, δημοσιεύθηκαν οι κανόνες για αυτήν την προσωρινή ρύθμιση. Ως αποτέλεσμα, 24 εταιρείες, πολλές από τις οποίες δεν είχαν ποτέ λειτουργήσει στην Ελλάδα, απέκτησαν το δικαίωμα να λειτουργούν στην Ελλάδα. Λόγω των σύντομων προθεσμιών που έδωσε η κυβέρνηση και των ασαφών διατάξεων σχετικά με τις φορολογικές υποχρεώσεις, αρκετές μεγάλες εταιρείες βρήκαν τρόπο να δικαιολογήσουν την έξοδό τους κατά τους επόμενους μήνες.

Αλλά ουδέν μονιμότερον του προσωρινού… Καθώς η προσωρινή συμφωνία εδραιώθηκε, το κανονιστικό πλαίσιο για τις διαφημίσεις και η συμπεριφορά της αγοράς ελέγχονταν από την Ελληνική Επιτροπή Τυχερών Παιγνίων και η αγορά άρχισε να λειτουργεί σε ημιμόνιμη βάση σε τέτοιο σημείο, που ήδη το 2012 έγιναν προβλέψεις ώστε να μην εκδοθούν πραγματικές ελληνικές άδειες πριν από το 2020.

Μολονότι αυτές οι προβλέψεις ηχούσαν, τότε, παράξενες, ωστόσο, υπήρχε μεγάλη αλήθεια σε αυτές. Το τέλος αυτού του προσωρινού καθεστώτος αναμένεται εν τέλει να το δούμε μέσα στο 2021.

Μια συνεχώς αναπτυσσόμενη αγορά

Οι διαδικτυακές εταιρείες τυχερών παιγνίων, προκειμένου να αποδείξουν στην κυβέρνηση πόσο μεγάλη θα ήταν η ευκαιρία αδειοδότησης της αγοράς, πραγματοποίησαν, μαζί με την KPMG, το 2011, μια έρευνα αγοράς κάνοντας μια πρόβλεψη.

Σύμφωνα με την έρευνα, το καλύτερο σενάριο, το οποίο διατηρούσε τον ακαθάριστο συντελεστή φόρου εσόδων από τυχερά παιχνίδια στο 20%, προέβλεπε το μέγεθος της αγοράς στα μέσα της δεκαετίας να ανέρχεται στα 220 εκατομμύρια ακαθάριστα έσοδα από τυχερά παιχνίδια (μερίδια μείον τα κέρδη). Αυτό ήταν πράγματι το επίσημο μέγεθος της αγοράς το 2016. Αλλά ο φορολογικός συντελεστής ήταν 35% και δεν υπήρχαν διαθέσιμες ελληνικές άδειες.

Στο τέλος μιας πολύ δύσκολης χρονιάς το 2020, όταν ο Covid-19 χτύπησε, όταν ακυρώθηκε το Euro 2020, όταν δεν πραγματοποιήθηκαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, η αγορά ανήλθε σε πάνω από 500 εκατομμύρια ακαθάριστα έσοδα (από παιχνίδια). Για το 2021, υπάρχουν προβλέψεις που λένε ότι η αγορά μπορεί να αξίζει πάνω από 600 εκατομμύρια.

Ταυτόχρονα, οι αθλητικές χορηγίες και η υποστήριξη ερασιτεχνικών και επαγγελματικών αθλητικών και πολιτιστικών οργανισμών ξεπερνούν τα 70 εκατ. ευρώ ετησίως. Εκτός από αυτό, ο τομέας είναι ένας από τους μεγαλύτερους διαφημιζόμενους στην Ελλάδα, και με αυτόν τον τρόπο οι συμμετέχοντες, σε μεγάλο βαθμό, συμβάλλουν στην οικονομική διατήρηση και ευημερία πολλών μέσων, εφημερίδων, ραδιοφώνων και τηλεοπτικών καναλιών.

Πώς φτάσαμε όμως σε αυτούς τους αριθμούς; Πώς μπορεί η αγορά να συνεχίσει να αναπτύσσεται; Στα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 2010, η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα βρισκόταν στο αυξημένο μάρκετινγκ και στο γεγονός ότι οι εταιρείες που παρείχαν τις ανάλογες υπηρεσίες τελούσαν υπό καθεστώς «μερικής ρύθμισης» στην Ελλάδα. Επιπλέον, οι Έλληνες ήθελαν να παίξουν και να βιώσουν ενθουσιασμό και διασκέδαση στη ζωή τους μέσα στις δυσκολίες της κρίσης που αντιμετώπιζαν. Περαιτέρω ώθηση, ωστόσο, ήρθε μετά το 2015, όταν οι διαδικτυακοί φορείς εκμετάλλευσης τυχερών παιχνιδιών, η κυβέρνηση και η Ελληνική Επιτροπή Τυχερών Παιγνίων άρχισαν να εξετάζουν πιο σοβαρά τον περιορισμό της παράνομης αγοράς, τη βελτίωση της αναφοράς και της εποπτείας.

Την ίδια στιγμή όμως έκαναν την εμφάνισή τους τα capital controls. Αυτό σήμαινε ότι ξαφνικά οι Έλληνες παίκτες δεν μπορούσαν να μεταφέρουν χρήματα στο εξωτερικό, ούτε στη χώρα, τόσο εύκολα, έτσι η παράνομη αγορά συρρικνώθηκε δραστικά.

Ο θετικός κύκλος της περιορισμένης παράνομης αγοράς, τα περισσότερα διαθέσιμα χρήματα παικτών –συνεπώς περισσότερα κέρδη και καλύτερο μάρκετινγκ–, οι περισσότερες χορηγίες και η προβολή των νομικών φορέων στην Ελλάδα δημιούργησαν μια ζωντανή και δυναμική αγορά. Ενώ η αγορά βρισκόταν, σε μεγάλο βαθμό, στα χέρια των μεγαλύτερων παρόχων υπηρεσιών (Stoiximan, Bet365, Sportingbet –ιδιοκτησίας Entain– και Bwin), υπήρξαν νέες συμμετοχές, ανεβάζοντας τον δείκτη προσφοράς, χαμηλώνοντας τις τιμές (υψηλές πληρωμές στους πελάτες και χαμηλά περιθώρια κέρδους για τους χειριστές, όπως οι Winmasters), που κατάφεραν να κερδίσουν μια θέση για τον εαυτό τους στην αγορά.

Όσον αφορά το πόκερ στην Ελλάδα, συνεχίζεται η κυριαρχία της PokerStars, που βρίσκεται σε καθεστώς παγκόσμιας συγχώνευσης με το Flutter’s Paddy Power Betfair.

Αντίστροφα μετρά πλέον ο χρόνος αναμονής για τις αδειοδοτήσεις

Λίγο μετά τη νίκη της Νέας Δημοκρατίας στις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2019, ο Χρήστος Σταϊκούρας απέσυρε από το Υπουργείο Οικονομικών τα αρχεία των προτάσεων της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ για την ολοκλήρωση του κανονιστικού πλαισίου της ελληνικής αγοράς τυχερών παιγνίων. Μετά από μια σύντομη κριτική, προχώρησε σε δημόσια διαβούλευση, διεξαγωγή συζήτησης στο Κοινοβούλιο και στη συνέχεια ψηφοφορία τον Νοέμβριο του 2019.

Αυτές οι τροποποιήσεις του ν. 4002/2011 παρείχαν όλες τις απαραίτητες αλλαγές στο πλαίσιο προκειμένου η Ελληνική Επιτροπή Τυχερών Παιγνίων και το Υπουργείο Οικονομικών να αναπτύξουν το παράγωγο δίκαιο (secondary legislation) που απαιτείται για λεπτομερείς τεχνικές απαιτήσεις και επιχειρησιακές οδηγίες, ώστε να μπορέσει να ξεκινήσει η αδειοδότηση. Όλα τα απαραίτητα υλικά, κανόνες, κανονισμοί και οδηγίες τέθηκαν σε ισχύ, παρά την πανδημία Covid-19, το καλοκαίρι του 2020.

Πλέον, υπάρχουν 18 αιτούντες άδεια στην Ελλάδα. Δύο γνωστοί νεοεισερχόμενοι, η Betsson και η Fonbet, περιμένουν ανυπόμονα την είσοδό τους στην αγορά. Οι άλλοι πάροχοι λειτουργούν ήδη βάσει της προσωρινής συμφωνίας στην οποία συμμετέχουν εδώ και χρόνια. Αν όλες αυτές οι εταιρείες εισέλθουν τελικά στην αγορά ως αδειοδοτημένες οντότητες, μπορούμε να πούμε με ασφάλεια ότι η ελληνική αγορά τυχερών παιχνιδιών έχει ωριμάσει και ότι η αδειοδότηση, παρά τις δυσκολίες της, ήταν επιτυχής.

Ελλάδα: Μερίδια στην online αγορά τυχερών παιγνίων ανά brand 2016-2020

Αυτήν τη στιγμή, φαίνεται ότι οι άδειες θα εκδοθούν τελικά στις αρχές του καλοκαιριού, έτσι ώστε, μετά τον Ιούνιο-Ιούλιο, οι εταιρείες που συνεχίζουν και αρχίζουν να λειτουργούν στην Ελλάδα να συμμορφώνονται πλήρως με τους ελληνικούς νόμους και κανονισμούς, που ελέγχονται και εποπτεύονται από την Ελληνική Επιτροπή Παιγνίων. Η αναμονή σχεδόν… τελείωσε.

Οι προκλήσεις

 Η ελληνική άδεια για διαδικτυακό στοιχηματισμό, που χωρίζεται σε δύο κατηγορίες (αθλητικά στοιχήματα και παιχνίδια καζίνο), είναι μακράν η πιο ακριβή στην Ευρώπη. Το κόστος της άδειας για 7 χρόνια ανέρχεται στα 5 εκατ. ευρώ (3 + 2 εκατομμύρια), ενώ στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες το κόστος της άδειας είναι κάτω των 200.000 ευρώ, για παρόμοιες ή ακόμη μεγαλύτερες χρονικές περιόδους, για μια άδεια στοιχηματισμού και αθλητικών στοιχημάτων στο Διαδίκτυο.

Αυτό αναμφισβήτητα αποτελεί πρόκληση για την επιχείρηση. Η εκ των προτέρων επένδυση για κάθε νεοεισερχόμενο στην αγορά– καθώς και για όσους βρίσκονται ήδη στην Ελλάδα από το 2011 ή αργότερα– είναι τεράστια σε σύγκριση με οποιαδήποτε άλλη αγορά.

Η τιμή της άδειας καθιστά δύσκολη την είσοδο στην ελληνική αγορά μικρότερων παρόχων. Με εξαίρεση όσους έχουν καλή ρευστότητα, το κόστος μπορεί να είναι απαγορευτικό για έναν υπάρχοντα ή έναν νέο φορέα. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό: όταν το παραπάνω συνδυάζεται με τον δεύτερο υψηλότερο ακαθάριστο φορολογικό συντελεστή εσόδων από τυχερά παιχνίδια της Ευρώπης, δεύτερο μεγαλύτερο μετά τη Γαλλία, η βιωσιμότητα της ελληνικής αγοράς για μεσαίους και μικρότερους φορείς εκμετάλλευσης είναι μερικές φορές αμφισβητήσιμη.

Ακόμη και μερικές μεγαλύτερες διεθνείς εταιρείες έχουν αποφασίσει να μην εκδηλώσουν ενδιαφέρον για την Ελλάδα προς το παρόν και προτιμούν να δουν πώς εξελίσσεται η αγορά πρώτα και πού κατευθύνονται τα πράγματα προτού λάβουν την τελική απόφαση αν θα επενδύσουν ή όχι.

Όμως δεν αφορά μόνο τα τέλη άδειας και τον ακαθάριστο φόρο εσόδων από παιχνίδια. Αφορά επίσης τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση στην Ελλάδα έχει καταστήσει τον τομέα των διαδικτυακών τυχερών παιχνιδιών υπεύθυνο για την παρακράτηση φόρου εισοδήματος από παίκτες για λογαριασμό της. Αυτή είναι μια «μοναδική ελληνική πατέντα», στο πλαίσιο της οποίας οι διαδικτυακές εταιρείες τυχερών παιχνιδιών παρακρατούν φόρο από τα κέρδη των πελατών τους. Σε όλες σχεδόν τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ, τα διαδικτυακά αθλητικά στοιχήματα και τα κέρδη από τυχερά παιχνίδια δεν φορολογούνται.

Ενώ ο νόμος 4002/2011 προβλέπει ήδη το 20% από τον φόρο του 35% να διατίθεται για καλό σκοπό, όπως ο αθλητισμός, ο πολιτισμός, άτομα με ειδικές ανάγκες κ.λπ., κανένα από αυτά τα έσοδα δεν έχει εγγραφεί επίσημα για τους σκοπούς αυτούς κατά την τελευταία δεκαετία. Αντ’ αυτού, η κυβέρνηση αναζητά τώρα έναν τρόπο χρήσης του φόρου κέρδους πελατών για τη χρηματοδότηση επαγγελματικών ποδοσφαιρικών συλλόγων και ομάδων, κάτι που προφανώς στα μάτια των παρόχων δεν είναι μόνο προβληματικό. Είναι επίσης, δυνητικά, παράνομη κρατική ενίσχυση. Αυτό παραμένει ένα από τα πιο επίκαιρα ανοιχτά ζητήματα, καθώς η αγορά βρίσκεται λίγο πριν την αδειοδότηση.

Ελλάδα: Μηνιαία έσοδα διαδικτυακού τζόγου (€m) –Ιαν 20’-Οκτ 20’

Ορισμένες εταιρείες επίσης αντιμετωπίζουν τις συνέπειες του Brexit. Τώρα που το Ηνωμένο Βασίλειο δεν είναι πλέον μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι servers ορισμένων εταιρειών, που είναι είτε πάροχοι τεχνολογίας σε διαδικτυακές εταιρείες τυχερών παιχνιδιών που αναζητούν άδεια στην Ελλάδα είτε οι φορείς εκμετάλλευσης που παρέχουν προϊόντα τυχερών παιχνιδιών σε Έλληνες καταναλωτές, βρίσκονται εκτός ΕΕ καθώς και της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Περιοχής. Ωστόσο, ο ελληνικός νόμος δεν το αναγνωρίζει αυτό και δημιουργείται ο κίνδυνος, πλέον, αυτές οι εταιρείες να χρειαστεί να πραγματοποιήσουν επενδύσεις πολλών εκατομμυρίων δολαρίων για να μετακινήσουν εκείνα τα μέρη των λειτουργιών τους εντός της ΕΕ που στοχεύουν την ελληνική αγορά. Αυτό δεν είναι ούτε λογικό ούτε οικονομικά αποδεκτό.

Για την επίτευξη της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς μετά την αδειοδότηση, η πρόκληση έγκειται στην απρόσκοπτη επικοινωνία και συνεργασία μεταξύ των φορέων εκμετάλλευσης, της κυβέρνησης και της ρυθμιστικής αρχής. Αν δεν διεξαχθούν συζητήσεις με ανοιχτό, αξιόπιστο και έγκαιρο τρόπο, αν όλα τα μέρη δεν συναινέσουν στο να ακούσουν και να μάθουν το ένα από το άλλο, οι επόμενες μέρες θα είναι δύσκολες. Οι πάροχοι έχουν αποδειχθεί ανοιχτοί σε αυτό το είδος αλληλεπίδρασης και συνεργάζονται από κοινού, παρουσιάζοντας ένα ενοποιημένο μέτωπο.

Η Επιτροπή Τυχερών Παιγνίων έχει βελτιωθεί, με τα χρόνια, και η κατάσταση φαίνεται πολλά υποσχόμενη. Στην πραγματικότητα, η HGC βλέπει τον τομέα και τους εκπροσώπους του ως εταίρους με τους οποίους είναι δυνατόν να βρουν βιώσιμες και εφαρμόσιμες μεθόδους για να καταστήσουν την αγορά τυχερών παιχνιδιών στο Διαδίκτυο ασφαλέστερη και πιο υπεύθυνη για τους καταναλωτές, αντί να τους θεωρούν αναξιόπιστους εκμεταλλευτές που παρακάμπτουν τους κανόνες.

Ωστόσο, η HGC δεν διαθέτει την απαιτούμενη δυναμική. Οι πόροι της, τόσο οικονομικά όσο και ως προς το ανθρώπινο δυναμικό, είναι δυστυχώς πολύ λίγοι για το έργο που έχει μπροστά της.

Το μεγάλο ερωτηματικό είναι αν και πώς η κυβέρνηση θέλει να συνεργαστεί με τον τομέα και τους εκπροσώπους της, να ακούσει τα ενδιαφερόμενα μέρη και να καθίσει στο ίδιο τραπέζι συζητώντας τους καλύτερους τρόπους ρύθμισης, διαχείρισης και ελέγχου αυτής της ταχέως αναπτυσσόμενης αγοράς.

Τι ακολουθεί μετά;

 Καθώς η Ελληνική Επιτροπή Τυχερών Παιγνίων θα επιδιώξει να ολοκληρώσει τις τρέχουσες διαδικασίες υποβολής αιτήσεων έως τις αρχές του καλοκαιριού, οι φορείς ετοιμάζονται για το Euro2020 που έχει γίνει Euro2021. Το ακριβές χρονοδιάγραμμα δεν έχει ακόμη καθοριστεί, αλλά φαίνεται ότι, κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, η τρέχουσα προσωρινή ρύθμιση πράγματι θα ολοκληρωθεί και η αγορά θα αδειοδοτηθεί.

Αυτό δεν θα είναι το τέλος, θα είναι το νέο ξεκίνημα μετά από μια μακρά δεκαετία εξελίξεων, που έχει σχεδόν κάθε χρόνο σκαμπανεβάσματα. Οι τελευταίοι μήνες έχουν αποδείξει ότι η αγορά μεγαλώνει, ωριμάζει. Αυτό είναι πολλά υποσχόμενο, καθώς μια τέτοια ωριμότητα σημαίνει ότι οι ανταγωνιστές θα μπορούν να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι μαζί, να βρουν κοινές λύσεις σε κοινές προκλήσεις και να συνεργαστούν στενά με τη ρυθμιστική αρχή και τους πολιτικούς φορείς, προς όφελος όλων των κομμάτων, του καταναλωτή, του κράτους και των operators.

……………………..

περιοδικό ΧΡΗΜΑ, τευχ. Μαρ-Απρ 2021