του Νίκου Φιοράντη
Είναι δυνατόν να υπάρχει συσχέτιση μεταξύ των παρακάτω αναφορών;
►Αύξηση αποθεμάτων χρυσού από τις κεντρικές τράπεζες το 2018 *
►Μη-χρηματοοικονομική πληροφόρηση. Πιο σημαντική από ποτέ για τους θεσμικούς επενδυτές **
►ΜικροΜεσαίες Επιχειρήσεις
Τι σχέση μπορεί να έχουν αυτά τα τρία φαινομενικά άσχετα θέματα μεταξύ τους και οι προβληματισμοί που απορρέουν από αυτά; Προφανώς σε πρώτη ανάγνωση καμία!!! Είναι όμως έτσι; Ή μήπως σε χρηματοοικονομικό επίπεδο, τα πράγματα δυνητικά μπορεί να είναι πιο σύνθετα, απ’ ότι συνήθως φαίνονται;
Αν ισχύει κάτι τέτοιο, πόσο εύκολη είναι η διαχείριση τους για το μέσο επιχειρηματία ΜμΕ;
Σύμφωνα με τα αντίστοιχα δημοσιεύματα, ως προς τα δύο πρώτα θέματα, αφενός οι κεντρικές τράπεζες έχουν διαφοροποιήσει τα συναλλαγματικά τους αποθέματα έχοντας επενδύσει περισσότερο σε ρευστά και ασφαλή περιουσιακά στοιχεία λόγω αυξημένης γεωπολιτικής και οικονομικής αβεβαιότητας, αφετέρου το 97% των θεσμικών επενδυτών αξιολογεί με ιδιαίτερη βαρύτητα τις μη-χρηματοοικονομικές δημοσιοποιήσεις των εταιρειών στις οποίες σκοπεύουν να επενδύσουν. Επικεντρώνονται αυτοί κυρίως, στη μακροπρόθεσμη αξία και στις πληροφορίες εταιρικής διακυβέρνησης μεταξύ άλλων, ενώ εκτιμάται ότι οι σχετικές πληροφορίες θα αποκτήσουν μεγαλύτερη αξία, σε περίπτωση ύφεσης ή διόρθωσης της αγοράς.
Η συσχέτιση λοιπόν για τις ελληνικές ΜμΕ προκύπτει, κατά την εκτίμησή μου, στη βάση ενός εύλογου προβληματισμού που ενσωματώνει τις εξής παραμέτρους :
- Είναι δυνατόν, σε ένα οικονομικό περιβάλλον όπως αυτό σκιαγραφείται, εντελώς επιγραμματικά παραπάνω, η σχετική επίδραση να τις αφήνει ανεπηρέαστες;
- Εάν όχι, τι αυτό σηματοδοτεί για την εξέλιξη και πορεία τους και πως αυτές μπορεί και αν πρέπει να προετοιμάζονται αναλογικά; Πως μπορεί να μεταφράζεται αυτό για τη κάθε μία ξεχωριστά, ανάλογα με την αγορά δραστηριοποίησής της;
- Τι το διαφορετικό προκύπτει, παρότι είναι γνωστό σε όλους ότι το επιχειρείν ήταν διαχρονικά αλληλένδετο με τη κυκλικότητα της οικονομικής δραστηριότητας;
- Όταν οι θεσμικοί επενδυτές αλλά για μεγαλύτερες κατά βάση εταιρείες αναμφίβολα, επικεντρώνονται πέραν των χρηματοοικονομικών στην μακροπρόθεσμη αξία και σε πληροφορίες εταιρικής διακυβέρνησης, γιατί τα αντίστοιχα στοιχεία να μην αποτελούν κριτήριο αξιολόγησης από πλευράς δυνητικών επενδυτών ακόμα και σε μικρότερα σχήματα, όπως η μέση ελληνική ΜμΕ; Ειδικότερα, όταν κατά τεκμήριο οι επενδυτικές επιλογές είναι πολλές, όχι όμως και τα “διαθέσιμα” κεφάλαια (τουλάχιστον με την έννοια πειθούς για την αξία προς επένδυση);
- Εάν κάτι αντίστοιχο δυνητικά ισχύει, πως αυτές θα συγκλίνουν με αυτή τη προοπτική;
- Χωρίς αυτή τη σύγκλιση, αναβαθμίζοντας την οργανωτική τους δομή, λειτουργία και αποτελεσματικότητα, πόσο πιθανόν είναι να μεγαλώσουν, προσελκύοντας τα βλέμματα δυνητικών επενδυτών;
Στους παραπάνω προβληματισμούς και μεταβλητές, τι σηματοδοτεί η ενσωμάτωση και των παρακάτω ειδικότερα:
- Tι διασφαλίζει ότι οι επιχειρησιακές και στρατηγικές αποφάσεις της ΜμΕ, βασίζονται στην αριστοποίηση του μίγματος χρηματοδότησης για μεγαλύτερες αποδόσεις;
- Ποια είναι τα είδη προϊόντων-υπηρεσιών που χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή και “φροντίδα” με σκοπό την επικέντρωση σε εκείνα που επηρεάζουν με αυξημένη βαρύτητα το κέρδος της επιχείρησης;
- Ποιο είναι το άριστο μίγμα των ειδών που μεγιστοποιεί την κερδοφορία;
- Ποιο είναι το άριστο επίπεδο των τιμών που μεγιστοποιεί τον όγκο των πωλήσεων;
- Πως αντιμετωπίζεται η βελτιστοποίηση των διαδικασιών για τη μείωση του κόστους;
- Εφαρμόζονται συστήματα διοίκησης με στόχο, την αναδιοργάνωση και λειτουργία της, για τη μεγιστοποίηση της πραγματικής οικονομικής αξίας της επιχείρησης;
Ως αποτέλεσμα :
▲ Είναι δυνατό να “πιστεύεται” ακόμη και σήμερα, ότι η μέση ελληνική ΜμΕ, αποτελώντας το κορμό και τη κινητήρια δύναμη της οικονομίας, με τη δομή και τον υφιστάμενο τρόπο λειτουργίας της, στο μεγαλύτερο της ποσοστό, μπορεί αν δεν αλλάξει ριζικά, να ανταποκριθεί στις προαναφερόμενες ενδεικτικές προκλήσεις (ουκ έστιν αριθμός όσων δεν αναφέρονται);
Μπορεί αυτή να συνεχίσει με βάση κυρίως, το αισθητήριο, τη διορατικότητα και τη μακρόχρονη εμπειρία του επιχειρηματία, χωρίς την αξιοποίηση σύγχρονων μεθόδων και τεχνικών που θα δίνουν απαντήσεις σε αυτές, ενώ παράλληλα θα τη διατηρούν σε εγρήγορση με σειράς εναλλακτικών σεναρίων και πρακτικών για την αντιμετώπισή τους;
Πόσα σύνηθες είναι στη πράξη, όχι σε προθέσεις, η “διασφάλιση” ουσιαστικών και αποτελεσματικών προϋποθέσεων επιβίωσης σε πρώτο στάδιο και ανάπτυξης σε δεύτερο, σε ένα παγκοσμιοποιημένο ανταγωνιστικό περιβάλλον το οποίο απαιτεί, συνεχή εγρήγορση, εκσυγχρονισμό, βελτιστοποίηση παραγωγής και διαχείρισης, διάθεση καινοτόμων και αναβάθμιση υπαρχόντων προϊόντων και υπηρεσιών, υιοθέτηση σύγχρονων τεχνολογιών, δικτύωση και ανάπτυξη συνεργασιών και οικονομιών κλίμακος και κατ’ επέκταση, διεύρυνση δυνητικών επιλογών χρηματοδότησης για τη περαιτέρω ανάπτυξη και μεγέθυνση της ΜμΕ;
▲ Η ανάγκη, η συμβολή και ο ρόλος του επαγγελματία χρηματοοικονομικού συμβούλου, αναδεικνύεται ως ιδιαίτερα σημαντική και καθοριστική στο προσδιορισμό και αντιμετώπιση των προαναφερομένων ενδεικτικά χρηματοοικονομικών θεμάτων, για την επιβίωση αρχικά και την ανάπτυξη στη συνέχεια της κάθε ΜμΕ.
* Handelsblatt
* * EY (σχετική έρευνα)
{Ο Νίκος Φιοράντης είναι Οικονομολόγος – Χρηματοοικονομικός Σύμβουλος & Δικαστικός Πραγματογνώμων}.