Συνέντευξη έδωσε ο πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΟΕΕ), Κ. Κόλλιας, με αφορμή τις επερχόμενες εκλογές στο ΟΕΕ.
Την Κυριακή, 10 του μήνα, διεξάγονται εκλογές στο Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος. Σας έχω ακούσει να λέτε ότι οι φετινές εκλογές είναι διαφορετικές από όλες τις προηγούμενες. Για ποιο λόγο;
Διότι, έχοντας βιώσει, την τελευταία τριετία, πολλαπλές διαταραχές από εξωγενείς παράγοντες, τα μέλη μας έχουν σηκώσει στις πλάτες τους μεγάλο μέρος των κρίσεων, που προέκυψαν. Τόσο οι λογιστές – φοροτεχνικοί, με τις υποχρεώσεις που ανέλαβαν να διεκπεραιώσουν για τους πελάτες τους σε χρόνο-ρεκόρ, όσο και οι οικονομικοί διευθυντές και οι εσωτερικοί ελεγκτές, με τις κρίσιμες αποφάσεις, που κλήθηκαν να λάβουν σε ασφυκτικά και κατεπείγοντα χρονοδιαγράμματα και οι οποίες αφορούσαν την ίδια την υπόσταση της επιχείρησης και τις δουλειές χιλιάδων ανθρώπων. Τα όσα υλοποιήσαμε τους βοήθησαν σημαντικά σε αυτό το δύσκολο έργο τους. Γι αυτό, και δεδομένου ότι η κανονικότητα δεν έχει επιστρέψει, αλλά και ότι οι διαταραχές και οι αλλαγές είναι διαρκείς και προβλέπονται να συνεχίσουν έτσι, το σύνολο των οικονομολόγων έχει ανάγκη το ΟΕΕ να συνεχίσει να έχει μια σοβαρή διοίκηση, που να τους εκπροσωπεί αποτελεσματικά και να τους δίνει τα εργαλεία και τα εφόδια να αντιμετωπίζουν ό,τι έκτακτο προκύπτει.
Μετά από μια επιτυχημένη 10ετή θητεία είστε υποψήφιος για την προεδρία για 4η συνεχή φορά. Για ποιο λόγο να επιλέξουν την Δημοκρατική Κίνηση Οικονομολόγων;
Η Δημοκρατική Κίνηση Οικονομολόγων είναι η μόνη παράταξη η οποία έχει αποδείξει ότι αποτελεί τη μοναδική ολοκληρωμένη και τεκμηριωμένη πρόταση για τη διοίκηση του Φορέα μας. Με όλα όσα έχουμε κάνει αυτά τα χρόνια, και με όσα σχεδιάζουμε για την επόμενη θητεία μας, εφόσον τα μέλη του ΟΕΕ μας εμπιστευτούν ξανά. Και έχουμε ακόμα περισσότερη όρεξη για δουλειά. Αυτό φαίνεται και στο ψηφοδέλτιό μας, το οποίο συνδυάζει την εμπειρία πολλών υποψηφίων μας, με τη φρεσκάδα και τις νέες ιδέες νέων οικονομολόγων, που διεκδικούν την ψήφο των μελών μας. Το σύνθημά μας είναι ένα και το υποστηρίζουμε διαρκώς στην πράξη: Δίνουμε περισσότερη δύναμη στη ΔΗΚΙΟ για να παραμείνει δυνατό το ΟΕΕ !
Επενδυτική βαθμίδα: Γιατί, τελικά, είναι τόσο σημαντική;
Από την πρώτη στιγμή, ως Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος, τονίσαμε την ανάγκη ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας για την ελληνική οικονομία.
Διότι αυτό σημαίνει ότι οι οίκοι αξιολόγησης – και κατ΄ επέκταση η διεθνής επενδυτική κοινότητα – αναγνωρίζουν την αξιοπιστία της Ελληνικής Δημοκρατίας στο 100%. Συνεπώς, βλέπουν τη χώρα μας ως απόλυτα αξιόπιστο εταίρο για μακροπρόθεσμες και παραγωγικές επενδύσεις, αλλά και ως μέλος της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Διότι αυτό σημαίνει μείωση του κόστους χρήματος για την Ελληνική Δημοκρατία, ώστε να εξυπηρετεί ακόμα καλύτερα τις δανειακές της ανάγκες, αλλά και φθηνότερο χρήμα για τις τράπεζες, ώστε να δίνουν αντίστοιχα φθηνότερα δάνεια.
Διότι αυτό σημαίνει δημιουργία νέων θέσεων εργασίας σε επίπεδο, τόσο ανειδίκευτου προσωπικού, όσο και εξειδικευμένου στελεχιακού δυναμικού. Αυτό θα αποτελέσει κίνητρο και παραμονής στη χώρα μας όσων νέων σχεδιάζουν να φύγουν, αλλά και δυναμικότερης επιστροφής όσων βρίσκονται ήδη εκτός συνόρων και θεωρούν ότι η Ελλάδα δεν έχει να τους προσφέρει κάτι παραπάνω στην εργασιακή τους πορεία.
Πόσο εύκολο είναι το τελευταίο;
Καθόλου εύκολο. Κι αυτό, γιατί η χώρα μας έχει να αντιμετωπίσει τον παγκόσμιο ανταγωνισμό, αφού – όπως είναι γνωστό – οι επιχειρήσεις και σε άλλες χώρες αντιμετωπίζουν αντίστοιχα προβλήματα στελέχωσης. Με τη διαφορά ότι αυτές δεν αντιμετωπίζουν τα προβλήματα και τις στρεβλώσεις, που ακόμα διακρίνουν την ελληνική αγορά εργασίας. Τα στοιχεία του Δείκτη Παγκόσμιας Ανταγωνιστικότητας Ταλέντου του INSEAD δείχνουν ότι η Ελλάδα είναι στο Νο 39 ανάμεσα σε 134 χώρες και στο Νο 27 στην Ευρώπη. Η ανάλυση αυτών των στοιχείων δείχνει ότι χρειαζόμαστε ακόμα πολλά να λύσουμε. Μπορεί τα κίνητρα, που έχουν νομοθετηθεί, να είναι ελκυστικά και στη σωστή κατεύθυνση, υπάρχει, όμως, πληθώρα θεμάτων προς επίλυση, όπως οι συνθήκες της αγοράς, και η εικόνα του επιχειρείν και της αγοράς εργασίας, που δημιουργούν αρνητικό συναίσθημα σχετικά με την παροχή δυνατοτήτων για να βρεθεί και να ενισχυθεί το ανθρώπινο δυναμικό. Επίσης, το χάσμα, που καταγράφεται μεταξύ των δαπανών για τα πανεπιστήμια και της επαγγελματικής εκπαίδευσης από τις επιχειρήσεις, και το οποίο δείχνει ότι έχουμε πολλά ακόμα να κάνουμε για να συνδέσουμε ακόμα περισσότερο τα εκπαιδευτικά ιδρύματα με την αγορά εργασίας. Όλα αυτά, και πολλά άλλα, πρέπει να ενταχθούν μέσα στο πλαίσιο της αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου, που ήδη έχει ξεκινήσει. Ώστε εργοδότες και εργαζόμενοι να κατανοήσουν πλήρως και από κοινού την ανάγκη προσαρμογής στα δεδομένα της 4ης βιομηχανικής επανάστασης και των ραγδαίων αλλαγών, που συντελούνται καθημερινά σε παγκόσμιο επίπεδο.